Σε αναπόσπαστο συστατικό της τουριστικής βιομηχανίας της Ελλάδας αναδεικνύεται η αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων, οι οποίες πλέον αντιπροσωπεύουν πάνω από το 20% των συνολικών διανυκτερεύσεων που καταγράφονται ετησίως, καλύπτοντας τις ανάγκες ενός μεγάλου αριθμού Ελλήνων και ξένων ταξιδιωτών.
Ενδεικτικό της δυναμικής της συγκεκριμένης αγοράς, η οποία ενισχύεται σημαντικά σε ετήσια βάση, είναι το γεγονός ότι το 2022, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις κατέγραψαν κύκλο εργασιών στα 3,76 δισ. ευρώ, με τον κύκλο εργασιών των καταλυμάτων να εκτιμάται σε 1,38 δισ. ευρώ (οι λοιπές δαπάνες υπολογίζονται σε 2,38 δισ. ευρώ), με αύξηση 10% σε σχέση με το 2019, και τις λοιπές δαπάνες να διαμορφώνονται σε 2,38 δισ. ευρώ. Μάλιστα, εκτιμάται ότι το 2022 υπήρχαν διαθέσιμες περισσότερες από 200.000 καταχωρήσεις.
Οπως αναφέρεται στην έρευνα «Η συνεισφορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην ελληνική οικονομία» που παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του 24ου συνεδρίου Prodexpo, οι φόροι που προήλθαν από τον κλάδο πέρυσι ανήλθαν σε περίπου 700 εκατ. ευρώ, με περίπου 54.000 θέσεις εργασίας να υποστηρίζονται άμεσα ή έμμεσα από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.
Συνοπτικά, η συνολική σωρευτική επίδραση των βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων μέσω συνεργατικών ηλεκτρονικών πλατφορμών στην ελληνική οικονομία κυμαίνεται από 7,58 έως 8,12 δισ., αποτελώντας το 3,64% έως 3,90% του ΑΕΠ της χώρας.
Με βάση τα στοιχεία, τα νησιά του Αιγαίου και η Κρήτη, οι δύο κορυφαίοι τουριστικοί προορισμοί της χώρας, συγκεντρώνουν τον μεγαλύτερο αριθμό διανυκτερεύσεων που πραγματοποιούνται με όρους βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Πιο αναλυτικά, τα νησιά του Αιγαίου το 2022 είχαν μερίδιο αγοράς 23,6%, διατηρώντας από το 2018 δυναμική πάνω από το 20%, με την Κρήτη να έπεται στο 17,2%. Με μικρή διαφορά ακολουθεί η Αττική, η οποία βρίσκεται στο 17,1%, χάνοντας μέρος της δυναμικής της σε σχέση με τη διετία 2019-2020, όταν και το μερίδιό της ήταν πάνω από 20%.
Στο 16,3% διαμορφώνεται το μερίδιο των νησιών του Ιονίου, ενισχύοντας τη θέση τους σε ετήσια βάση, με τη Βόρεια Ελλάδα, στο 16%, να έχει αποδυναμωθεί λίγο σε σχέση με τη διετία 2018-2019, όταν και το μερίδιό της διαμορφωνόταν σε ποσοστό υψηλότερο από το 17%. Ωστόσο, η συγκεκριμένη περιοχή έχει ενισχυθεί κατά τι συγκριτικά με τη διετία 2020-2021, όταν το αντίστοιχο ποσοστό είχε κινηθεί μεταξύ 14,5% και 15,7%. Ουραγός το 2022 ήταν η Κεντρική και Νότια Ελλάδα με μονοψήφιο μερίδιο στο 9,6% και επιστροφή στα νούμερα του 2018, μετά από μια ισχυρή τριετία 2019-2021 με διψήφιο ποσοστό, που έφτασε το 12,5%.
