Γράφουν-σβήνουν στην κυβέρνηση για τα σχήματα παρέμβασης στις χονδρεμπορικές ενεργειακές αγορές, συνυπολογίζοντας δύο σημαντικές παραμέτρους: τη διάρκειά τους και το δημοσιονομικό κόστος που συνεπάγονται.
Η επιλογή που φαίνεται να κερδίζει πόντους είναι η επιβολή ανώτατου ορίου (πλαφόν) στην αμοιβή κάθε τεχνολογίας ηλεκτροπαραγωγής, ξεχωριστά, από τη συμμετοχή της στη χονδρεμπορική αγορά. Η διαφορά που θα προκύπτει στο μεταβλητό κόστος των παραγωγών, πρόθεση είναι να αποζημιώνεται με εθνικούς πόρους.
Αυτό, ουσιαστικά, συνιστά και τον μεγάλο πονοκέφαλο της κυβέρνησης. Το πώς θα εξασφαλιστούν κονδύλια από τον προϋπολογισμό, χωρίς να προκληθούν σφοδρές αντιδράσεις από την Κομισιόν.
Σύμφωνα με πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές, το πλαφόν θα είναι διαφορετικό για κάθε τεχνολογία. Ειδικότερα, για τα ορυκτά καύσιμα (λιγνίτης, φυσικό αέριο) εξετάζεται η προοπτική να τεθεί όριο αμοιβής με βάση τις μέσες χονδρεμπορικές τιμές που διαμορφώθηκαν τον Ιούνιο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2021, πριν φουντώσει η ενεργειακή κρίση. Σε αυτή την περίπτωση, μιλάμε για 102,35 ευρώ τη μεγαβατώρα.
Για τα υδροηλεκτρικά, το πλαφόν θα είναι πολύ μικρότερο, καθώς έχουν χαμηλό λειτουργικό κόστος. Εάν εφαρμοζόταν το ίδιο με τις θερμικές μονάδες, τότε τα νερά θα έβγαζαν υπερβάλλοντα κέρδη και μάλιστα με τον πλέον επίσημο τρόπο.
Για τις ΑΠΕ, προβλέπεται όριο αμοιβής μόνο γι’ αυτές που δεν έχουν σταθερές ταρίφες. Οι υπόλοιπες αμείβονται και τώρα με τη λειτουργική ενίσχυση που διασφάλισαν και η διαφορά από τη χονδρεμπορική τιμή αιμοδοτεί τον Ειδικό Λογαριασμό για τις ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ).
Για να έχουμε μία εικόνα των αποζημιώσεων που περιλαμβάνει η επιλογή αυτή, ας δούμε το μεταβλητό κόστος όλων των τεχνολογιών. Στα μη ορυκτά καύσιμα (νερά, ΑΠΕ) κινείται κάτω από τα 100 ευρώ τη μεγαβατώρα, στις λιγνιτικές μονάδες κυμαίνεται μεταξύ 170-180 ευρώ τη μεγαβατώρα και των μονάδων φυσικού αερίου στα 290-350 ευρώ τη μεγαβατώρα, ανάλογα με τις τιμές του αερίου. Η κάλυψη της διαφοράς του μεταβλητού κόστους των μονάδων φυσικού αερίου είναι ουσιαστικά η μόνη μη σταθερά.
Η μελετώμενη παρέμβαση έχει σαν στόχο να μειωθούν οι λιανικές τιμές ηλεκτρισμού στα επίπεδα του περσινού καλοκαιριού, προ κρίσης. Αντί επιδοτήσεων στους καταναλωτές, να υπάρξει μείωση στις χονδρεμπορικές τιμές, που προσδοκάται να επηρεάσουν την προμήθεια ηλεκτρικού ρεύματος.
Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν θα προχωρήσει σε καμία κίνηση, αν δεν ξεκαθαρίσει το τοπίο σε επίπεδο Ε.Ε. Θα αναμένει, συνεπώς, τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, στα τέλη Μαΐου, για μια ενδεχόμενη πανευρωπαϊκή κοινή λύση, για να λάβει τις τελικές αποφάσεις της, που σχεδιάζεται να ισχύσουν από τον Ιούνιο. Με δύο, μάλιστα, χρονικούς ορίζοντες εφαρμογής, που σχετίζονται άμεσα με το δημοσιονομικό κόστος. Μια βραχυπρόθεσμη, 4-6 μηνών, κοστολογείται στα 2 δισ. ευρώ, αντίθετα, η ετήσια διπλασιάζεται στα 4 δισ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, οι σκέψεις που επικρατούν είναι να εφαρμοσθεί η όποια παρέμβαση για βραχυπρόθεσμο διάστημα, ώστε να δοθεί η δυνατότητα να επαναξιολογηθεί, όχι μόνο σε επίπεδο απόδοσης αλλά κυρίως σε επίπεδο δημοσιονομικών επιπτώσεων.