Δίνουμε πολλά για επιδόματα γέννας, όμως στη συνέχεια, οι δαπάνες για την φροντίδα των παιδιών, είναι πολύ χαμηλές.
Ούτε λίγο, ούτε πολύ, ο ΟΟΣΑ, έβγαλε «κίτρινη κάρτα» στη χώρα μας για την επιδοματική - προνοιακή πολιτική, στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, εκτιμώντας ότι κεντρικές πολιτικές επιλογές, όπως τα αυξημένα επιδόματα γέννας, τα επιδοτούμενα προγράμματα πρόσληψης ανέργων αλλά και το επίδομα ανεργίας είναι αναποτελεσματικά.
Ο Οργανισμός παράλληλα, διαπιστώνει ότι το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα παραμένει χαμηλό και επισημαίνει ότι το σύστημα προνοιακής πολιτικής είναι κατακερματισμένο, δεν έχει ενιαία δομή και δεν συνδυάζεται με διαρθρωτικά μέτρα πραγματικής στήριξης των δικαιούχων ώστε να ενταχθούν στην αγορά εργασίας.
Βέβαια, τα περισσότερα από τα μέτρα που προτείνει, όπως αλλαγές στο επίδομα ανεργίας με αύξηση της διάρκειάς του και σύνδεση του ύψους του με τα έτη ασφάλισης και τις τελευταίες αποδοχές, ή η δημιουργία ενιαίων κριτηρίων σε εισόδημα, περιουσία και οικογενειακή κατάσταση για την καταβολή των προνοιακών επιδομάτων, βρίσκονται ήδη, στα συρτάρια των αρμόδιων υπουργείων Εργασίας και Κοινωνικής Συνοχής και αναμένεται να θεσμοθετηθούν το επόμενο διάστημα.
Ισχυρή κριτική ασκεί για παράδειγμα, ο Οργανισμός στο επίδομα γέννας, το οποίο ανέρχεται από 2.400 έως 3.500 ευρώ ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών, εκφράζοντας επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητά του στην αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας και του δημογραφικού.
«Οι χαμηλές δαπάνες για τη φροντίδα των παιδιών έρχονται σε αντίθεση με τα υψηλά επιδόματα τοκετού. Απαιτείται βελτίωση της πρόσβασης στη φροντίδα των παιδιών με τη μετατόπιση των δημόσιων δαπανών από τα επιδόματα τοκετού σε εγκαταστάσεις παιδικής μέριμνας», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αναγνωρίζει βέβαια ότι έχει γίνει κάποια πρόοδος τα τελευταία χρόνια, εκτιμώντας όμως ότι οι δυσκολίες πρόσβασης σε υπηρεσίες παιδικής μέριμνας εξακολουθούν να αποτελούν το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας, και μάλιστα σε μια περίοδο όπου είναι έντονη η ανάγκη για κάλυψη των κενών θέσεων απασχόλησης.
Μάλιστα, ο ΟΟΣΑ, προτείνει την ενίσχυση των υποδομών παιδικής φροντίδας, αντί για υψηλές χρηματικές παροχές, υποστηρίζοντας ότι αυτό θα επιτρέψει στις γυναίκες να επιστρέψουν στην εργασία. «Οι χαμηλές δαπάνες για τη φροντίδα των παιδιών αντιβαίνουν στα υψηλά επιδόματα τοκετού», αναφέρει.
Στο πεδίο του επιδόματος ανεργίας, ο ΟΟΣΑ επικεντρώνεται στην περιορισμένη κάλυψη των ανέργων, επισημαίνοντας παράλληλα, ότι τόσο η διάρκειά του, όσο και το ύψος του, δεν επαρκούν για να προστατεύσουν τους δικαιούχους από τη φτώχεια.
Εισηγείται δε, την αύξηση της διάρκειάς του και την σύνδεσή με τις τελευταίες αποδοχές του ανέργου, αλλά και ευρύτερα, με τα έτη ασφάλισης και κατά συνέπεια με το ύψος των εισφορών που έχει καταβάλλει.
Να σημειωθεί βέβαια, ότι το αμέσως επόμενο διάστημα, το υπουργείο Εργασίας και η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (ΔΥΠΑ) θα θέσουν σε εφαρμογή το πρώτο πιλοτικό πρόγραμμα για 15.000 άνεργους, οι οποίοι μετά από τυχαία επιλογή, θα επιδοτηθούν με το νέο επίδομα ανεργίας, που θα στηρίζεται ακριβώς στις προτάσεις του ΟΟΣΑ.
Κριτική ασκεί ο Οργανισμός και στα προγράμματα επιδοτούμενης απασχόλησης, προτείνοντας τη μείωση της άμεσης επιδότησης θέσεων εργασίας και τη στροφή σε δράσεις κατάρτισης και παροχής συμβουλών στους ανέργους.
Θέτει βέβαια και θέμα ποιότητας της κατάρτισης, ζητώντας την βελτίωση της αξιολόγησης των παρόχων εκπαίδευσης και την ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αλλά και την αύξηση της ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης.
Όσον αφορά τέλος, την προνοιακή - επιδοματική πολιτική, την οποία εν πολλοίς χαρακτηρίζει αναποτελεσματική, ζητεί την ενοποίηση των προνοιακών παροχών στήριξης για τα χαμηλά εισοδήματα, την απλούστευση των κριτηρίων επιλεξιμότητας και την αύξηση των παροχών του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος.