Για τους Κηφισιώτες, και όχι μόνο, ο Βάρσος αποτελεί σημείο αναφοράς. Κάτι που αποτυπώθηκε για μια ακόμη οικονομική χρήση. Αν και οι πωλήσεις και τα κέρδη του vintage ζαχαροπλαστείου δεν είναι εφάμιλλα μιας αντίστοιχης patisserie των Παρισίων, ωστόσο η ανάπτυξη είναι σημαντική.
Οι πωλήσεις στη χρήση που ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου του 2023 αυξήθηκαν 24,92% αγγίζοντας τα 2,89 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων ενισχύθηκαν κατά 86,56% στις 522.391 ευρώ και τα καθαρά κέρδη αυξήθηκαν 97,16% στα 394.761 ευρώ. Ετσι το περιθώριο μικτού αποτελέσματος ως ποσοστό επί του τζίρου ανήλθε στο 44,91% από 44,3% και το ποσοστό καθαρού κέρδους στο 13,66% από 8,65%.
Πέρυσι καταβλήθηκαν μερίσματα 189.619,20 ευρώ ενώ το προς διανομή μέρισμα για την εξεταζόμενη χρήση είναι 375.683 ευρώ.
Πάντως ο ορκωτός ελεγκτής στην έκθεσή του αναφέρει πως η εταιρεία δεν προέβη στη διενέργεια πρόβλεψης για αποζημίωση εξόδου του προσωπικού, ενώ σε άλλο σημείο αναφέρει πως από τον έλεγχό του προέκυψε ότι οι χρήσεις που αφορούν περιόδους που έληξαν 30.06.2018 έως και 30.06.2023 δεν έχουν εξετασθεί από τις φορολογικές αρχές, με συνέπεια να υπάρχει το ενδεχόμενο επιβολής πρόσθετων φόρων και προσαυξήσεων, κατά τον χρόνο που θα εξετασθούν και θα οριστικοποιηθούν.
Η εταιρεία ΒΑΡΣΟΣ ΚΗΦΙΣΙΑ ΑΕ, υπό τη σημερινή της νομική μορφή ιδρύθηκε το 1979 με κύρια δραστηριότητα την εκμετάλλευση ζαχαροπλαστείου - γαλακτοπωλείου και την παρασκευή και πώληση νωπών ειδών γαλακτοκομίας και ζαχαροπλαστικής.
Όμως η ιστορία του Βάρσου βαστά από το 1892. Εκείνη τη χρονιά ο 16χρονος τότε Βασίλειος Χ. Βάρσος από την Καστριώτισσα Φωκίδος, άνοιξε κατάστημα παραγωγής γάλακτος στη γωνία των οδών Πανεπιστημίου και Σανταρόζα στην Αθήνα.
Το 1910 απασχολούσε 24 άτομα προσωπικό και είχε ένα από τα μεγαλύτερα ψυγεία της εποχής, με 20 παγοκολόνες. Το κατάστημα μεταφέρθηκε στο κέντρο της Κηφισιάς το 1922, διότι οι κάτοικοι, όπως συμβαίνει και σήμερα, είχαν μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη. Μάλιστα το 1950, ο Κωνσταντίνος Βάρσος εισήγαγε αγελάδες από την Ολλανδία. Μια ολλανδική αγελάδα απέδιδε 35-40 κιλά γάλα, ενώ μια ελληνική 8-10 κιλά.
Σήμερα τα ηνία της εταιρείας κατέχει η τέταρτη γενιά της οικογένειας.