Δραστικές αλλαγές, αλλά προς άγνωστη κατεύθυνση, αναμένονται σύντομα στο «Συνεγγυητικό Κεφάλαιο Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών», καθώς συστήθηκε ήδη από την κυβέρνηση η ενδεκαμελής σχετική νομοπαρασκευαστική επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Ειδικότερα, πέρα από τα τέσσερα μέλη του Υπουργείου Οικονομικών (πρόεδρος της επιτροπής η Ελένη Βρέντζου) μετέχουν η Παρασκευή Ματθαίου (Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς), η Χρυσούλα Απαλαγάκη (Ένωση Ελληνικών Τραπεζών), η Μαρία Δημητροπούλου (Τράπεζα της Ελλάδος) ο Μιχάλης Καραμανώφ (ΣΜΕΧΑ), ο Κίμων Βολίκας (Ένωση Θεσμικών Επενδυτών), ο Γιάννης Πολυχρονίου (ΣΕΠΕΥ) και η Κασσάνδρα Τσουτσάνη-Λασηθιωτάκη (Συνεγγυητικό Κεφάλαιο).
Όλοι αναγνωρίζουν πως ο ρόλος του «Συνεγγυητικού» είναι κομβικός για την αξιοπιστία της ελληνικής κεφαλαιαγοράς-χρηματαγοράς, αλλά και για την ανταγωνιστικότητα του ευρύτερου χρηματιστηριακού-επενδυτικού κλάδου στην Ελλάδα. Ωστόσο, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, δεν φαίνεται να υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των παραγόντων της αγοράς για την κατεύθυνση που θα πρέπει να λάβουν οι δρομολογούμενες αλλαγές. Έτσι, σε τελική ανάλυση, το περιεχόμενο του θεσμικού πλαισίου που θα προκύψει θα επηρεαστεί από την πειστικότητα των επιχειρημάτων κάθε πλευράς, αλλά και από τη γενικότερη πολιτική γραμμή που θα χαράξει το Υπουργείο Οικονομικών.
Μεταξύ των καυτών θεμάτων που αναμένεται να τεθούν στο τραπέζι των συζητήσεων περιλαμβάνονται: Ποιος θα διοικεί το νέο Συνεγγυητικό, ποια θα είναι η σχέση του με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά πόσο θα πρέπει να απορροφηθεί το επενδυτικό κομμάτι του ΤΕΚΕ (Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων Επενδύσεων), αν και ποιες αλλαγές θα υπάρξουν στην πολιτική εισφορών των μελών του, με ποιο τρόπο θα ορίζονται και θα καταβάλλονται οι αποζημιώσεις.
Ο πρόεδρος του ΣΜΕΧΑ Σπύρος Κυρίτσης μιλώντας στο Euro2day.gr σημειώνει: «Το Συνεγγυητικό λειτουργεί σήμερα με βάση ένα παλαιό και ξεπερασμένο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο επιβάλλεται να αλλάξει. Αναμένεται να μεταβληθεί άρδην ο τρόπος λειτουργίας του Συνεγγυητικού σε όλους τους τομείς, όπως σε θέματα κεφαλαίου, διοίκησής του, τρόπου αποζημιώσεων, αλλά και σε ζητήματα εποπτείας. Ο ΣΜΕΧΑ συμμετέχει ενεργά στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή και θα καταθέτει τις απόψεις του σε κάθε θέμα που θα τίθεται».
Σύμφωνα πάντως με το ρεπορτάζ, οι απόψεις όλων των χρηματιστών δεν είναι ταυτόσημες για το σύνολο των θεμάτων. Αν και υπάρχουν αντίθετες γνώμες, γνωστός παράγοντας που έχει δουλέψει κατά το παρελθόν για το Συνεγγυητικό δηλώνει στο Euro2day.gr: «Το Συνεγγυητικό θα πρέπει να συνεχίσει να διοικείται από αυτούς που έχουν βάλλει τα δικά τους λεφτά σ’ αυτό και έχουν κάθε λόγο να το προστατεύουν. Αυτή τη στιγμή το Συνεγγυητικό διαθέτει επενδύσεις γύρω στα 30-35 εκατ. ευρώ (κυρίως καταθέσεις και προϊόντα χαμηλού ρίσκου) τα οποία μαζί με τις υπάρχουσες εγγυητικές επιστολές μπορεί να προσεγγίζουν τα 50 εκατ. ευρώ. Δεν είναι αποδεκτό όλα αυτά τα λεφτά που προήλθαν από τις τσέπες μας -και για την ακρίβεια από το υστέρημά μας, με βάση τις οικονομικές επιδόσεις του κλάδου- να έρθουν και να τα διαχειρίζονται κάποιοι τρίτοι. Οι παρενέργειες μπορεί να είναι μεγάλες.
Επίσης, δεν μπορεί η μικρή ελληνική αγορά να έχει δύο Ταμεία για τις επενδύσεις, καθώς πέρα από το Συνεγγυητικό, επενδύσεις καλύπτει και ένα τμήμα του ΤΕΚΕ (Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων). Προφανώς το κομμάτι των επενδύσεων δεν συνδέεται με τις καταθέσεις και αυτό θα πρέπει να αλλάξει.
