Πάνω από μισό εκατομμύριο άνεργοι αδυνατούν να… συναντηθούν με τις ελληνικές επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα το ποσοστό ανεργίας, παρότι μειώνεται, να παραμένει σε σημαντικά υψηλά επίπεδα και παράλληλα σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις να δηλώνουν πως αναζητούν -μάταια- εργαζόμενους.
Μάλιστα, οι επιχειρήσεις -κατά δήλωσή τους- αναζητούν όχι μόνο άκρως εξειδικευμένα και καταρτισμένα στελέχη αλλά ακόμη και ανειδίκευτους εργάτες.
Η ρηχή ελληνική οικονομία, το ιδιαίτερα υψηλό κόστος ζωής, πολύ υψηλότερο από αυτό των χαμηλών μισθών, η έλλειψη «ταλέντων», η αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας λόγω της αδυναμίας του εκπαιδευτικού συστήματος, οι πολλές κενές θέσεις εργασίας παράλληλα με την υψηλή ανεργία αλλά και οι ιδιαίτερα χαμηλοί μισθοί και οι όχι και πάντα νόμιμες εργασιακές συνθήκες, αποτελούν πολλές μορφές του ίδιου εξαιρετικά σύνθετου προβλήματος, που παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο εδώ και τουλάχιστον μια 10ετία και εσχάτως (τα τελευταία δύο χρόνια) έκανε την εμφάνισή του πολύ έντονα και στη χώρα μας. Πρόκειται για το αποτέλεσμα πολλών τάσεων και στρεβλώσεων στις αγορές εργασίας, στους διαφορετικούς δηλαδή κλάδους και επαγγέλματα, στην οικονομία, στο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και στην κοινωνία.
Το Euro2day.gr επιδιώκει σήμερα να εξετάσει το θέμα της σημαντικής μεταβολής της στάσης των ανέργων στον τρόπο που αντιμετωπίζουν την εργασία και τις νέες προτεραιότητες που θέτουν, κυρίως οι νεότερες γενιές αλλά και οι ίδιοι οι γονείς τους σε αρκετές περιπτώσεις, ως προς τον βαθμό ικανοποίησης στον εργασιακό χώρο.
Τι έπαθαν ξαφνικά οι άνεργοι, εγγεγραμμένοι στα μητρώα της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (ΔΥΠΑ) και αρνούνται να εργασθούν; Πρόκειται για ανθρώπους που έπαψαν, ιδιαίτερα μετά την εκδήλωση της πανδημίας, να θέτουν την εργασία στο κέντρο της ύπαρξής τους κι αποφάσισαν να περιορίσουν την κατανάλωση στο ελάχιστο, προκειμένου να εξελιχθούν σε συνειδητά άεργους; Είναι τεμπέληδες; Ή μήπως οι Έλληνες, κυρίως οι νεότεροι, αρνούνται να εργαστούν υπό τις παρούσες συνθήκες εργασίας και αμοιβών; Και με τους μεγαλύτερους σε ηλικία άνεργους τι γίνεται; Έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με τους νέους ή μήπως για εκείνους δεν χτυπάει πια το τηλέφωνο της ΔΥΠΑ;
Μιλώντας με αρκετούς εργασιακούς συμβούλους της ΔΥΠΑ, τους ανθρώπους που έρχονται καθημερινά σε επαφή με τους εγγεγραμμένους ανέργους, προσπαθώντας να τους κλείσουν ένα ραντεβού με κάποιον υποψήφιο εργοδότη, διαπιστώνει πως η δουλειά τους δεν είναι καθόλου εύκολη. Και μάλιστα, όχι κατά την περίοδο που δεν υπήρχαν εργοδότες και θέσεις εργασίας αντίστοιχες των προσόντων των εργαζόμενων αλλά το τελευταίο διάστημα, καθώς στις 50 προσπάθειες που γίνονται για μια θέση εργασίας, η ανταπόκριση μπορεί να είναι από μόλις 5 ή το πολύ 10 άνεργους.
Υπάρχουν ακόμη και σήμερα προγράμματα -κυρίως για νέους έως 29 ετών- για την κάλυψη 20.000 θέσεων εργασίας, με τουλάχιστον 35.000 - 40.000 επιχειρήσεις να έχουν ανταποκριθεί, καθώς πρόκειται για επιδοτούμενες θέσεις εργασίας στο 100%, που δεν έχουν «κλείσει» αφού δεν έχουν βρεθεί οι συνολικά απαιτούμενοι 20.000 άνεργοι.
