Σύμφωνα με τις επικαιροποιημένες προβλέψεις του υποδείγματος παραγόντων του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ελλάδας για το έτος 2022 προβλέπεται στο 5,5%, εκτίμηση η οποία συνιστά μία προς τα πάνω αναθεώρηση της αντίστοιχης προηγούμενης πρόβλεψης του ΚΕΠΕ (4,3%).
Η ευνοϊκότερη αυτή εκτίμηση αντανακλά την αναθεώρηση των προσωρινών στοιχείων της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το πρώτο τρίμηνο του έτους και την καλύτερη της αναμενόμενης επίδοσης της οικονομίας στο δεύτερο τρίμηνο.
Για το δεύτερο εξάμηνο του 2022, η πρόβλεψη παραμένει πολύ κοντά σε εκείνη της προηγούμενης περιόδου αναφοράς και συγκεκριμένα διαμορφώνεται στο 3,1% συνολικά για το εξάμηνο έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2021, και στο 2,8% και 3,3% για το τρίτο και το τέταρτο τρίμηνο του έτους, αντίστοιχα.
Για το δεύτερο εξάμηνο του 2022, η πρόβλεψη υποδηλώνει ότι η ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με ρυθμό όμως χαμηλότερο σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο. Το συγκεκριμένο αποτέλεσμα είναι συμβατό με την αναμενόμενη εξασθένιση της θετικής επίδρασης της άρσης περιοριστικών μέτρων που είχαν τεθεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας και απορρέει από την ευνοϊκή εξέλιξη των περισσότερων από τα οικονομικά μεγέθη που ενσωματώνονται στην πρόβλεψη, σε συνδυασμό με τις ανατροπές στην πορεία ορισμένων μεταβλητών, οι οποίες ήδη δείχνουν να έχουν επηρεαστεί σημαντικά από την αυξανόμενη αβεβαιότητα, την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους και τις έντονες πληθωριστικές πιέσεις.
Με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και του γενικότερου κλίματος γεωπολιτικών εντάσεων, οι προβλέψεις για την εξέλιξη του ΑΕΠ της Ελλάδας υπόκεινται σε σημαντικό βαθμό αβεβαιότητας. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και το ενεργειακό ζήτημα συνιστούν αυτή τη στιγμή την πρώτη πηγή ανησυχίας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα, και σε συνάρτηση με τα ζητήματα αυτά, η πορεία της οικονομίας το επόμενο διάστημα θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη του πληθωρισμού, με ό,τι αυτή θα συνεπάγεται για την αβεβαιότητα, την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, το κόστος παραγωγής και την πορεία των επιτοκίων.
Από την άλλη πλευρά, προς μία περισσότερο ευνοϊκή εξέλιξη του ΑΕΠ της Ελλάδας θα μπορούσαν να συμβάλουν η ισχυρή ανάκαμψη του τουριστικού τομέα της Ελλάδας, η δυνατότητα συνέχισης της εφαρμογής μέτρων στήριξης της οικονομίας για την αντιμετώπιση του αυξημένου ενεργειακού κόστους σε κλίμακα συμβατή με την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων, η υλοποίηση έργων και μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και οι επενδύσεις που συνδέονται με την εξοικονόμηση ενέργειας και τον περιορισμό της ενεργειακής εξάρτησης.