Το 2020, την πρώτη χρονιά της πανδημίας, ένα λίτρο ελαιολάδου κόστιζε 4,12 ευρώ, ένα κιλό ζάχαρη 0,73 ευρώ, ένα λίτρο σπορέλαιο 1,67 ευρώ, το βρεφικό γάλα 17,2 ευρώ και το ψωμί του τοστ 2,47 ευρώ.
Τέσσερα χρόνια μετά, οι τιμές έχουν πετάξει. Το επώνυμο ελαιόλαδο πωλείται 64,07% ακριβότερα απ’ ό,τι το 2020 (το αντίστοιχο προϊόν ιδιωτικής ετικέτας έχει ανατιμηθεί κατά 100,82%), η τιμή στα σπορέλαια έχει αυξηθεί 47,9% (τα αντίστοιχα PL κατά 52,59%), η ζάχαρη κατά 169,98% (τα pl ανατιμήθηκαν 195,17%), το βρεφικό γάλα κατά 20,9% και το ψωμί του τοστ πωλείται 12,95% ακριβότερα (η ανατίμηση στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας ήταν 17,2%).
Το ενδιαφέρον με τα στοιχεία της Circana (πρώην IRI) για την πορεία των τιμών από το 2020 έως και τον Νοέμβριο του 2023 -σ.σ. στα στοιχεία περιλαμβάνονται και αυτά της Lidl, ενώ στις τελικές τιμές έχουν συμπεριληφθεί και οι προωθητικές ενέργειες, εκπτώσεις και προσφορές- είναι ότι οι ανατιμήσεις δεν πέρασαν στα ράφια των σούπερ μάρκετ ξαφνικά μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι ανατιμήσεις φαίνεται να κλιμακώνονται σταθερά από το 2020 και μετά, επηρεαζόμενες από τη διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας, τον πόλεμο στην Ουκρανία και την κλιματική κρίση που έχει «κάψει» την παραγωγή βασικών καταναλωτικών αγαθών, όπως είναι το ελαιόλαδο.
Το δυστύχημα είναι ότι δεν έχουμε τελειώσει από αυτές τις παγκόσμιες κρίσεις. Αντιθέτως, στην αυγή της φετινής χρονιάς και ενώ οικονομολόγοι, στελέχη επιχειρήσεων και αναλυτές, «στοιχημάτιζαν» ότι το 2024 θα ήταν η χρονιά εκτόνωσης του πληθωρισμού, η πρόσφατη κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα έρχεται να πυροδοτήσει την εύθραυστη παγκόσμια οικονομία και κατ’ επέκταση την Ελλάδα.
Οι ναύλοι των εμπορευμάτων από την Ασία προς την Ευρώπη έχουν υπερδιπλασιαστεί. Ο Παγκόσμιος Δείκτης Εμπορευματοκιβωτίων Drewry που παρακολουθεί τα παγκόσμια ναύλα εκτινάχθηκε κατά 61% την πρώτη εβδομάδα του 2024, με τη συμβουλευτική εταιρεία για τα ναυτιλιακά να αποδίδει την άνοδο στο χάος στην Ερυθρά Θάλασσα.
Οι αναλυτές ανησυχούν ότι η κρίση στην Ερυθρά Θάλασσα θα μπορούσε να προκαλέσει νέα έξαρση του πληθωρισμού και προεξοφλούν νέο κύμα ανατιμήσεων σε σειρά προϊόντων, μετά την απόφαση πολλών ναυτιλιακών να κάνουν τον γύρο της Αφρικής αντί να χρησιμοποιούν τη Διώρυγα του Σουέζ. Αυτή η παράκαμψη σημαίνει ότι προστίθενται πάνω από 10 ημέρες στη διάρκεια του ταξιδιού, που μπορεί να διαρκέσει έως και δύο εβδομάδες.
Το δυστύχημα για τους Έλληνες καταναλωτές είναι ότι η οποιαδήποτε κρίση εξαργυρώνεται στο έπακρο στο ταμείο. Ο πληθωρισμός τον Δεκέμβριο σημείωσε ετήσια αύξηση 3,5% και άνοδο 3,7% σε επίπεδο εναρμονισμένου πληθωρισμού (σ.σ. παρέχει στοιχεία ευθέως συγκρίσιμα με αυτά των άλλων ευρωπαϊκών κρατών). Με τον πληθωρισμό στα τρόφιμα να αντιστέκεται σθεναρά, καταγράφοντας νέα αύξηση 8,9%.
Άνοδο 58,5% κατέγραψε η τιμή του ελαιόλαδου, 15% των φρούτων και 14% των λαχανικών. Σε μεταλλικό νερό και αναψυκτικά οι τιμές ανέβηκαν 12,6%, κατά 11,8% αυξήθηκαν οι τιμές στα φάρμακα και 10% στα αεροπορικά εισιτήρια. Για την Τράπεζα της Ελλάδος, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός των διατροφικών αγαθών, μετά την κορύφωσή του τον Δεκέμβριο του 2022 (12,9%), ακολουθεί καθοδική πορεία, η κατάσταση παραμένει εύθραυστη λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία και της νέας κρίσης στη Μέση Ανατολή.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Circanaμ στο οποίο δεν περιλαμβάνονται οι τελευταίες γεωπολιτικές αναταραχές, εφέτος αναμένονται ανατιμήσεις 4,5% στο σύνολο των FMCGs (πρόκειται για ταχυκίνητους κωδικούς) από 7,3% το 2023. Στα τρόφιμα εκτιμάται ότι οι ανατιμήσεις θα κινηθούν στο +4,6%, όταν πέρυσι ήταν στο +7,2%, στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας στο +4% από 7,2% και στα προϊόντα για το σπίτι στο +5,7% έναντι ανατιμήσεων 9,2% που κατεγράφησαν την περασμένη χρονιά.
Υπό αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε στα μέσα της περασμένης εβδομάδας νέο πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, με τον αρμόδιο υπουργό Κώστα Σκρέκα να προαναγγέλλει, μέσω του ΑΠΕ- ΜΠΕ, την υιοθέτηση και άλλων μέτρων εάν χρειαστεί. Κατά τον υπουργό, οι πρωτοβουλίες των «καλαθιών» και οι μόνιμες μειώσεις τιμών έχουν αρχίσει να έχουν αποτέλεσμα και εκτιμάται ότι με τα νέα μέτρα, αναμένονται μειώσεις τιμών μέχρι και 20%, ενώ, επί της ουσίας, αποτρέπονται και οι αδικαιολόγητες ανατιμήσεις, υποστήριξε ο ίδιος.