Η δημόσια συζήτηση για τις ιδιότητες και τις διαφορές μεταξύ των δύο επικαιροποιημένων εμβολίων κατά της Covid-19 δεν βοηθάει στην επίτευξη του στόχου της ταχείας εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού ενόψει του χειμώνα.
Αυτό υποστηρίζει μιλώντας στο iatronet.gr o καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Ευάγγελος Μανωλόπουλος. Όπως επισημαίνει, τόσο το διδύναμο για το αρχικό στέλεχος και τη ΒΑ.1 (Όμικρον 1) παραλλαγή που άρχισε να χορηγείται όσο και το νέο που αναμένεται σύντομα και είναι προσανατολισμένο στις ΒΑ.4 και ΒΑ.5, έχουν παρόμοια υψηλή αποτελεσματικότητα και ασφάλεια, όπως και το υπάρχον εμβόλιο.
Μπερδεύουμε τον κόσμο
«Εγώ θα προτιμούσα να μην εκπορεύεται από επίσημα χείλη τόση συζήτηση για τις μικροδιαφορές των εμβολίων, γιατί είναι παραλλαγές του ίδιου εμβολίου και έχουν υψηλή αποτελεσματικότητα. Η κεντρική πολιτική θα έπρεπε να συνεχίσει να υποστηρίζει την ασφάλεια του εμβολίου συνολικά, χωρίς να αναφέρεται τόσο πολύ σε επιμέρους συγκρίσεις», σημειώνει.
Ο ίδιος θεωρεί πως η συγκεκριμένη συζήτηση μετατρέπει σε πολύπλοκο ζήτημα κάτι που είναι πιο απλό απ’ ό,τι φαίνεται. «Είναι mRNA εμβόλια που στην αλληλουχία του mRNA έχουν προσαρμοστεί σε κάποιες μεταλλάξεις. Δεν διαφέρουν σε θέμα ασφάλειας, ενώ ακόμα και στο θέμα της αποτελεσματικότητας, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε είναι απειροελάχιστη η πιθανότητα να υπάρξει κάποια διαφορά μεταξύ τους», αναφέρει για να προσθέσει πως «το μήνυμα πρέπει να είναι ένα και καθαρό: εμβολιάζομαι με το διαθέσιμο εμβόλιο».
Ο καθηγητής δηλώνει πως ξαφνιάστηκε όταν πληροφορήθηκε για την αλλαγή στάσης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ), που σε αντίθεση με τον αμερικανικό (FDA) τηρούσε στάση αναμονής για την έγκριση του εμβολίου για τις Όμικρον 4 και 5, προκειμένου να έχει αποτελέσματα κλινικών δοκιμών.
«Το πρώτο διδύναμο για την Όμικρον 1 έχει κλινικές δοκιμές, ενώ το δεύτερο έχει μόνο προκλινικές, με δεδομένα από δοκιμές σε πειραματόζωα. Τα στοιχεία που έχουμε, με βάση τα οποία το ενέκρινε ο FDA, ταιριάζουν πάρα πολύ με αυτά που είχαμε για το πρώτο, που έχει δοκιμαστεί σε ανθρώπους. Άρα είναι παρόμοιο, αλλά δεν είναι απαραίτητο πως είναι και καλύτερο», εξηγεί και προσθέτει: «Εδώ κάνουμε και το εξής λάθος: μιλάμε για κάτι καλύτερο και ξεχνάμε πως το αρχικό που κάναμε ήταν ήδη πάρα πολύ καλό. Όταν ξεκινάς με ένα εμβόλιο που έχει αποτελεσματικότητα 90% ως 95%, πού θα πας παραπάνω; Το ίδιο θα κάνει το επικαιροποιημένο. Οι όποιες διαφορές αφορούν το ενδεχόμενο να προστατεύει λίγο περισσότερο από τη μετάδοση».
