Την Τετάρτη 17 Απριλίου αναμένεται να ενεργοποιηθεί η πλατφόρμα για την καταβολή του επιδόματος μητρότητας. Βάσει των εκτιμήσεων, αφορά άμεσα τουλάχιστον 5.000 μη μισθωτές ασφαλισμένες του ΕΦΚΑ, ήτοι ελεύθερες επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενες και αγρότισσες που θα λάβουν το επίδομα μητρότητας, κατ’ αντιστοιχίαν του επιδόματος που εισπράττουν οι μισθωτές.
Αναλυτικά, οι νέες μητέρες θα λαμβάνουν για 9 μήνες ποσό ίσο με το νέο κατώτατο μισθό (706 ευρώ καθαρά), δηλαδή συνολικά 6.254 ευρώ, κατόπιν ελέγχου της ασφαλιστικής τους ενημερότητας.
Προσοχή όμως. Οι μητέρες θα πρέπει να καταβάλλουν τις τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές τους, χωρίς βέβαια -τουλάχιστον κατά το πρώτο διάστημα- να διατηρούν ενεργή την επαγγελματική τους δραστηριότητα.
Βάσει του νόμου, το επίδομα θα λάβουν αναδρομικά και όσες μητέρες απέκτησαν παιδί από τις 24 Σεπτεμβρίου 2023 και μετά. Για την πληρωμή του επιδόματος η διαδικασία είναι ηλεκτρονική και με την υποβολή των δικαιολογητικών το σύστημα θα ενημερώνει τον δικαιούχο.
Ειδικά για την περίπτωση της υιοθεσίας, η καταβολή της ειδικής παροχής προστασίας της μητρότητας εκκινεί από την επομένη της τελεσιδικίας της δικαστικής απόφασης της υιοθεσίας, ανεξάρτητα από το εάν η δικαιούχος έλαβε επίδομα λοχείας από τον e-ΕΦΚΑ.
Την ειδική παροχή προστασίας της μητρότητας μη μισθωτών δικαιούνται και η τεκμαιρόμενη μητέρα του άρθρου 1464 του αστικού κώδικα, που αποκτά τέκνο με τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας και η μη μισθωτή που υιοθετεί τέκνο από την ένταξη του παιδιού στην οικογένεια έως και την ηλικία των οκτώ ετών.
Η μητέρα δικαιούται να μεταβιβάσει έως επτά μήνες από την ειδική παροχή προστασίας της μητρότητας στον πατέρα, ανεξαρτήτως αν αυτός εργάζεται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ή είναι ελεύθερος επαγγελματίας ή αυτοαπασχολούμενος ή αγρότης. Για όσο χρόνο ο πατέρας λαμβάνει την άδεια που του έχει μεταβιβάσει η μητέρα, δικαιούται τις παροχές που προβλέπονται, εφόσον είναι ασφαλιστικά ενήμερος.
Η παροχή είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη, στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και τα νομικά πρόσωπά τους, τα ασφαλιστικά Ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα, δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα και δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε τέλος, εισφορά ή άλλη κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή του e-ΕΦΚΑ.
Υπομονή για τους μη μισθωτούς με χρέη
Στον αντίποδα, υπομονή, τουλάχιστον έως τα μέσα Μαΐου, θα πρέπει να κάνουν χιλιάδες εν δυνάμει συνταξιούχοι με οφειλές προς τον ΕΦΚΑ και το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) άνω των 20.000 και έως 30.000 ευρώ, καθώς ακόμη δεν έχει εκδοθεί η απαιτούμενη υπουργική απόφαση, ενώ και οι Τράπεζες δεν έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία, προκειμένου να ελέγχονται οι καταθέσεις των οφειλετών.
Η απαιτούμενη υπουργική απόφαση για το πώς θα λειτουργήσει το σύστημα και τον τρόπο που θα υποβάλλονται ηλεκτρονικά οι σχετικές αιτήσεις ένταξης στη ρύθμιση είναι έτοιμη από το υπουργείο Εργασίας και εκτός απροόπτου θα υπογραφεί την ερχόμενη βδομάδα. Έτοιμο είναι και το απαιτούμενο λογισμικό στον ΕΦΚΑ.
Απομένει, όμως, η ολοκλήρωση μιας δύσκολης διαδικασίας, διασύνδεσης των Τραπεζών με τον ΕΦΚΑ, προκειμένου, μετά την αίτηση του ενδιαφερόμενου, να αίρεται (με συναίνεσή του) το τραπεζικό του απόρρητο και να διαπιστώνεται ότι πληροί την προϋπόθεση: οι καταθέσεις του σε περίπτωση ελεύθερου επαγγελματία - αυτοαπασχολούμενου δεν υπερβαίνουν τις 12.000 ευρώ και τις 6.000 ευρώ σε περίπτωση που είναι αγρότης.
Προσοχή όμως. Υπάρχει και ηλικιακό όριο, το οποίο βέβαια ελέγχεται από τον ΕΦΚΑ, το 62ο έτος. Έτσι, ενώ υπολογίζεται ότι στο ΚΕΑΟ έχουν ενταχθεί περίπου 110.000 φυσικά και νομικά πρόσωπα με οφειλές από 20.000 έως 30.000 ευρώ (συνολικά 2,6 δισ. ευρώ) καθώς και 27.000 οι αγρότες με αντίστοιχο χρέος από 6.000 έως 10.000 ευρώ (συνολικά 175 εκατ. ευρώ), εκτιμάται ότι μόνο το 10%-15%, ήτοι 20.000 άτομα, πληρούν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.