Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, η σημασία της βιώσιμης ανάπτυξης / αειφορίας έχει ενισχυθεί σημαντικά σε παγκόσμιο επίπεδο, όχι μόνον όσον αφορά στον τρόπο ζωής των ανθρώπων, αλλά και αναφορικά με τις πολιτικές που διαμορφώνουν οι κυβερνήσεις και τα μοντέλα που υιοθετούν οι επιχειρήσεις, καθώς και τα σχέδιά τους για το μέλλον.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η Κατερίνα Κατσούλη, Director ESG & Sustainability στην Grant Thornton Greece, μελετώντας τις διεθνείς τάσεις σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική, διαπιστώνουμε πως η βιώσιμη ανάπτυξη έχει πλέον καταστεί το στρατηγικό επίκεντρο για τις παγκοσμίου φήμης και επικερδείς επιχειρήσεις. Διεθνείς όμιλοι όπως Shell, Unilever, Microsoft, Apple, Mercedes-Benz κ.α. έχουν ήδη ανακοινώσει τη στρατηγική τους για το μηδενισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μέσα στις επόμενες δεκαετίες, σύμφωνα με τους Στόχους για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ (United Nations Sustainable Development Goals) και της Συμφωνίας των Παρισίων.
Πέραν όμως των υποχρεώσεων που απορρέουν από τους πρόσφατους νόμους για τον περιορισμό των εκπομπών σε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο επίπεδο, επισημαίνει η κ. Κατσούλη, ένας από τους βασικούς παράγοντες που ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις να καταστήσουν τη βιώσιμη ανάπτυξη ως κατευθυντήρια στρατηγική αρχή είναι οι ευκαιρίες ανάπτυξης που μπορεί να δημιουργήσει αυτή η προσέγγιση.
Εισηγμένες εταιρeίες, βιώσιμη ανάπτυξη και επενδύσεις
Μια από τις ισχυρότερες ευκαιρίες για τις εισηγμένες εταιρίες σε χρηματιστήρια, αποτελεί η προσέλκυση επενδύσεων, καθώς κάθε χρόνο κατανέμονται παγκοσμίως περισσότερα κεφάλαια σύμφωνα με κριτήρια βιώσιμης ανάπτυξης και υπεύθυνης δραστηριοποίησης. Επιπλέον, πολλοί επενδυτές και τράπεζες χρησιμοποιούν τα κριτήρια της βιώσιμης ανάπτυξη ως σημαντικό εργαλείο για την αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων, αναφέρει στο ΑΠΕ/ΜΠΕ η κ. Κατσούλη, που είναι η μοναδική εκπρόσωπος από την χώρα μας, του EFRAG Sustainability Reporting TEG στις Βρυξέλες που εργάζεται για την δημιουργία νέου Ευρωπαϊκού προτύπου.
Σημείο διαφοροποίησης του brand τους
Η κ.Κατσούλη, μέλος του ΔΣ του CSR HELLAS και του UN Global Compact Network Hellas, αναφέρεται και στην σημασία της ενσωμάτωσης των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης στην επιχειρηματική στρατηγική, επισημαίνοντας ότι οδηγεί μεσοπρόθεσμα στην καινοτομία και στη συνεχή ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με διεθνείς έρευνες, οι βιώσιμες και κοινωνικά υπεύθυνες εταιρείες μπορούν να καθιερώσουν ένα σαφές σημείο διαφοροποίησης του brand τους, γεγονός που θα τις βοηθήσει να προστατευτούν από ανταγωνιστές χαμηλότερου κόστους. Αυτές οι επιχειρήσεις κερδίζουν μεγάλη αξία όσον αφορά τη φήμη τους. Μπορούν να οικοδομήσουν καλύτερα σχέσεις εμπιστοσύνης με τα ενδιαφερόμενα μέρη, να αποκτήσουν συστάσεις από τους πελάτες και να προστατευτούν από τυχόν αρνητικά δημοσιεύματα, κανονιστικές προκλήσεις και άλλα ζητήματα που μπορεί να επηρεάσουν τη φήμη τους, προσθέτει
Έρευνα της Grant Thornton για τη σημασία της βιώσιμης ανάπτυξης
Σχετική έρευνα της Grant Thornton, η International Business Report (IBR) καταδεικνύει ένα σημαντικό ποσοστό των επιχειρήσεων να αντιλαμβάνεται την αυξανόμενη σημασία της βιώσιμης ανάπτυξης: το 48% των στελεχών που συμμετείχαν στην έρευνα, πιστεύει ότι η βιώσιμη ανάπτυξη θα έχει καθαρό θετικό οικονομικό αντίκτυπο στην επιχείρησή τους, ενώ ένα παρόμοιο ποσοστό (47%) αναμένει ότι η ενσωμάτωση της αειφορίας στις δραστηριότητές τους θα οδηγήσει σε βελτιωμένη λειτουργική απόδοση και χαμηλότερο κόστος.
Παράλληλα, το 43% δηλώνει ότι η οικονομική επιτυχία και η βιώσιμη ανάπτυξη είναι εξίσου σημαντικές. Παρά το γεγονός ότι η αγορά αναγνωρίζει τη σημασία της υπεύθυνης επιχειρηματικότητας, το 48% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι οι περισσότερες εταιρείες δε γνωρίζουν από πού πρέπει να ξεκινήσουν όσον αφορά τα ζητήματα μέτρησης και παρακολούθησης της βιώσιμης ανάπτυξης.
Η κ. Κατσούλη επισημαίνει ότι η ενημέρωση από οργανισμούς και επιχειρήσεις που εξειδικεύονται στα θέματα Βιώσιμης Ανάπτυξης και Εταιρικής Υπευθυνότητας αποτελεί το πρώτο βήμα σε αυτό το νέο ταξίδι. Οι συνθήκες διαφοροποιούνται και πλέον οι επιχειρήσεις αξιολογούνται με πολλά και διαφορετικά κριτήρια που δεν σχετίζονται μόνο με τις χρηματοοικονομικές αποδόσεις τους.
Σε αυτό το περιβάλλον, οφείλει και η ελληνική επιχειρηματικότητα να προετοιμαστεί ενόψει των νέων συνθηκών που θα επικρατήσουν στην αγορά και να μπορέσει να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που θα παρουσιαστούν.