Τα εξαμηνιαία αποτελέσματα της Εθνικής Ασφαλιστικής έρχονται να επιβεβαιώσουν εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς (που είχαν μάλιστα παρουσιαστεί πολλές φορές και από το Euro2day.gr) ότι κινητήριο δύναμη της φετινής αυξημένης παραγωγής αποτελούν τα επενδυτικά προϊόντα του κλάδου ζωής, τα οποία μάλιστα σε μεγάλο βαθμό προωθούνται μέσω των τραπεζικών δικτύων.
Γενικότερα, το bancassurance εμφανίζεται φέτος ιδιαίτερα ενδυναμωμένο σε σχέση με πέρυσι, για δύο κυρίως λόγους:
- Πρώτον, γιατί πέρυσι το bancassurance είχε υποχρεωθεί σε σημαντική πτώση -ιδίως κατά την περίοδο του πρώτου lockdown-, επηρεαζόμενο από τη δυσκολία επικοινωνίας των πελατών με τα τραπεζικά καταστήματα αλλά και από τη γενικότερη αστάθεια που επικρατούσε στις αγορές και
- δεύτερον, γιατί εξαιτίας των μηδενικών καταθετικών επιτοκίων, πολλοί αποταμιευτές στρέφουν τμήμα των χρημάτων τους προς εναλλακτικές τοποθετήσεις, όπως π.χ. τα αμοιβαία κεφάλαια, τα εταιρικά ομόλογα και τα ασφαλιστικά-επενδυτικά προϊόντα τύπου unit-linked.
Άλλωστε κατά το πρώτο φετινό πεντάμηνο, στο σύνολο της αγοράς οι «ασφάλειες ζωής συνδεδεμένες με επενδυτικά προϊόντα» αυξήθηκαν κατά 62,2%, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό στο +20,2% που κατέγραψε κατά το ίδιο χρονικό διάστημα το σύνολο του κλάδου ζωής και στο +10,4% ολόκληρης της ασφαλιστικής παραγωγής.
Αξιοσημείωτο είναι ότι τη μεταφορά τμήματος των καταθέσεων προς εναλλακτικές επενδυτικές επιλογές την προωθούν τα ίδια τα τραπεζικά δίκτυα (και φαίνεται με ιδιαίτερη επιμέλεια), με στόχο οι τράπεζες να αποκομίσουν έσοδα από προμήθειες, σε μια περίοδο όπου διαθέτουν υπερβάλλουσα ρευστότητα.
Σε ό,τι αφορά τα εξαμηνιαία αποτελέσματα της Εθνικής Ασφαλιστικής (πέραν της αυξημένης προ φόρων κερδοφορίας της εταιρείας από τα 17,5 στα 65,6 εκατ. ευρώ), η συνολική παραγωγή ανέβηκε κατά 11,3%, τροφοδοτούμενη από το +17,1% του κλάδου ζωής και αυτό με τη σειρά του κυρίως από την παραγωγή του νέου προϊόντος εφάπαξ καταβολών unit-linked «Full Capital Plan». Σε ό,τι δε αφορά τα δίκτυα -όπως επισημαίνει η ίδια η Εθνική Ασφαλιστική-, η παραγωγή του bancassurance εκτινάχθηκε κατά 33% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020, κυρίως λόγω της αυξημένης παραγωγής αποταμιευτικών προϊόντων.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, το περιβάλλον θα εξακολουθήσει να είναι πολύ καλό για τα ασφαλιστικά-επενδυτικά προϊόντα, για όσο διάστημα τα καταθετικά επιτόκια θα παραμείνουν «ισοπεδωμένα» (βλέπε τρέχουσες αποδόσεις νέων προθεσμιακών καταθέσεων γύρω ή και κάτω από το 0,05%) και όσο οι διεθνείς κεφαλαιαγορές θα εμφανίζονται δυνατές ή έστω στάσιμες.
«Όλα δείχνουν ότι υπάρχουν θετικές προοπτικές για αυτά τα ασφαλιστικά προϊόντα τουλάχιστον για μια ακόμη διετία. Βέβαια, δεν είναι μόνο τα τραπεζικά δίκτυα που προωθούν τέτοια προϊόντα, αλλά το σύνολο των ασφαλιστικών εταιρειών του κλάδου ζωής, με τη συμβολή μάλιστα και όλων των διαμεσολαβούντων. Ωστόσο, οι τράπεζες έχουν τον πρώτο λόγο, γιατί γνωρίζουν από πρώτο χέρι ποιοι είναι οι μεγάλοι καταθέτες και βρίσκονται σε επαφή μαζί τους. Γενικότερα, το bancassurance έχει και αυτό ανοδικές προοπτικές, με την προϋπόθεση ότι οι τράπεζες θα βρουν εναλλακτικούς τρόπους επικοινωνίας με τους πελάτες τους, σε μια περίοδο που περιορίζουν δραστικά τα δίκτυα των καταστημάτων τους και επιδιώκουν την επικοινωνία με τους πελάτες από απόσταση», αναφέρεται χαρακτηριστικά.