Tο «εύκολο μεροκάματο» των βραχυπρόθεσμων επενδυτών στο Χ.Α. έχει σταματήσει, ο όγκος των συναλλαγών έχει συρρικνωθεί και οι επιπτώσεις από τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα έρχονται να απειλήσουν την κερδοφορία πολλών εισηγμένων εταιρειών κατά το δεύτερο μισό της φετινής χρονιάς. Από την άλλη πλευρά, οι αισιόδοξοι υποστηρίζουν πως η «μεγάλη εικόνα» δεν έχει αλλάξει, με τη ζήτηση στην πραγματική οικονομία να εμφανίζεται ανοδική και τις προοπτικές των επόμενων ετών να παραμένουν ανοδικές. Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, μια ενδεχόμενη υποχώρηση αποτιμήσεων μπορεί να εκληφθεί ως ευκαιρία αγορών, στον βαθμό που θα υπάρξει επιλεκτικές τοποθετήσεις που θα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους τα θεμελιώδη των εταιρειών και το ύψος της τρέχουσας αποτίμησής τους.
Αναμφίβολα, το κλίμα στο Χ.Α. έχει αλλάξει, με τον Γενικό Δείκτη να έχει χάσει λίγες δεκάδες μονάδες από τα υψηλά του, τον όγκο των συναλλαγών να μειώνεται και κυρίως με ένα διάχυτο εκνευρισμό να είναι ορατός σε ένα σημαντικό τμήμα των επενδυτών: όσοι κατά το τελευταίο οκτάμηνο (με κάποιο διάλειμμα από τα μέσα Ιανουαρίου έως τα μισά του Φεβρουαρίου) συνήθιζαν να κερδίζουν 10% ή και 20% τον μήνα, εναλλάσσοντας γρήγορες κινήσεις σε χαρτιά της περιφέρειας, βλέπουν κατά τις τελευταίες εβδομάδες ότι αυτό δεν μπορεί να επαναληφθεί. Τα σχετικά επιχειρήματα των λόμπι δείχνουν αδύναμα να πυροδοτήσουν νέα ράλι, καθώς οι τιμές των περισσότερων μετοχών έχουν καταγράψει μεγάλη άνοδο και οι χρηματιστηριακές αξίες σε αρκετές από αυτές… ζαλίζουν. «Πώς να αγοράσω και πάλι μια μετοχή στα 80 λεπτά όταν την είχα αποκτήσει στα 40 τον χειμώνα και την πούλησα στα 60 την άνοιξη βγάζοντας κέρδος 50%;», αποτελεί μια ενδεικτική ερώτηση βραχυπρόθεσμων μετόχων;
Ο προβληματισμός
Φεύγοντας, όμως, από τους «γρήγορους» του ταμπλό, διαπιστώνει κάποιος και τον προβληματισμό που επικρατεί στους οπαδούς της θεμελιώδους ανάλυσης λόγω των προβλημάτων που ήδη ξεκίνησαν να γίνονται αισθητά στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Η αλματώδης άνοδος των τιμών των πρώτων υλών κατά τους πρώτους μήνες του 2021 επηρέασε θετικά τα κέρδη αρκετών εισηγμένων εταιρειών, καθώς αυτές πουλούσαν σε ακριβότερες τιμές αποθέματα που είχαν αποκτήσει προ τριμήνου ή εξαμήνου σε σαφώς χαμηλότερο κόστος. Οι εταιρείες αυτές θα έχουν ένα πολύ ισχυρό πρώτο εξάμηνο, ωστόσο θα ήταν λάθος κάποιος να εκτιμήσει τα φετινά κέρδη διπλασιάζοντας την επίδοση του πρώτου εξαμήνου.
Για παράδειγμα, τα εντυπωσιακά εξαμηνιαία κέρδη που αναμένονται στις εταιρείες χάλυβα (π.χ. Έλαστρον, ΣΙΔΜΑ) δεν προβλέπεται να έχουν ανάλογη συνέχεια στο δεύτερο μισό του χρόνου, στον βαθμό που η τιμή του μετάλλου σταθεροποιηθεί ή υποχωρήσει. Μια δεύτερη περίπτωση είναι αυτή των Πλαστικών Κρήτης, που στο πεντάμηνο σημειώνουν αύξηση όγκου εργασιών και κερδών (πουλούσε αποθέματα χαμηλότερου κόστους), πλην όμως η διοίκηση της εισηγμένης δεν θα εκπλαγεί αν στο σύνολο της χρονιάς τα φετινά κέρδη κυμανθούν σε κάπως χαμηλότερα επίπεδα από τα αντίστοιχα του 2020.