Οι ειδικοί που κάνουν το matching, το ταίριασμα μεταξύ των αναγκών των επιχειρήσεων και των προσόντων και δεξιοτήτων των εγγεγραμμένων στα μητρώα της ΔΥΠΑ ανέργων αναζητούν «ζευγάρια» από τις ίδιες περιοχές, με ίδιο Ταχυδρομικό Κώδικα, ή εάν αυτό δεν είναι εφικτό, από όμορους δήμους. Και χωρίζουν τους ανέργους χονδρικά, σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες. Αυτούς που δεν απαντούν καν στα τηλέφωνα ή τα email. Αυτούς που απαντούν και απορρίπτουν τις προτάσεις τους. Αυτούς που δέχονται. Και αυτούς που μάταια περιμένουν μια πρόταση για εργασία…
Δεν απαντούν
Σύμφωνα με αρκετούς εργασιακούς συμβούλους, ένα μεγάλο ποσοστό ανέργων δεν απαντάει στα τηλέφωνα της ΔΥΠΑ ή στα email. Εάν το τηλέφωνο είναι σταθερό, τότε είναι σχεδόν απίθανο να βρεθεί ο άνεργος στο σπίτι. Η επικοινωνία με τα email είναι επίσης δύσκολη. Στην περίπτωση των κινητών τηλεφώνων, είναι πολλοί οι άνεργοι που δεν απαντούν σε άγνωστους αριθμούς, κυρίως τα τελευταία χρόνια καθώς υπάρχει περίπτωση να νομίζουν ότι πρόκειται για κάποια εισπρακτική εταιρεία, τράπεζα, εταιρεία κινητής τηλεφωνίας κ.λπ. που επιδιώκει διακανονισμό οφειλών.
Το πρόβλημα επιδεινώνεται σε περίπτωση που η κλήση γίνει από απόρρητο αριθμό, κάτι που κατά κανόνα αποφεύγουν οι εργασιακοί σύμβουλοι της ΔΥΠΑ.
Αναιτιολόγητες αρνήσεις
Αλλά και από αυτούς που απαντούν, υπάρχει μια μεγάλη μερίδα ανέργων που χωρίς κάποια αιτιολογία αρνούνται ακόμη και να κάνουν ένα πρώτο ραντεβού με εκπρόσωπο της επιχείρησης που αναζητεί εργασία αντίστοιχη των προσόντων τους. «Όποιος δεν δέχεται έστω να διερευνήσει για τι ακριβώς πρόκειται, προφανώς δεν έχει βιοποριστικό πρόβλημα», αναφέρει χαρακτηριστικά εργασιακός σύμβουλος που συνομιλεί καθημερινά με δεκάδες ανέργους αλλά και εργοδότες.
Και πώς ζει; «Είτε με επιδόματα, όπως το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, είτε με χρήματα από την τσέπη του μπαμπά και της μαμάς, είτε ακόμη και με χρήματα από μαύρη-ανασφάλιστη εργασία». Και πράγματι, παροχές όπως το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (πρώην ΚΕΑ), το επίδομα ενοικίου ή το μειωμένο οικιακό τιμολόγιο ρεύματος χάνονται, εφόσον ο δικαιούχος αυξήσει το εισόδημά του, μέσω της δηλωμένης νόμιμης εργασίας.
Αλλά και η στήριξη της ελληνικής οικογένειας, ιδιαίτερα από την περίοδο της δημοσιονομικής κρίσης και μετά, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι νέοι τις προτεραιότητές τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πλειοψηφία των νέων ηλικίας 18-35 ετών δηλώνει ακόμη, ως πρώτη πηγή εισοδήματός της, την «οικονομική στήριξη από γονείς ή άλλους συγγενείς», με δεύτερη πηγή τη «μισθωτή εργασία».
Και βέβαια, άλλη μια παθογένεια, αυτή τη φορά όχι κοινωνιολογικής αλλά οικονομικής φύσης, η δυνατότητα μαύρης ανασφάλιστης εργασίας αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους άρνησης εργασίας από τους άνεργους, τις περισσότερες φορές χωρίς αιτιολόγηση, προκειμένου να μην αποκαλυφθεί η αλήθεια. Πρόκειται κυρίως για νέους, που αγνοούν ή δεν αντιλαμβάνονται ακόμη τη σημασία της κοινωνικής ασφάλισης.
