Επείγουσα συνάντηση με τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ. Κώστα Τσιάρα (φωτ.), ζητούν με υπόμνημα τους οι κεντρικοί φορείς του ελαιοκομικού τομέα, ΕΔΟΕ και ΣΕΒΙΤΕΛ δια των Προέδρων τους Μανώλη Γιαννούλη και Κώστα Κουτσιούμπη αντίστοιχα, τονίζοντας την ανάγκη για την λήψη μέτρων για τα προβλήματα που επηρεάζουν την συνολική παραγωγή, εμπορία και εξαγωγή του εθνικού μας προϊόντος.
Τα βασικά ζητήματα, που αντιμετωπίζει την τρέχουσα περίοδο ο τομέας του ελαιόλαδου είναι τα νέα όρια για αρωματικούς υδρογονάνθρακες παραφινελαίων (ΜΟΑΗ) τα οποίο πρόκειται να ισχύσουν (και ήδη εφαρμόζονται σε μεγάλες εισαγωγικές χώρες), ύψους 2 ppm (10 ppm για το πυρηνέλαιο) και τα οποία κινδυνεύουν να αποκλείσουν πολλά από τα ελληνικά ελαιόλαδα (εξαιρετικά παρθένα, παρθένα και μειονεκτικά καθώς και τα πυρηνέλαια) από την αγορά των καταναλωτών, εντός και εκτός της χώρας μας. Το θέμα αυτό απαιτεί άμεσα την ενημέρωση των ελαιοπαραγωγών για την τήρηση των ορθών πρακτικών κατά την συγκομιδή του ελαιοκάρπου, με την μη χρήση ακατάλληλων λιπαντικών στα μηχανήματα ελαιοσυλλογής και γιούτινων σακιών συλλογής του καρπού και με πιθανή καθιέρωση ηλεκτρικών ελαιοραβδιστικών.
Για το εν λόγω θέμα οι φορείς θεωρούν ως επιβεβλημένη την ανάγκη άμεσης συνεργασίας του ΥπΑΑΤ με τον ΕΦΕΤ και το ΓΧΚ, για την ενιαία παρακολούθηση του θέματος, παράλληλα με την εκπροσώπηση μέσω της ΜΕΑ Βρυξελλών και την δημιουργία κοινού μετώπου με τις λοιπές ελαιοπαραγωγικές χώρες για την ανάγκη επιπλέον μελετών και την ορθολογικοποίηση των προς θέσπιση ορίων.
Εξίσου αναγκαία είναι η άμεση ενημέρωση των ελαιοπαραγωγών για την τήρηση των ορθών καλλιεργητικών πρακτικών (ιδίως κατά την συλλογή του ελαιόκαρπου με βενζινοκίνητα ελαιοραβδιστικά και το κλάδεμα των ελαιόδεντρων με λιπαινόμενα αλυσοπρίονα), των ελαιουργών για την υπεύθυνη και συνεπή διαδικασία ελαιοποίησης και τέλος την αυξημένη προσοχή όλων των ενδιάμεσων κλάδων σε θέματα ποιότητας, γνησιότητας και ασφάλειας.
Για μια ακόμα φορά παραμένει ως πάγιο αίτημα η ανάγκη προστασίας του επώνυμου-τυποποιημένου ελαιολάδου, με την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για τη διακίνησή του. Τα άρθρα 4,5,6,9 του Καν. ΕΕ 2022/2014 είναι ξεκάθαρα αλλά δεν εφαρμόζονται ενώ θα έπρεπε να εφαρμοστεί απαγόρευση πώλησης χύμα και ανεξέλεγκτου προϊόντος (αφορά περίπου το 34-37% ή 34.000-39.000 τόνους της εσωτερικής κατανάλωσης ελαιόλαδου), απαγόρευση πώλησης κενών προτυπωμμένων μεταλλικών δοχείων ελαιολάδου στην ελεύθερη αγορά και αντικατάστασής αυτών με ατύπωτα δοχεία που θα φέρουν ειδική σήμανση με στόχο την προστασία της υγείας των καταναλωτών και την αποφυγή εξαπάτησής του.
Άμεσο αποτέλεσμα μπορεί να προκύψει με την εφαρμογή του προταθέντος από την ΕΔΟΕ, ηλεκτρονικού Μητρώου καταγραφής (ιχνηλασιμότητα) της παραγωγής και διακίνησης ελαιολάδων σε όλα τα στάδια, από τα ελαιουργεία μέχρι και τα σημεία κατανάλωσης. Σχετική πλατφόρμα έχει ήδη αναπτυχθεί από την ΕΔΟΕ, παρέχεται δωρεάν και έχει παρουσιαστεί στην ΑΑΔΕ, η οποία έχει σαφώς τοποθετηθεί υπέρ της, ωστόσο για άγνωστους σε εμάς λόγους, η υιοθέτηση και εφαρμογή της, έχει παγώσει.
Οι αυστηροί έλεγχοι για την κυκλοφορία παράνομων φυτοπροστατευτικών ουσιών είναι το επόμενο θέμα που θίγεται στο υπόμνημα της ΕΔΟΕ και του ΣΕΒΙΤΕΛ. Τελευταία έχουν αυξηθεί οι περιπτώσεις παρουσίας μη εγκεκριμένων ουσιών σε ελαιόλαδα, γεγονός το οποίο απειλεί την εικόνα του εθνικού μας προϊόντος σε διεθνές επίπεδο. Παράλληλα με τις περιπτώσεις της απαγορευμένης ουσίας phosmet, αλλά και της δραστικής chlorpyrifos, έχουν εμφανισθεί και άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις ουσιών όπως το etofenprox κλπ. Οι επιχειρήσεις τυποποίησης οι οποίες και ως τελικός αποδέκτης πρώτης ύλης, είναι απολύτως απαραίτητο να γνωρίζουν τα ανώτατα όρια (MRLs) ανίχνευσης υπολειμμάτων για όλες τις φυτοδραστικές ουσίες στο ελαιόλαδο και μέσω της ΕΔΟΕ & του ΣΕΒΙΤΕΛ να συμβάλουν στην προσπάθεια να βρεθεί η καλύτερη δυνατή λύση εξάλειψης αυτών των φαινομένων.
Τέλος τονίζεται η ανάγκη διαμόρφωσης εθνικής στρατηγικής για τον τομέα, αίτημα δεκαετιών καθώς και η εκ νέου αναγνώριση και στήριξη της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ), για τον κάθετο συντονισμό των δράσεων όλου του τομέα.