Γενικότερα, οι εισηγμένες εταιρείες θα καταγράψουν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό αύξησης κερδών στο πρώτο φετινό εξάμηνο, το οποίο όμως θα κυμανθεί σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα σε επίπεδο δωδεκαμήνου, με δεδομένα ότι: α) Το δεύτερο μισό του 2020 ήταν η αποδοτικότερη περίοδος της περσινής χρονιάς (άρα υψηλότερη βάση σύγκρισης) και β) Οι επιπτώσεις από τα όσα συμβαίνουν στην εφοδιαστική αλυσίδα αναμένονται εντονότερες κατά τους αμέσως επόμενους μήνες.
Οι παρενέργειες
Όμως, ποιες είναι μερικές από τις παρενέργειες αυτές που φοβούνται οι εταιρείες πως θα ενταθούν κατά τους επόμενους μήνες;
-Οι εταιρείες βλέπουν να μεγαλώνει απότομα το κόστος τους, σε βαθμό που να δυσκολεύονται να μεταφέρουν το σύνολο της συγκεκριμένης επιβάρυνσης στους πελάτες τους (ή έστω να το μεταφέρουν με χρονική υστέρηση), με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του μικτού περιθωρίου κέρδους τους. Κατά τους πρώτους φετινούς μήνες, οι επιπτώσεις ήταν σχετικά περιορισμένες καθώς χρησιμοποιήθηκαν αποθέματα που είχαν αποκτηθεί με χαμηλότερο κόστος, ωστόσο αυτά φαίνεται να έχουν τελειώσει προ πολλού για τις περισσότερες εξ αυτών.
-Παρατηρούνται δυσκολίες και καθυστερήσεις στις παραλαβές πρώτων υλών και εμπορευμάτων. Εισηγμένες εταιρείες κινδυνεύουν να βρεθούν χωρίς στοκ σε συγκεκριμένα προϊόντα και μάλιστα προσπαθούν να ασκήσουν όλη τους την επιρροή στους προμηθευτές τους, προκειμένου να αμβλύνουν το πρόβλημα (συχνά μάλιστα αναγκάζονται να προκαταβάλουν το ποσό της αγοράς ως μέσο προνομιακής μεταχείρισης στις παραλαβές).
-Πελάτες των εισηγμένων εταιρειών, βλέποντας τις τόσο αυξημένες τιμές, πιθανολογείται ότι θα αναβάλουν ένα μέρος των παραγγελιών τους μέχρις ότου να ξεκαθαρίσει η κατάσταση.
-Υπάρχει φόβος ότι η όλη αυτή κατάσταση (κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια πόσο τελικά θα διαρκέσει και σε ποιο επίπεδο θα ισορροπήσουν τα πράγματα στη συνέχεια) θα προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις στη διεθνή οικονομία, με αποτέλεσμα την άνοδο των επιτοκίων και τον συνεπακόλουθο αρνητικό επηρεασμό των τιμών των μετοχών.
Η μεγάλη εικόνα
Από την άλλη πλευρά, διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας επιχειρεί να βάλει τα πράγματα σε τάξη, προσπαθώντας να περιγράψει την -κατά τη γνώμη του- «μεγάλη εικόνα»: «Πράγματι, εμείς ως εταιρεία θα κληθούμε φέτος να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις των όσων συμβαίνουν στην εφοδιαστική αλυσίδα και πολύ πιθανόν να δούμε μια πτώση στην επίδοσή μας. Όμως, εδώ και τόσα χρόνια αυξάνουμε την εσωτερική αξία της εταιρείας με τα κέρδη μας και τις επενδύσεις μας. Δραστηριοποιούμαστε σε μια μεγάλη και ανοδική αγορά στην οποία επεκτεινόμαστε με συνέπεια και υπευθυνότητα. Αυτό νομίζω ότι θα πρέπει να ψάχνει ένας επενδυτής, συνεκτιμώντας φυσικά και το τίμημα που καλείται να καταβάλει για την αγορά μετοχών. Η ουσία είναι ότι τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα θα λυθούν αργότερα ή γρηγορότερα, ενώ οι καλές εταιρείες έχουν όλο το μέλλον μπροστά τους».
Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι απόψεις προέδρου άλλης εισηγμένης εταιρείας: «Πράγματι, το πρώτο εξάμηνο θα εμφανίσουμε πολύ υψηλά κέρδη, μέσα από ένα μικτό περιθώριο που δεν θεωρώ ότι είναι διατηρήσιμο στο μέλλον. Μικρό το κακό. Τα μικτά περιθώρια στον κλάδο μας ακολουθούν κύκλους. Η ουσία βρίσκεται στο κατά πόσο περιμένουμε αύξηση όγκου εργασιών στο μέλλον και το ευχάριστο είναι πως μια τέτοια τάση έχει ήδη ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια, συνεχίζεται φέτος και μάλιστα αναμένεται να ενταθεί κατά τα επόμενα χρόνια με την υλοποίηση εμβληματικών ιδιωτικών projects (π.χ. Ελληνικό) και με την απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάπτυξης. Δεν είναι όμως μόνο ο δικός μας κλάδος. Ακούω ότι οι εταιρείες στην πληροφορική ψάχνουν για προσωπικό πριν καν καλά-καλά αρχίσουν να ανατίθενται τα μεγάλα έργα του Δημοσίου. Δείτε τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα που θα ξεκινήσουν τους αμέσως μήνες ή έστω από το 2022».
Στα θετικά στοιχεία επίσης συγκαταλέγεται και το γεγονός ότι η εγχώρια ζήτηση μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων εμφανίζεται ισχυρή, με την οικοδομή να ακολουθεί ανοδική πορεία και με την πορεία της κατανάλωσης (με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την πορεία αρκετών εισηγμένων εταιρειών) να εξελίσσεται ικανοποιητικά κατά το δίμηνο Μαΐου-Ιουνίου, διαψεύδοντας όσους περίμεναν πτώση της μετά τη διακοπή των κυβερνητικών μέτρων στήριξης. Αντίθετα, η μεγάλη αύξηση της κατανάλωσης του Μαΐου συνοδεύτηκε από διατήρηση (ή, καλύτερα, πολύ μικρή άνοδο) των καταθέσεων των νοικοκυριών κατά τον ίδιο μήνα, με τις σχετικές αποταμιεύσεις να έχουν διευρυνθεί κατά 14 δισ. ευρώ από τότε που ξεκίνησε η πανδημία.
Το Χρηματιστήριο
Χρηματιστηριακός παράγοντας,σχολιάζονταςτην τρέχουσα κατάσταση δείχνει ψύχραιμος: «Είναι λογικό ότι μετά από ένα μεγάλο ράλι, η αγορά να ξεκουράζεται και κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας περαιτέρω διόρθωσης μέσα στο καλοκαίρι. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι νέες μετοχικές εκδόσεις που είτε είχαμε (Τράπεζα Πειραιώς, Alpha Bank, Αεροπορία Αιγαίου) είτε θα έχουμε (π.χ. Premia μέσα στον Ιούλιο και ΕΛΛΑΚΤΩΡ). Οι εκδόσεις αυτές μπορεί θεωρητικά να στερεύουν προσωρινά την αγορά από ρευστότητα (ή και ακόμη να πλήττουν βραχυπρόθεσμα τα συμφέροντα κάποιων μετόχων που δεν συμμετείχαν σε αυτές, όπως στις τράπεζες), πλην όμως το μόνο βέβαιο είναι πως λειτουργούν προς όφελος των προοπτικών της οικονομίας.
Μέσα στους επόμενους μήνες αναμένονται επίσης και αυξήσεις κεφαλαίου από μικρότερες εταιρείες (π.χ. Ευρωσύμβουλοι, Interwood - Ξυλεμπορία), οι οποίες (ακολουθώντας το παράδειγμα της Τζιρακιάν) επιδιώκουν να κλείσουν τις τρύπες που άφησε η δωδεκαετής κρίση και να εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες που έρχονται.
Το θετικό είναι ότι η μεγάλη εικόνα -παρά τα προβλήματα που έχουν εμφανιστεί στην εφοδιαστική αλυσίδα- δεν έχει αλλάξει. Τα φετινά εταιρικά κέρδη θα είναι αρκετά αυξημένα σε σχέση με πέρσι, πράγμα που αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια. Μέσα από ένα τέτοιο σενάριο, τα «απαιτητικά» με βάση τα κέρδη του 2020 P/E θα μειωθούν και η εικόνα των δεικτών θα μεταβληθεί προς το καλύτερο. Έτσι, μια ενδεχόμενη διόρθωση μέσα στο καλοκαίρι, σε άλλους θα προκαλέσει εκνευρισμό και θα τους ωθήσει να κλειδώσουν τα κέρδη τους πουλώντας τις μετοχές τους και άλλους θα τους οδηγήσει στο να αυξήσουν τις θέσεις τους σε τιμές χαμηλότερες από τις σημερινές. Πέραν όμως αυτού, μεγάλη σημασία έχει η επιλογή τίτλων. Συγκρίνουμε πάντα τις τρέχουσες αποτιμήσεις με τα θεμελιώδη στοιχεία και τις προοπτικές κάθε εταιρείας».