Σύμφωνα με τη σχετική έρευνα, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις στην Ελλάδα καλύπτουν αποτελεσματικά τις ανάγκες του εισερχόμενου τουρισμού, καθώς περιφέρειες όπως η Αττική, τα νησιά και η Μακεδονία διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην υποδοχή ενός σημαντικά μεγαλύτερου ποσοστού ξένων τουριστών. Παράλληλα όλο και περισσότεροι Ελληνες επιλέγουν πλέον καταλύματα βραχυχρόνιων μισθώσεων κατά τη διάρκεια των διακοπών τους. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο το 10% των Ελλήνων επέλεξε φέτος διαμονή σε ξενοδοχείο για τις διακοπές του.
Μάλιστα, η συγκεκριμένη αγορά συμβάλλει στη γεφύρωση του κενού μεταξύ της τουριστικής ζήτησης και των διαθέσιμων καταλυμάτων, δεδομένου ότι την περίοδο 2013-2022, οι αφίξεις τουριστών στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 58% φτάνοντας τις 31,4 εκατ. αφίξεις, ενώ οι διαθέσιμες θέσεις κλινών ξενοδοχειακών μονάδων την ίδια περίοδο αυξήθηκαν μόνο κατά 6% φτάνοντας το 1,3 εκατ. το 2022.
Την ίδια στιγμή, όπως αναφέρεται, με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις γίνεται χρήση των κενών ακινήτων (το 2011 ο αριθμός τους αντιστοιχούσε στο 35,3% του συνόλου) και υποστηρίζονται οικονομικά αρκετά ελληνικά νοικοκυριά.
Χαρακτηριστικά, για ένα σημαντικό μέρος των οικοδεσποτών, 1 στους 6, η συγκεκριμένη αγορά αποτελεί την κύρια πηγή εισοδήματός τους. Επίσης, το 80% το θεωρεί ως συμπληρωματικό εισόδημα, υπογραμμίζοντας τον ρόλο του στην ενίσχυση των οικονομικών των νοικοκυριών.
Πιο αναλυτικά, ως προς το προφίλ των οικοδεσποτών, για το 41% το εισόδημα από βραχυχρόνιες μισθώσεις κρίνεται απαραίτητο, αποτελώντας σημαντικό μέρος της προσωπικής οικονομικής του ευημερίας. Το 37% το θεωρεί σημαντικό συμπλήρωμα στον οικογενειακό του προϋπολογισμό, υπογραμμίζοντας τη σημασία του στη διατήρηση της οικονομικής σταθερότητας του νοικοκυριού και για το 17%, τα έσοδα από βραχυχρόνιες μισθώσεις θεωρούνται χρήσιμη προσθήκη στον προϋπολογισμό τους.
Αντίθετα, μόλις 8% πιστεύει ότι το εισόδημα από τα βραχυπρόθεσμα ενοίκια έχει ελάχιστη επίδραση στην οικονομική ευημερία της οικογένειάς του. Η πλειονότητα των ερωτηθέντων, το 68%, ανέφερε ότι έχει πρόσθετες πηγές εισοδήματος πέρα από τις βραχυπρόθεσμες ενοικιάσεις, είτε από την εργασία είτε από άλλα μέλη της οικογένειας, ενώ μόλις το 15% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι οι βραχυχρόνιες ενοικιάσεις είναι η αποκλειστική πηγή του εισοδήματός τους.
Μάλιστα, τα δεδομένα από την εσωτερική έρευνα της Airbnb αποκαλύπτουν ότι οι βραχυπρόθεσμες ενοικιάσεις είναι πολύ πιο ελκυστικές από τις μακροχρόνιες ενοικιάσεις για τους οικοδεσπότες, λόγω της ευελιξίας τους και της ασφάλειας που παρέχουν. Η πλειονότητα των οικοδεσποτών, το 51%, επιλέγει αυτή τη λύση προκειμένου να έχει την ευελιξία να χρησιμοποιεί την ιδιοκτησία του σε ορισμένες περιόδους και το 28% χρησιμοποιεί βραχυπρόθεσμες ενοικιάσεις όταν απουσιάζει, για να συμπληρώσει το οικογενειακό του εισόδημα.