Oι ελληνικές τράπεζες είναι ανθεκτικές και θωρακισμένες, ωστόσο το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, το οποίο είναι πιθανόν να επιδεινωθεί εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων, θα απαιτήσει τουλάχιστον μία πενταετία ακόμη προκειμένου να διευθετηθεί οριστικά.
Αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα των τραπεζιτών που συμμετείχαν σε πάνελ του Οικονομικού Επιμελητηρίου.
Ο Μartin Bijsterbosch, επικεφαλής της ομάδας της ΕΚΤ για την Ελλάδα, αναγνώρισε ότι οι τράπεζες σήμερα δέχονται πιέσεις εξαιτίας της αναταραχής στις ΗΠΑ και στην Ελβετία με την Credit Suisse. Ωστόσο, διαβεβαίωσε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, παρόλο που υπάρχει ανάγκη ενίσχυσής του, είναι σε πολύ καλή κατάσταση και δεν υπάρχει ανησυχία. Συμπλήρωσε δε ότι η ΕΚΤ διαθέτει τα αναγκαία εργαλεία προκειμένου να αντιμετωπίσει τυχόν προβλήματα ρευστότητας.
Αναφερόμενος στην ελληνική οικονομία υπογράμμισε ότι διαθέτει δυνατά σημεία, υπογραμμίζοντας παράλληλα σημαντική μείωση των κόκκινων δανείων κάτω από 10%. Ωστόσο απαιτείται περαιτέρω μείωση τους.
Ο ίδιος τόνισε ότι είναι απαραίτητο:
1. Να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα των τραπεζών ώστε να παρέχουν χρηματοδότηση. «Η κερδοφορία έχει βελτιωθεί, σταθερές πηγές εισοδήματος. Οι επενδυτές είναι εδώ, οι τράπεζες γίνονται πιο ελκυστικές» είπε χαρακτηριστικά.
2. Να προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό η κατανομή της χρηματοδότησης από τα Ευρωπαϊκά Ταμεία.
3. Να δημιουργηθούν θεσμοί που θα υποστηρίζουν τον δανεισμό για επενδύσεις στην παραγωγή.
Ο Βασίλης Κουτεντάκης, επικεφαλής Λιανικής Τραπεζικής Τράπεζας Πειραιώς, επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι το τραπεζικό σύστημα αντιμετώπισε προβλήματα του παρελθόντος. Ανέφερε ότι πέρυσι η πιστωτική επέκταση έφθασε στα 6,5 δισ. ευρώ ενώ οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 8,5 δισ. ευρώ.
«Θέλαμε φέτος η πιστωτική επέκταση να ξεπεράσει τα 6,5 δισ. ευρώ», ανέφερε χαρακτηριστικά. Επεσήμανε επίσης ότι είναι αναγκαίο, παράλληλα με τον ψηφιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας να προχωρήσει και αυτός των τραπεζών, ώστε να διευκολυνθεί η επαφή του πελάτη με την τράπεζα.
Ο Θεόδωρος Καλαντώνης, πρόεδρος της doValue Greece, από την πλευρά του υποστήριξε ότι τα κόκκινα δάνεια παρά τη μείωσή τους αποτελούν βαρίδι για την οικονομία. Προέβλεψε δε ότι για την οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος, καθώς παραμένουν ακόμη 90 δισ. ευρώ, θα χρειαστούν τουλάχιστον πέντε χρόνια ακόμη. Επομένως, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «δεν χωρούν λαϊκισμοί και εύκολες τοποθετήσεις».
Μέχρι σήμερα οι Servicers έχουν ρυθμίσει περίπου 35 δισ. ευρώ κόκκινα δάνεια και περίπου 10 δισ. ευρώ έχουν επιστρέψει ως πράσινα στο τραπεζικό σύστημα.
Ο ίδιος εξέφρασε τον προβληματισμό του για τις συνέπειες που θα έχει η αύξηση των επιτοκίων στους δανειολήπτες -νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Ήδη τους τελευταίους 2 - 3 μήνες, όπως είπε, έχουν διαφανεί ανησυχητικά σημάδια κυρίως στα στεγαστικά και στα δάνεια των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων, ωστόσο χαρακτήρισε την κατάσταση ελεγχόμενη. Προκειμένου να καταδείξει το πρόβλημα, ανέφερε το παράδειγμα επιχείρησης που βαρύνεται με δανεισμό εξυπηρετούμενο 40 εκατ. ευρώ με 200 εργαζόμενους και ΕΒΙΤDΑ 2 εκατ. ευρώ το 2021. Το ετήσιο κόστος για την εξυπηρέτηση των δανείων της πριν την αύξηση των επιτοκίων ήταν 800.000 ευρώ ενώ σήμερα έχει φθάσει το 1,6 εκατ. ευρώ και μέχρι τέλος του 2024 θα έχει εκτοξευτεί 2 εκατ. ευρώ, όσα είναι δηλαδή τα κέρδη της.
Η Ελένη Βρεττού, διευθύνουσα σύμβουλος της Αttica Bank, αναφέρθηκε κυρίως στα του οίκου της, υποστηρίζοντας ότι ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη το σχέδιο εξυγίανσης και ενίσχυσης της Aττικής, προκειμένου να καταστεί από «μεγάλος ασθενής που είναι σήμερα σε πόλο του τραπεζικού συστήματος».
Η ίδια υποστήριξε ότι η Τράπεζα Aττικής μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο στην χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας καθώς μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων βρίσκεται σήμερα αποκλεισμένος από το τραπεζικό σύστημα.
Αναφερόμενη στη σχεδιαζόμενη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, είπε ότι η Thrinvest των Μπάκου - Καϋμενάκη - Εξάρχου έχει διάθεση να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στην Τράπεζα Aττικής, «εφόσον δε ολοκληρωθεί η εξυγίανση της Τράπεζας, θα προχωρήσουμε στη συγχώνευση (σ.σ. με την Παγκρήτια Τράπεζα) προκειμένου να δημιουργήσουμε τον 5ο πυλώνα του Ελληνικού Τραπεζικού Συστήματος».
Τέλος, ο Ηλίας Ξηρουχάκης, διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αναφέρθηκε στη συμβολή του Ταμείου με περίπου 46 δισ. ευρώ για την εξυγίανση των ελληνικών συστημικών τραπεζών αλλά και της Τραπέζης Αττικής, της οποίας διατηρεί περίπου το 70% του μετοχικού κεφαλαίου.
Ο ίδιος ανέφερε, χωρίς να ανοίξει περαιτέρω τα χαρτιά του, ότι το ΤΧΣ έχει καθορίσει την πολιτική αποεπένδυσής του από τις τράπεζες ήδη από το τέλος του 2022.