Είναι λογικό κάθε μέλος να ζητά την καταβολή λιγότερων κεφαλαίων. Να δούμε λοιπόν κάποιες πιθανές αδικίες και να εξορθολογίσουμε ενδεχομένως κάποια πράγματα, αλλά θα πρέπει να έχουμε ως προτεραιότητα το Ταμείο να σταθεί στα πόδια του. Γιατί αμφιβάλω ιδιαίτερα αν στην περίπτωση που πέσει έξω το Συνεγγυητικό, θα βρεθούν πολλές χρηματιστηριακές εταιρείες και ΑΕΠΕΥ που θα ξαναβάλουν χρήματα. Απλά, θα ζητήσουν την ανάκληση των αδειών τους».
Υπέρ μιας ευρείας σειράς αλλαγών στο Συνεγγυητικό τάσσεται και ο πρόεδρος της Nuntius Χρηματιστηριακής κ. Αλέξανδρος Μωραϊτάκης, με απώτερο στόχο την ανάπτυξη της εγχώριας κεφαλαιαγοράς. Ειδικότερα, σε πρόσφατο άρθρο του που δημοσιεύτηκε στο Euro2day.gr ο κ. Μωραϊτάκης αφού σημειώνει τις πολύ φτωχές επιδόσεις της Ελλάδας σε σχέση με άλλες χώρες όπως πχ η Κύπρος, καταλήγει: «Το Υπουργείο Οικονομικών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η EΧAE και το Συνεγγυητικό αποτελούν τους τέσσερις βασικούς πυλώνες που θα πρέπει να αναλάβουν συντονισμένες πρωτοβουλίες με εκείνους τους παράγοντες της αγοράς που δεν έχουν συγκρούσεις συμφερόντων, αν θέλουμε να βελτιωθούμε δραστικά στον συγκεκριμένο τομέα. Με άλλα λόγια, πιστεύω ότι και η Ελλάδα, με τον κατάλληλο, έξυπνο και ευέλικτο σχεδιασμό, θα μπορούσε να αναπτύξει πολύ περισσότερο τον επενδυτικό-χρηματοοικονομικό της τομέα, χωρίς κόστος».
Από την πλευρά της, η Ένωση Θεσμικών Επενδυτών κατεβαίνει στο διάλογο με βασική θέση ότι θα πρέπει να υπάρξει «ίση μεταχείριση μεταξύ ίσων κινδύνων», ή διαφορετικά οι κεφαλαιακές εισφορές θα πρέπει να είναι ανάλογες του ρίσκου κάθε εταιρείας. Έτσι, όσες εταιρείες ασκούν διαχείριση, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά θεματοφύλακα, δεν έχουν τον ίδιο κίνδυνο για το σύστημα, άρα δεν θα πρέπει να καταβάλλουν τις ίδιες εισφορές.
Σύμφωνα με κύκλους προσκείμενους στις εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων, μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει πρόβλημα ζημιάς του συστήματος από καμιά ΑΕΔΑΚ. Πέραν αυτού, οι ΑΕΔΑΚ όταν λειτουργούν παράλληλα και ως ΕΠΕΥ και δουλεύουν αποκλειστικά μέσω θεματοφύλακα, δεν μπορούν να καταχραστούν χρήματα των πελατών τους, γιατί δεν έχουν πρόσβαση σε αυτά.
«Ας υποθέσουμε ωστόσο ότι για κάποιο λόγο θα πρέπει και εμείς να συνεισφέρουμε στο Συνεγγυητικό. Πώς εξηγείται ότι μια απλή ΑΕΔΑΚ δεν υποχρεώνεται σε οποιαδήποτε καταβολή, μια απλή ΕΠΕΥ ξεκινά από καταβολή 50 χιλ. ευρώ, ενώ μια ΑΕΔΑΚ που λειτουργεί ταυτόχρονα ως ΕΠΕΥ έχει ως βάση τα 250 χιλ. ευρώ;» αναρωτιούνται οι ίδιοι κύκλοι.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΠΕΥ (Σύνδεσμος Εταιρειών Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών) Γιάννη Πολυχρονίου, το Συνεγγυητικό βασίζεται σε ένα παλιό θεσμικό πλαίσιο, το οποίο θα πρέπει να αλλάξει προκειμένου να καταστεί πιο λειτουργικό και περισσότερο ανταγωνιστικό διεθνώς. Σήμερα για παράδειγμα, συμφέρει πολύ περισσότερο μια εταιρεία (σαφώς μικρότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις) να κάνει εργασίες στην Ελλάδα έχοντας ως έδρα άλλες χώρες. Η Κύπρος για παράδειγμα διαθέτει πολλαπλάσιο αριθμό ΕΠΕΥ από εμάς, αν και η χρηματιστηριακή της αγορά είναι κατά πολύ μικρότερη. «Εμείς από την πλευρά μας, θα πρέπει να γίνουμε ανταγωνιστικότεροι, έτσι ώστε περισσότερες εταιρείες να εισφέρουν από λιγότερα κεφάλαια, με αποτέλεσμα και ανάπτυξη να έχουμε, αλλά και τους επενδυτές να εξασφαλίζουμε στην πράξη».