Αυτοί που αρνούνται με αιτία
Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που αρνούνται τις θέσεις, αφού πρώτα ακούσουν τους εργασιακούς συμβούλους, απορρίπτοντάς τες με συγκεκριμένες δικαιολογίες. Το πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό, με οικονομικές αλλά και κοινωνιολογικές πτυχές. Οι ταχύτατες εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο στον τομέα της εργασίας παράλληλα με τις συνέπειες της πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης του κορωνοϊού διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Αναλυτικά, οι λόγοι που μπορεί ένας άνεργος να αρνηθεί μια θέση εργασίας που ανταποκρίνεται στις γνώσεις, τα προσόντα και τις δεξιότητές του, εκτός από τις περιπτώσεις που αναλύθηκαν παραπάνω, είναι:
- Άνεργοι, κυρίως νέοι αλλά όχι μόνο, που αναζητούν μια νέα ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής. Έχουν διαπιστώσει στην πράξη ότι η εργασία τους δεν πληρώνεται ικανοποιητικά. Μπορεί να ασχολούνται σε επαγγέλματα μεγάλου κύρους και να μην μπορούν ακόμη όχι να αγοράσουν αλλά ούτε να νοικιάσουν το δικό τους σπίτι, έκαναν μέχρι πρότινος τα πάντα «σωστά» και δεν έχουν το βιοτικό επίπεδο των γονιών τους στην ηλικία τους.
- Άνεργοι, κυρίως νέοι με πτυχία που απαξιώνουν τη διαδικασία, ακυρώνουν στη συνείδησή τους και στην πράξη τη δυνατότητα της ΔΥΠΑ να προσεγγίσει εργοδότες των οποίων οι ανάγκες καλύπτονται από τα προσόντα τους.
- Νέοι, που μένουν με τους γονείς τους, οι οποίοι μάλιστα, έχοντας υψηλότερες προσδοκίες για τα παιδιά τους, αρνούνται αυτοί πρώτοι τη θέση που τους προτείνει ο εργασιακός σύμβουλος.
- Νέοι με σημαντικές ψηφιακές δεξιότητες, επηρεασμένοι και από την παγκόσμια τάση, που δείχνουν σαφή προτίμηση στα ευέλικτα μοντέλα εργασίας και αρνούνται εξαρχής μια εργασία με συμβατικά ωράρια.
- Άνεργοι που κυρίως μετά τη διετή υγειονομική κρίση αποφάσισαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους, κάνοντας κάποιο μεταπτυχιακό ή σπουδάζοντας σε κάποιο ιδιωτικό ή δημόσιο ΙΕΚ.
- Άνεργοι, κυρίως νέοι και γυναίκες, που αναζητούν περισσότερο την ανάπτυξη των δεξιοτήτων τους, ψάχνοντας περισσότερο κάποιο πρόγραμμα κατάρτισης παρά εργασία.
- Άνδρες και γυναίκες, κατά κύριο λόγο νεαρής ηλικίας, που στράφηκαν σε κάποιον άλλο τομέα από αυτόν που έχουν ειδικευθεί, κυρίως μετά την κρίση του κορωνοϊού, αφού διέβλεψαν ευκαιρίες μεγαλύτερου κέρδους. Πρόκειται μάλιστα κυρίως για θέσεις με υψηλή ανασφάλιστη εργασία. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στη ΔΥΠΑ δεν βρίσκουν εργαζόμενους σε ειδικότητες όπως delivery, εργαζόμενος σε e-shop, κομμωτές - κομμώτριες και εργαζόμενες σε μανικιούρ - πεντικιούρ.
- Άνεργοι, κυρίως γυναίκες αλλά και νέοι, που δεν έχουν δικό τους μεταφορικά μέσο και δυσκολεύονται στη μετακίνηση με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, ειδικά στην περίπτωση που η εργασία που τους προσφέρεται είναι μακριά από το σπίτι τους. Ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα και κυρίως στην Αθήνα, το πρόβλημα είναι έντονο καθώς το κυκλοφοριακό πρόβλημα μπορεί να τους κρατήσει επιπλέον 2 με 2,5 ώρες εκτός σπιτιού.
- Άνεργοι με υψηλά προσόντα και δεξιότητες που εκτιμούν πως μπορούν μόνοι τους, μέσω της αγοράς και των γνωριμιών τους, να βρουν καλύτερες δουλειές από αυτές που θα τους προσφέρει η ΔΥΠΑ. Κάποιοι από αυτούς αναζητούν πλέον ευκαιρίες στην αυτοαπασχόληση, εξαργυρώνοντας την επένδυση που έχουν κάνει στις σπουδές τους. Για τον λόγο αυτό άλλωστε, διαπιστώνεται στη ΔΥΠΑ έλλειψη πρόθυμων για εργασία ανέργων με εξειδικευμένες γνώσεις και υψηλά προσόντα, για παράδειγμα στην πληροφορική.
- Άνεργοι με κάποια προσόντα, τα οποία όμως δεν έχουν εξελίξει, κυρίως γιατί έχουν παραμείνει εκτός αγοράς εργασίας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν νιώθουν ικανοί να ανταποκριθούν στις συνεχώς αυξανόμενες και εξελισσόμενες απαιτήσεις των επιχειρήσεων, κυρίως στους κλάδους της τεχνολογίας και της επιστήμης.