Κίνδυνος να χάσουμε αυτούς που έχουμε πείσει
Η σύγχυση που έχει δημιουργηθεί σε μεγάλο μέρος των πολιτών αναφορικά με τη σύγκριση των εμβολίων μπορεί να καθυστερήσει το εμβολιαστικό πρόγραμμα, εν αναμονή του πιο επικαιροποιημένου;
Ο καθηγητής θεωρεί πως το δίλημμα δεν θα έπρεπε να υπάρχει. «Έχουμε τους αντιεμβολιαστές που επιμένουν, αλλά μπερδεύουμε και αυτούς που εμβολιάζονται. Κινδυνεύουμε να χάσουμε κάποιους από αυτούς που έχουν πειστεί», λέει χαρακτηριστικά και εξηγεί γιατί τα δύο διδύναμα είναι ισάξια: «Η Όμικρον 5 με την Όμικρον 1 έχουν διαφορές, αλλά προφανώς είναι πολύ πιο κοντά από ό,τι ήταν η Όμικρον 1 με το αρχικό στέλεχος. Δεν αξίζει να καθυστερήσεις για να πάρεις το επόμενο», λέει και συμπληρώνει: «Στο εμβόλιο της γρίπης δεν λέμε ποιο είναι, έρχεται τώρα ένα, μετά από λίγο έρχεται ένα άλλο βελτιωμένο γιατί έχουν βρει κάποια νέα στελέχη και στον δεύτερο εμβολιασμό μπορεί να είναι λίγο διαφορετικό. Δεν λέει κανείς ποιο είναι καλύτερο ή χειρότερο, είναι το εμβόλιο που πρέπει».
Παίρνοντας θέση, παράλληλα, απέναντι στην ασάφεια αναφορικά με το αν κάποιος που έχει νοσήσει πρόσφατα είναι σκόπιμο να εμβολιαστεί, ο κ. Μανωλόπουλος τάσσεται υπέρ όσων υποστηρίζουν ότι μπορεί να περιμένει. «Η επιστημονική λογική λέει ότι αν κάποιος έχει νοσήσει, έχει ανοσία για τους επόμενους 3 μήνες, καθώς η νόσηση παρέχει ενός είδους ανοσία», σημειώνει.
Ποντάρουμε στα εισπνεόμενα
Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα αναμένει νέα από την ερευνητική προσπάθεια για την ανάπτυξη εισπνεόμενων εμβολίων, με την προσδοκία πως θα επιφέρουν καίριο πλήγμα στον ιό στο σημείο εισόδου του στον ανθρώπινο οργανισμό, αποτρέποντας σε μεγάλο βαθμό και τη λοίμωξη. Η πρόσφατη έγκριση του πρώτου τέτοιου σκευάσματος στην Κίνα ίσως αποτελεί προάγγελο για ανάλογες εξελίξεις και στη Δύση, υποστηρίζει ο κ. Μανωλόπουλος.
«Δεν έχουμε πολλά δεδομένα για αυτό που εγκρίθηκε στην Κίνα, παρά μόνο ένα δελτίο Τύπου. Αυτό όμως δείχνει πως το πεδίο εξελίσσεται και πιθανόν σύντομα θα έχουμε περισσότερα κι από δυτικούς. Ποντάρουμε στο να περιορίσουμε και τη μετάδοση. Αυτό θα είναι ένα πραγματικά βελτιωμένο εμβόλιο, αν εκτός από τη βαριά νόσηση αποτρέπει και τη λοίμωξη», αναφέρει.
Δεν θα αλλάξει τα δεδομένα η «Κένταυρος»
Με αφορμή τον εντοπισμό του πρώτου κρούσματος της υποπαραλλαγής «Κένταυρος» (ΒΑ.2.75), στην Ελλάδα, ρωτήσαμε το καθηγητή αν υπάρχει πιθανότητα να χρειαστούμε σύντομα νέα επικαιροποίηση στα εμβόλια. Ο ίδιος είναι καθησυχαστικός.
«Δεν φαίνεται να είναι ένα στέλεχος που θα μας απασχολήσει παραπάνω, γιατί δεν θα είναι πιο επιβαρυντικό και μάλλον δεν θα επικρατήσει στην Ελλάδα. Ακόμα όμως και αν διεισδύσει πολύ, δεν νομίζω ότι θα αλλάξει σημαντικά τα δεδομένα», καταλήγει.