Oι αποδόσεις των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου και τα spreads μειώθηκαν στα προ-κρίσης επίπεδα, διαπιστώνει η Κομισιόν στην έκθεσή της για την Ελλάδα. Όπως επισημαίνει, η απόδοση σε σχέση με το γερμανικό ομόλογο στα μακροπρόθεσμα ομόλογα μειώθηκε κατά περίπου 250 μονάδες βάσης από τις αρχές Μαΐου 2020 και σταθεροποιήθηκε παρακάτω σε χαμηλότερα από μία ποσοστιαία μονάδα τον Αύγουστο για την πενταετή διάρκεια.
Η χώρα επωφελήθηκε από τους ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης και τις αγορές ομολόγων στο Ευρωσύστημα και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους εξέδωσε δεκαετές ομόλογα τον Ιούνιο του 2020 ποσού 3 δισ. ευρώ. Η δημοπρασία προσέλκυσε μεγάλο ενδιαφέρον, με ένα τελικό βιβλίο παραγγελιών σχεδόν 16 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το ομόλογο εκδόθηκε με κουπόνι 1,5%. Αυτή η δημοπρασία ομολόγων άνοιξε ξανά με επιτυχία τον Σεπτέμβριο, αυξάνοντας κατά άλλα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ την έκδοση με απόδοση 1,2%, που είναι η χαμηλότερη απόδοση στην ιστορία της Ελληνικής Δημοκρατίας για αυτή τη διάρκεια.
Οι ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς που περιγράφονται παραπάνω έχουν υποστηριχθεί πιθανότατα από τις αγορές ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου από το Ευρωσύστημα. Υπό το Πρόγραμμα Έκτακτων Αγορών Ομολόγων (PEPP) της ΕΚΤ, το Ευρωσύστημα αγόρασε ελληνικά κρατικά χρεόγραφα αξίας 10 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου έως τα τέλη Ιουλίου. Ακόμα κι αν η μεταβλητότητα της αγοράς έχει υποχωρήσει, όμως, οι συνθήκες πρόσβασης στην Ελλάδα είναι πιθανό να παραμείνουν ευαίσθητες στις αλλαγές της ψυχολογίας στην αγοράς.
Οι χρηματοδοτικοί κίνδυνοι είναι σημαντικοί, αλλά υπάρχουν δίχτυα ασφαλείας. Οι χρηματοδοτικές ανάγκες του προϋπολογισμού έχουν αυξηθεί σημαντικά από την τελευταία έκθεση. Η επιδείνωση στις δημοσιονομικές προοπτικές απαιτούν επαγρύπνηση. Από τον Μάιο του 2020, όχι μόνο το πρωτογενές πλεόνασμα έχει επιδεινωθεί αλλά η χώρα θα αντιμετωπίσει πρόσθετες υποχρεώσεις πληρωμής αναδρομικών συντάξεων ύψους 1,4 δισ. ευρώ.
Τα ταμειακά αποθέματα της Γενικής Κυβέρνησης παραμένουν σημαντικά και διαμορφώθηκαν πάνω από 31 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου, περίπου 2,5 δισ. ευρώ χαμηλότερα σε σύγκριση με τον Μάρτιο. Ο λογαριασμός μετρητών («μαξιλάρι», Cash buffer) παρέμεινε στα 15,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Η πρόσφατη έκδοση ομολόγων, ο χώρος για αύξηση των repos κατά 3 δισεκατομμύρια ευρώ, τα πιθανά έσοδα από τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που ανέρχονται σε 1,5 δισ. ευρώ και η διαθέσιμη χρηματοδότηση της ΕΕ, θα μπορούσαν να μετριάσουν τις πιέσεις στη βραχυπρόθεσμη ρευστότητα.
Η διατήρηση επαρκούς αποθέματος μετρητών θα είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση σταθερής πρόσβασης στην αγορά το επόμενο έτος, λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που ενδέχεται να προκύψουν από τις πιέσεις στην αγορά των κρατικών ομολόγων. Το επενδυτικό κλίμα μπορεί επίσης να επηρεαστεί από τη διάθεση για κίνδυνο σε παγκόσμιο επίπεδο και από τις αντιλήψεις για τη διαχείριση των πανδημιών και την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένου του τραπεζικού τομέα. Οι ανάγκες εξυπηρέτησης χρέους το 2021 είναι περιορισμένες, αλλά περαιτέρω εκδόσεις ομολόγων θα απαιτηθούν για τη διατήρηση επαρκούς επιπέδου αποθεματικών μετρητών.