- Άνεργοι που αρνούνται στο άκουσμα και μόνο της επιχείρησης ή της ειδικότητας, προεξοφλώντας ότι οι μισθοί θα είναι πολύ χαμηλοί και οι συνθήκες εργασίας κακές. Η εικόνα άλλωστε της εγχώριας αγοράς, με τους μισθούς των 850 ευρώ, τις εργασιακές σχέσεις-λάστιχο και τις κακές συνθήκες εργασίας δεν είναι σπάνια, και μάλιστα στους τομείς με την υψηλότερη ζήτηση. Ακόμη και κάποιες λίγες επιχειρήσεις να λειτουργούν ανορθολογικά, εφαρμόζοντας κακές πρακτικές και καταστρατηγώντας την εργατική νομοθεσία, αναπόφευκτα χαρακτηρίζουν το σύνολο του κλάδου τους, με αποτέλεσμα οι άνεργοι να αρνούνται ακόμη και μια πρώτη επαφή με κάποιον εργοδότη του κλάδου. Πολλώ δε μάλλον, όταν στο πλαίσιο του ανταγωνισμού, οι επιχειρήσεις αυτές δεν είναι και λίγες…
- Άνεργοι, κυρίως νέοι που απογοητευμένοι από την κατάσταση στην εγχώρια αγορά εργασίας, ή ελπίζοντας σε κάτι καλύτερο, αναζητούν εργασία μόνο στο εξωτερικό. Αν και διαπιστώνεται ανάσχεση του μαζικού κύματος φυγής των νέων στο εξωτερικό, που παρατηρήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, το φαινόμενο του brain drain δεν έχει εκλείψει.
- Άνεργοι, κυρίως μακροχρόνια, ήτοι πάνω από 12 μήνες, που έχουν απογοητευτεί από την κατάσταση και δεν αναζητούν πλέον εργασία, νομίζοντας ότι τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει.
- Στους παραπάνω, πρέπει να προστεθεί μια νέα ομάδα ανέργων, που μετά και την πρόσφατη υγειονομική κρίση, δεν αισθάνονται πλέον μόνο αποκομμένοι από την εργασία αλλά και από την κοινωνία, αντιμετωπίζοντας σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα.
Λένε «ναι»
Υπάρχει βέβαια και μια σημαντική μερίδα ανέργων, όλων των ηλικιών, κυρίως όμως αυτών που βρίσκονται στην πλέον παραγωγική ηλικία, μεταξύ 30 και 54 ετών, που αποτελούν και το 57% του συνόλου των εγγεγραμμένων στα μητρώα της ΔΥΠΑ ανέργων που δέχεται να κάνει έστω ένα πρώτο ραντεβού.
Είναι άνεργοι που γνωρίζουν πως θα βγουν κερδισμένοι ακόμη και από την επαφή με εκπροσώπους της αγοράς, την εμπειρία αλλά και την ευκαιρία να αποκτήσει το βιογραφικό τους μια επιχείρηση. Είναι άνεργοι με αυξημένες υποχρεώσεις, οικογένεια, παιδιά, ενοίκια που μπορεί να «τρέχουν», λογαριασμοί κ.λπ. Κάποιοι από αυτούς μάλιστα, όχι πολλοί βέβαια, λόγω των αυξημένων αναγκών τους, στα έγγραφα που υπογράφουν στη ΔΥΠΑ δηλώνουν πως είναι διατεθειμένοι να εργαστούν και σε δουλειές για τις οποίες απαιτούνται χαμηλότερα από τα δικά τους προσόντα. Ακόμη πιο αποφασισμένοι να εργαστούν εμφανίζονται οι άνεργοι μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίοι θέλουν να συμπληρώσουν τα απαιτούμενα ένσημα προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν.
Αυτοί που μάταια περιμένουν κάποιο τηλέφωνο
Κάποιοι βέβαια από αυτούς τους μεγάλης ηλικίας άνεργους, παρά την ανά πάσα στιγμή διαθεσιμότητά τους, σπάνια δέχονται τηλεφωνήματα, καθώς δύσκολα οι επιχειρήσεις αναζητούν εργαζόμενους άνω των 55 ετών.
Για τις περιπτώσεις αυτές άλλωστε, η ΔΥΠΑ δημιουργεί προγράμματα απορρόφησης των ατόμων 55 - 64 ετών σε φορείς του δημοσίου και τους ΟΤΑ, ενώ υπάρχουν και συμπληρωματικά προγράμματα προκειμένου στη συνέχεια να τους απορροφήσει ο ιδιωτικός τομέας και συγκεκριμένα επιχειρήσεις που εκτιμούν την εμπειρία αλλά και την κατάρτιση που έλαβαν μέσω του προηγούμενου προγράμματος.