Αρχιμάγειρες, βοηθοί κουζίνας, λαντζέρηδες αλλά και αχθοφόροι, καμαριέρες, κηπουροί και καθαριστές περιλαμβάνει η λίστα με τους μετακλητούς εργαζόμενους, από τρίτες χώρες, που θα μπορούν να έρθουν στη χώρα μας εντός της διετίας 2023-2024, προκειμένου να καλύψουν ένα μέρος από τις κενές θέσεις που διαπιστώνονται στους κλάδους τουρισμού και επισιτισμού. Κι αυτό γιατί φέτος, με βάση την αρχική απόφαση των συναρμόδιων υπουργείων, επιτρέπονται οι «εισαγωγές» ξένων εργαζομένων προκειμένου να καλυφθεί και μέρος των αναγκών στον τομέα του τουρισμού.
Στο σύνολο της οικονομίας, η λίστα περιλαμβάνει από ανειδίκευτους εργάτες γης αλλά και οικοδομής έως σφαγείς και εργάτες γαλακτοκομικών προϊόντων.
Συνολικά, η νέα υπουργική απόφαση που δημοσιεύθηκε χθες, αφορά μόνο ένα μέρος των αναγκών και συγκεκριμένα το 39%, αφού παρά τα 379.165 αιτήματα για την κάλυψη κενών θέσεων που υποβλήθηκαν, εγκρίθηκε τελικά η εισαγωγή 147.925 εργαζόμενων από τρίτες χώρες, ενώ επιπλέον 20.000 θέσεις θα καλυφθούν με διμερείς συμφωνίες με την Αίγυπτο και το Μπαγκλαντές.
Συνεπώς, ο ανώτατος αριθμός αδειών διαμονής πολιτών τρίτων χωρών για εργασία για τα έτη 2023 και 2024 στη χώρα μας ορίζεται σε 167.925, κοντά στο αντίστοιχο όριο που είχε τεθεί για τη διετία 2021-2022 (168.632 άδειες).
Με τη νέα υπουργική απόφαση, παρέχεται η δυνατότητα μετάκλησης 9.261 εργαζόμενων στους κλάδους εστίασης και καταλυμάτων (έναντι 2.811 την προηγούμενη διετία). Βέβαια, ο αριθμός είναι σημαντικά χαμηλότερος (11,5%) σε σχέση με τις προτάσεις που υπεβλήθησαν για 80.316 εργαζόμενους.
Αντίστοιχα, ορίστηκε ως ανώτατο όριο η εισαγωγή και 10.338 εργαζόμενων για την κάλυψη κενών θέσεων στον κλάδο των κατασκευών, καθώς με βάση τα στοιχεία της ΔΥΠΑ διαπιστώθηκαν μεγάλες ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού, ιδίως ενόψει της υλοποίησης των έργων που είναι ενταγμένα στο ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και την αύξηση της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, τα προγράμματα ενεργειακής/αισθητικής αναβάθμισης κτιρίων που υλοποιούνται κ.λπ.
Τι καταγγέλλει η ΠΟΕΕΤ
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων σε Επισιτισμό και Τουρισμό Γιώργο Χότζογλου, καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση των κενών θέσεων εργασίας στον κλάδο διαδραμάτισε η πανδημία του κορωνοϊού, καθώς το πρόβλημα στο μέγεθος που παρουσιάζεται σήμερα προέκυψε αμέσως μετά την επανεκκίνηση του τουρισμού στη χώρα μας. Σύμφωνα με τον κ. Χότζογλου, πολλοί ξενοδοχοϋπάλληλοι δεν άντεξαν τη διαδικασία της αναστολής των συμβάσεων και την παροχή του επιδόματος των 543 ευρώ, τα οποία μάλιστα οι εργαζόμενοι σε επισιτισμό και τουρισμό λάμβαναν όχι κάθε μήνα αλλά κάθε 45 και 50 ημέρες. Έτσι, αποφάσισαν να αποχωρήσουν από τον κλάδο, αναζητώντας εργασία σε άλλους, άσχετους με το αντικείμενό τους, κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπου υπήρχε 12μηνη απασχόληση με καλύτερους μισθούς και όρους εργασίας.
Ο δεύτερος λόγος ήταν η καταστρατήγηση της εργατικής νομοθεσίας και των Κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, γιατί με το που επαναλειτούργησε ο κλάδος, υπήρξε μια ένταση της εργοδοτικής παραβατικότητας.
Η νέα Κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας στον Τουρισμό έχει υπογραφεί από τον Νοέμβριο του 2022 και ακόμη δεν έχει οριστεί διαδικασία στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας, ώστε να κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτική και να εφαρμόζεται σε όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τις καταγγελίες των εργαζόμενων, ακόμη και μεγάλα, 5άστερα ξενοδοχεία να μην εφαρμόζουν τις αυξήσεις 5,5% για το 2023, αμείβοντας τους εργαζόμενους με τον κατώτατο, επικαλούμενα το γεγονός ότι δεν είναι μέλη της εργοδοτικής οργάνωσης που υπέγραψε την Σύμβαση.
«Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί είναι ανύπαρκτοι ή έστω υποστελεχωμένοι, με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται οι νόμοι και οι Συμβάσεις», επισημαίνει ο πρόεδρος της ΠΟΕΕΤ. Και συμπληρώνει πως για παράδειγμα σε Μύκονο, Σαντορίνη και Πάρο δεν υπάρχει Επιθεώρηση Εργασίας. Ο εργαζόμενος για να κάνει την καταγγελία του θα πρέπει να πάει στην Σύρο. Και αντίστοιχα, για να γίνει έλεγχος σε τρεις από τους μεγαλύτερους τουριστικούς προορισμούς, θα πρέπει να πάει κλιμάκιο από τη Σύρο.
Και ο τρίτος λόγος, σύμφωνα με τον κ. Χότζογλου, είναι η εγκατάλειψη των εποχικά εργαζόμενων τους χειμερινούς μήνες, από τη στιγμή που το επίδομα ανεργίας δίνεται πλέον μόνο για 3 μήνες, από 5 που ίσχυε στην προ-μνημονιακή περίοδο. Έτσι, για παράδειγμα εργαζόμενοι που απασχολούνται στην Βόρεια Ελλάδα, όπου η τουριστική σεζόν διαρκεί λιγότερους μήνες απ’ ό,τι στα μεγάλα νησιά, επιδοτούνται από το κράτος από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο και μένουν χωρίς εισόδημα μέχρι τον Μάιο του επόμενου έτους, που θα ξαναπάνε για δουλειά.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους εργαζόμενους της Νοτίου Ελλάδος, με ένα μήνα διαφορά (απολύονται Οκτώβριο και επιδοτούνται έως Ιανουάριο).
Σύμφωνα πάντως με το υπουργείο Εργασίας, η απόφαση για περιορισμένη «εισαγωγή» ξένων ελήφθη προκειμένου αφενός να μη θίγεται η απασχόληση Ελλήνων εργαζομένων (ή από τις χώρες της ΕΕ) και αφετέρου να καλύπτονται οι ανάγκες των επιχειρήσεων οι οποίες σε συγκεκριμένους κλάδους είναι αυξημένες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.