Έχοντας ήδη μεταφέρει από και προς την Ελλάδα πάνω από 40 εκατ. ταξιδιώτες από το 1998, η easyJet, η χαμηλού κόστους αεροπορική εταιρεία που ιδρύθηκε πριν από σχεδόν 30 χρόνια από τον Ελληνοκύπριο Στέλιο Χατζηιωάννου, επανεντάσσει στο στρατηγικό πλάνο ανάπτυξής της τη χώρα μας και εξετάζει το ενδεχόμενο να αποκτήσει σε δεύτερο χρόνο βάση στο αεροδρόμιο της Αθήνας.
Στην κατεύθυνση αυτή, η εταιρεία, που έχει έδρα στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Λούτον, λανσάρει το μεγαλύτερο πρόγραμμα πτήσεων για τη θερινή περίοδο του 2025, προσθέτοντας δύο ακόμη δρομολόγια στο πτητικό της έργο με στόχο να συνδέσει την ελληνική πρωτεύουσα με το Λούτον και το Αλικάντε της Ισπανίας.
Με την προσθήκη αυτών των δύο δρομολογίων, ο συνολικός αριθμός των δρομολογίων της χαμηλού κόστους αεροπορικής από την Αθήνα ανεβαίνει στα 17, με την εταιρεία να προσφέρει τελικά 1,3 εκατ. θέσεις από την ελληνική πρωτεύουσα, αριθμός υπερδιπλάσιος σε σχέση με το 2023.
Το βελτιωμένο οικονομικό περιβάλλον, η αυξημένη ζήτηση που καταγράφεται για την Ελλάδα ως ταξιδιωτικό προορισμό, η ενίσχυση της επιθυμίας των Ελλήνων να ταξιδέψουν στο εξωτερικό και η ισχυρή ανάπτυξη που έχει σημειώσει η ελληνική αγορά μετά την πανδημία του κορονοϊού αποτελούν τους τέσσερις λόγους για τους οποίους η easyJet εστιάζει στην Ελλάδα, όπως τόνισε, στο πλαίσιο της παρουσίασης του σχεδιασμού της εταιρείας ο Lorenzo Lagorio, Country Manager της easyJet για την Ιταλία και την Ελλάδα.
Όπως εξήγησε, δε, οι επικεφαλής της εταιρείας εξετάζουν το ενδεχόμενο η easyJet να ανοίξει βάση στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» (ΔΑΑ), κίνηση η οποία θα της επιτρέψει να διευρύνει το δίκτυό της από την Αθήνα, συμβάλλοντας αφενός στην ενίσχυση της συνδεσιμότητας της Ελλάδας με άλλους προορισμούς του εξωτερικού και αφετέρου στην ανάπτυξη της ίδιας της easyJet.
«Κάνουμε μια νέα αρχή στην easyJet και εστιάζουμε στην Ελλάδα για το μέλλον. Βλέπουμε την Ελλάδα, πέρα από το γεγονός ότι είναι ένας όμορφος προορισμός, ως μια αγορά για να αναπτυχθούμε στο μέλλον», επεσήμανε ο Lorenzo Lagorio. «Έχουμε παρουσία σε 15 αεροδρόμια στην Ελλάδα. Κάποιες στιγμές αναρωτιέμαι γιατί δεν πετάμε σε περισσότερους προορισμούς. Θέλουμε σίγουρα να προσθέσουμε αεροδρόμια στο δίκτυό μας», προσέθεσε.
Από την πλευρά της η διευθύντρια Επικοινωνίας και Μάρκετινγκ του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος», Ιωάννα Παπαδοπούλου, τόνισε: «Η easyJet είναι η πρώτη low cost αεροπορική που ξεκίνησε να επιχειρεί στο αεροδρόμιο όταν άρχισε να λειτουργεί τον Μάρτιο του 2001. Η easyJet έχει ένα θεαματικό μερίδιο αγοράς στον ΔΑΑ και το ενδεχόμενο να αποκτήσει βάση στο αεροδρόμιό μας είναι υψηλής σημασίας».
Η ανάπτυξη
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, η easyJet κατέγραψε ταχεία ανάκαμψη μετά την πανδημία του κορωνοϊού, σημειώνοντας εντυπωσιακή ανάπτυξη το 2024. Πιο συγκεκριμένα η εταιρεία το ενδεκάμηνο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου μετέφερε 855 χιλιάδες επιβάτες από και προς το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, αριθμός-ρεκόρ που μεταφράζεται σε αύξηση 50% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023. Μόνο αυτούς τους 11 μήνες η εταιρεία μετέφερε 284 χιλιάδες περισσότερους ταξιδιώτες σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023, εκ των οποίων οι 103 χιλιάδες προήλθαν από τα νέα δρομολόγια.
Φέτος, δε, η αεροπορική, η οποία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη εταιρεία για τον ΔΑΑ, προσέθεσε 7 νέα δρομολόγια στο πτητικό πρόγραμμά της, εκτελώντας 11,3 πτήσεις κατά μέσο όρο σε ημερήσια βάση στην αιχμή της σεζόν και συνδέοντας την ελληνική πρωτεύουσα με 6 χώρες. Συνολικά, το 2024 η εταιρεία εκτιμάται ότι θα μεταφέρει πάνω από 100 εκατ. επιβάτες, με τον τζίρο της να διαμορφώνεται σε 10 δισ. ευρώ και τα κέρδη προ φόρων να εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 733 εκατ. ευρώ.
Έτος ορόσημο
Το 2009 ήταν έτος-ρεκόρ για τις επιδόσεις της αεροπορικής, καθώς η εταιρεία μετέφερε 631 χιλιάδες ταξιδιώτες στην ελληνική πρωτεύουσα. Το 2019, το τελευταίο έτος κανονικότητας πριν από την πανδημία του κορωνοϊού, η easyJet μετέφερε 610 χιλιάδες ταξιδιώτες, έναν αριθμό που ξεπέρασε το 2023 με άνοδο κατά 1%, στους 615 χιλιάδες επιβάτες.
Ενδεικτικό της δυναμικής ανάπτυξης που έχει καταγράψει τα τελευταία χρόνια η εταιρεία είναι το γεγονός ότι το 2019 η easyJet πραγματοποιούσε 51 δρομολόγια σε εβδομαδιαία βάση, συνδέοντας την Αθήνα με 10 ευρωπαϊκούς προορισμούς και το 2024 ο αριθμός των εβδομαδιαίων δρομολογίων της εταιρείας ανήλθε σε 79 εξυπηρετώντας ουσιαστικά 17 συνδέσεις, με την προσθήκη της Λυών, του Μπορντώ, της Νίκαιας, της Βενετίας, της Μάλαγας, της Πάλμα ντε Μαγιόρκα και του Λονδίνου (Λούτον) στο πτητικό της πρόγραμμα.
Η easyJet κατέχει σημαντικό μερίδιο αγοράς ως προς την επιβατική κίνηση σε 10 από τα 17 δρομολόγια που εκτελεί. Μάλιστα, σε 4 από αυτά, εκείνα που συνδέουν την ελληνική πρωτεύουσα με το Μπρίστολ (87%), τη Βασιλεία (75%), τη Νάπολη (57%) και τo Γκάτγουικ (47%), το μερίδιο της εταιρείας είναι στο 50% και πάνω, με την αεροπορική να εξυπηρετεί τελικά τους μισούς σχεδόν ταξιδιώτες που επισκέπτονται την Αθήνα από το Λονδίνο και το αεροδρόμιο του Γκάτγουικ.
Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1995 και απασχολεί πάνω από 17.000 εργαζομένους. Ο στόλος της απαρτίζεται από περισσότερα από 340 αεροσκάφη τα οποία εκτελούν πάνω από 1.000 δρομολόγια, συνδέοντας περισσότερα από 160 αεροδρόμια σε 35 χώρες.
Η ταυτότητα των ταξιδιωτών
Σε ό,τι αφορά το προφίλ των ξένων τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα με την easyJet, το 79% ταξιδεύει για διακοπές. Κατά κύριο λόγο, σε ένα ποσοστό 76%, προγραμματίζουν το ταξίδι τους μέσω της ιστοσελίδας της αεροπορικής και κλείνουν τα εισιτήριά τους 74 ημέρες πριν από την αναχώρηση της πτήσης. Η διάρκεια παραμονής τους στην Ελλάδα είναι γύρω στις 8 ημέρες, εκ των οποίων τις 3 τις αφιερώνουν στην Αθήνα.
Ως προς τους Έλληνες που ταξιδεύουν με την easyJet στους προορισμούς που εξυπηρετεί η χαμηλού κόστους αεροπορική εταιρεία, το 63% ταξιδεύει για διακοπές, το 21% για να επισκεφθεί φίλους και συγγενείς και το 15% για επαγγελματικούς λόγους. Το 77% πραγματοποιεί κράτηση μέσω της ιστοσελίδας της εταιρίας και κλείνει το εισιτήριό του 66 ημέρες πριν από την αναχώρηση της πτήσης.
Η μέση χρονική διάρκεια παραμονής τους στον προορισμό που επισκέπτονται οι Έλληνες είναι 5 ημέρες, ενώ συνήθως (39%) ταξιδεύουν με παρέα.