Η πανδημία COVID 19 έδρασε ως καταλύτης στην υιοθέτηση αλλά και στην εδραίωση νέων ψηφιακών τεχνολογιών, σε όλους τους κλάδους της οικονομικής και κοινωνικής ζωής παγκοσμίως, καθιστώντας αδιαμφισβήτητη την παραδοχή, ότι η εποχή του ψηφιακού μετασχηματισμού έχει φτάσει. Και η Ελλάδα δεν αποτέλεσε εξαίρεση.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας (ΣΕΠΕ), σε συνεργασία με την εταιρία συμβούλων Deloitte, διενήργησε μελέτη για την αξιολόγηση της επάρκειας ειδικών ΤΠΕ στην Ελλάδα, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν στο digital economy forum 2022: digital Greece in the spotlight.
Στο πλαίσιο της μελέτης, η Deloitte για λογαριασμό του ΣΕΠΕ διεξήγαγε δύο πρωτογενείς έρευνες στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, ώστε να καταγραφεί η άποψη των εταιριών και των φορέων του Δημοσίου αναφορικά με τις ανάγκες ειδικών ΤΠΕ, την επάρκεια τους, τις μελλοντικές τους ανάγκες και, φυσικά, τα προβλήματα, τα οποία ενδέχεται να αντιμετωπίζουν στην αναζήτηση κατάλληλου προσωπικού. Η αξιολόγηση της επάρκειας των ειδικών ΤΠΕ στην ελληνική αγορά εργασίας πραγματοποιήθηκε στη βάση εκτίμησης του αναμενόμενου κενού μεταξύ ζήτησης και προσφοράς εργασίας μέχρι το 2030.
Παρουσιάζοντας τα στοιχεία της έρευνας, επιβεβαιώθηκε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των εταιριών στην Ελλάδα έχουν ακάλυπτες θέσεις ειδικών ΤΠΕ, ενώ αναμένεται σημαντική αύξηση των αναγκών τους στο μέλλον, δίνοντας ένα ποσοστό:
- 7,8% ακάλυπτων θέσεων ειδικών ΤΠΕ την τρέχουσα περίοδο στον κλάδο ΤΠΕ και
- 7,5% ακάλυπτων θέσεων ειδικών ΤΠΕ την τρέχουσα περίοδο στους λοιπούς κλάδους.
Η έρευνα, επίσης, επιβεβαίωσε ότι οι εταιρίες στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξεύρεση προσωπικού ΤΠΕ (ποσοστό 51% του κλάδου ΤΠΕ απάντησε ότι είναι πολύ δύσκολο), με κύριες αιτίες τη μη επαρκή εξειδίκευση και τη μετανάστευση νέων επιστημόνων το εξωτερικό.
Οι συμμετέχουσες εταιρίες αξιολόγησαν σε μεγάλο ποσοστό (43%) την ετοιμότητα ένταξης στην αγορά εργασίας των αποφοίτων ως «μέτρια», ενώ σημαντική ζήτηση προκύπτει για τις 3 πιο βασικές ειδικότητες στον κλάδο ΤΠΕ σήμερα, με τον προγραμματισμό να κατέχει ποσοστό 78%, την κυβερνοασφάλεια 54% και την αρχιτεκτονική πληροφοριακών συστημάτων 48%, ενώ στους υπόλοιπους κλάδους: προγραμματισμός 52%, IT Business Analysis 48%, IT Project Management 48%, με τα ποσοστά να ανεβαίνουν στους περισσότερους κλάδους τα επόμενα χρόνια.
Μέσω αντίστοιχης έρευνας, αναδείχθηκε η ύπαρξη αναγκών σε ειδικούς ΤΠΕ και στο Δημόσιο Τομέα με την κυβερνοασφάλεια να κατέχει το 56%, τον προγραμματισμό το 52% και την αρχιτεκτονική πληροφοριακών συστημάτων το 42% σήμερα, με μικρή ποσοστιαία απόκλιση τα επόμενα χρόνια.
Οι ειδικοί ΤΠΕ εκτιμώνται σήμερα σε ~160 χιλ., ενώ το 2030, λαμβάνοντας υπόψη τη στόχευση της Ψηφιακής Πυξίδας της ΕΕ και την ανάγκη στήριξης του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας, οι ειδικοί ΤΠΕ θα ανέλθουν σε ~280-300 χιλ. Εκτιμάται επιπλέον ζήτηση ~15.000 - 16.000 ειδικών ΤΠΕ κατ’ έτος για την περίοδο 2023 – 2030. Βάσει των εκτιμήσεων για την εξέλιξη της προσφοράς αποφοίτων από το 2023 έως το 2030, η διαθέσιμη προσφορά αναμένεται να ανέλθει σε ~ 8 - 8,5 χιλ. κατ’ έτος, ενώ με βάση τη μεθοδολογία, που ακολουθήθηκε, η εκτίμηση της επιπλέον ζήτησης, που αναμένεται να μην καλύπτεται από τη διαθέσιμη προσφορά, ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 7 - 7,5 χιλ. ετησίως για την περίοδο 2023 - 2030.
Με γνώμονα τα ανωτέρω, η μελέτη προχωράει σε δέκα προτεινόμενες δράσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην κάλυψη του κενού σε ειδικούς ΤΠΕ στην Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα, προτείνονται οι εξής βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δράσεις:
- • Αύξηση προγραμμάτων κατάρτισης σε αντικείμενα ΤΠΕ
- • Προσέλκυση & αξιοποίηση ειδικών από το εξωτερικό ( Visas/ Hubs)
- • Δημιουργία νέων μεταπτυχιακών τμημάτων ΤΠΕ
- • Υποχρεωτική πρακτική άσκηση φοιτητών & ενίσχυση συνεργασίας ΑΕΙ - εταιριών
- • Δημιουργία νέων προπτυχιακών τμημάτων ΤΠΕ
- • Εμπλουτισμός προγραμμάτων σπουδών λοιπών τμημάτων με μαθήματα ΤΠΕ
- • Ενίσχυση αντικειμένων & δεξιοτήτων ΤΠΕ σε Α’ βάθμια & Β’ βάθμια εκπαίδευση
- • Συνεργασία με ξένες χώρες σε πανεπιστημιακό επίπεδο
Βάσει των ανωτέρω δράσεων, οι οποίες διαφέρουν ως προς το χρονικό ορίζοντα που θα αποφέρουν αποτέλεσμα, το κενό προβλέπεται να καλυφθεί από το έτος 2029 και μετά.