Μικρή σε μέγεθος, ακόμη και για τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας, αλλά κερδοφόρος και αξιόπιστη είναι η εγχώρια ασφαλιστική αγορά, όπως επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος για το 2021.
Ειδικότερα, για μια ακόμη φορά, το ποσοστό της ετήσιας παραγωγής (4,77 δισ. ευρώ) επί του ΑΕΠ κατετάγη τελευταίο (και με… διαφορά) στην Ευρώπη, καθώς διαμορφώθηκε μόλις στο 2,63% (στο 7,43% ο μέσος όρος στη Γηραιά Ήπειρο). Σύμφωνα μάλιστα με εκτιμήσεις, η φτωχή αυτή επίδοση υποχώρησε περαιτέρω μέσα στο 2022 καθώς η ασφαλιστική παραγωγή κινήθηκε σε σταθεροποιητικά επίπεδα, ενώ αντίθετα το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές αυξήθηκε με διψήφιο ποσοστό.
Αποτέλεσμα της πολύ χαμηλής παραγωγής κατά τις τελευταίες δεκαετίες είναι το ότι οι επενδύσεις των ασφαλιστικών εταιρειών αντιστοιχούν μόλις στο 9,56% του ελληνικού ΑΕΠ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς, αν η ασφαλιστική διείσδυση στην Ελλάδα προσέγγιζε τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, τότε θα μπορούσαν οι επενδύσεις των εγχώριων ασφαλιστικών εταιρειών να είναι αυξημένες κατά περίπου 100 δισ. ευρώ! Επί του παρόντος, αυτές υπολείπονται των 20 δισ. ευρώ (με τις εταιρείες του κλάδου να αποτελούν τον μεγαλύτερο σε μέγεθος θεσμικό επενδυτή στην Ελλάδα), όταν η αντίστοιχη επίδοση στο σύνολο της Ευρώπης ξεπερνάει τα 10,5 τρισ. ευρώ! Στο σημείο αυτό φαίνεται το πόσο θα μπορούσε να συμβάλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας ένας περισσότερο ενισχυμένος ασφαλιστικός κλάδος.
Από την άλλη πλευρά, παρά το σαφώς περιορισμένο μέγεθός της, η εγχώρια ασφαλιστική αγορά διακρίνεται για τους ισχυρούς δείκτες φερεγγυότητάς της. Για παράδειγμα, ενώ η ασφαλιστική παραγωγή του 2021 είχε κυμανθεί στα 4,77 δισ. ευρώ, τα ίδια κεφάλαια των ασφαλιστικών εταιρειών υπερέβησαν τα 4,4 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, ο ασφαλιστικός κλάδος έχει κύκλο εργασιών σχεδόν ίσο με τα ίδια κεφάλαιά του! (παράλληλα, οι εποπτικοί δείκτες είναι πολύ υψηλότεροι από αυτούς που απαιτεί το πανευρωπαϊκό σύστημα Solvency II).
Η υψηλή φερεγγυότητα του κλάδου στην Ελλάδα επιβεβαιώνεται και από τις οικονομικές επιδόσεις των εταιρειών κατά την τελευταία δεκαετία. Ως σύνολο, οι εγχώριες ασφαλιστικές εταιρείες εμφάνισαν από το 2013 έως και το 2021 μια ετήσια καθαρή (μετά από φόρους) κερδοφορία που κατά μέσο όρο κυμάνθηκε στα 300 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, για το 2021, το τεχνικό αποτέλεσμα του κλάδου διαμορφώθηκε στα +428 εκατ. ευρώ, τα έσοδα από επενδύσεις στα 454 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη στα 337 εκατ. ευρώ. Όμως, σε ό,τι αφορά το τεχνικό αποτέλεσμα, η επίδοση των εταιρειών του κλάδου ζωής ήταν το 2021 ζημιογόνος, κυρίως λόγω των μηδενικών ή και αρνητικών διεθνών επιτοκίων (-73 εκατ.) και των γενικών κλάδων κερδοφόρο (+501 εκατ. ευρώ).
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 2022 ο κλάδος ζημιών υποχρεώθηκε σε χαμηλότερο περιθώριο τεχνικού αποτελέσματος λόγω των επιπτώσεων του πληθωρισμού, ενώ ο ασφαλιστικός κλάδος συνολικά κατέγραψε υποαξίες στο επενδυτικό του χαρτοφυλάκιο.