Πρωτόγνωρα και πολλές φορές δισεπίλυτα προβλήματα καλούνται να αντιμετωπίσουν φέτος οι διοικήσεις των ελληνικών επιχειρήσεων, λόγω των ισχυρών πληθωριστικών πιέσεων αλλά και των ζητημάτων που από πέρυσι έχουν εμφανιστεί στην εφοδιαστική αλυσίδα και δείχνουν να εντείνονται μέσα στη φετινή χρονιά.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει στο Euro2day.gr διευθύνων σύμβουλος εισηγμένης εταιρείας, που πέρυσι κατάφερε να επιστρέψει σε κερδοφόρο αποτέλεσμα: «Ολόκληρη την προηγούμενη δεκαετία είχαμε εμπορεύματα και αναζητούσαμε πελάτες προκειμένου να τα διαθέσουμε, επειδή η οικονομική κρίση αδυνάτιζε τα πορτοφόλια των πελατών μας, είτε αυτοί ήταν νοικοκυριά είτε επιχειρήσεις.
Πέρυσι αλλά και κατά το πρώτο φετινό τετράμηνο, το σκηνικό έχει αλλάξει δραστικά. Αν δεν αντιμετωπίζαμε προβλήματα παραλαβής προϊόντων από το εξωτερικό, θα μπορούσαμε να είχαμε αυξήσει σημαντικά τόσο τον κύκλο εργασιών μας όσο και την κερδοφορία μας.
Ειδικότερα για φέτος, βλέπουμε το επίπεδο της ζήτησης μέχρι τώρα να αντέχει παρά τις αυξήσεις των τιμών και την έξαρση του πληθωρισμού, εξέλιξη που ενδεχομένως να οφείλεται στο ότι πέρυσι ανέβηκαν τόσο τα κέρδη των επιχειρήσεων όσο και οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών. Από την άλλη πλευρά, όμως, η κατάσταση στην εφοδιαστική αλυσίδα είναι η ίδια και χειρότερη σε σχέση με το 2021. Εξακολουθούμε να χάνουμε πωλήσεις λόγω απουσίας προϊόντων. Ο φόβος μας είναι μήπως κατά τους επόμενους μήνες δούμε και τη ζήτηση να υποχωρεί λόγω μιας συνεχιζόμενης πίεσης στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών».
Από την πλευρά του, πρόεδρος άλλης εισηγμένης εταιρείας σημειώνει πως οι διοικήσεις των εταιρειών καλούνται τώρα να προσαρμοστούν και να λειτουργήσουν σε περιβάλλον πληθωρισμού. «Τα τελευταία 25 χρόνια, είχαμε ξεχάσει τι θα πει πληθωρισμός και πώς μια επιχείρηση λειτουργεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Με εξαίρεση λίγους ενεργούς managers που βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή τη δεκαετία του 1980 ή και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι υπόλοιποι -και ιδίως οι νεότεροι- δεν έχουν βιώσει ξανά τέτοιες καταστάσεις.
Δυσκολεύονται να τιμολογούν κάθε εβδομάδα ή να αναθεωρούν κάθε τόσο τους όρους με τους προμηθευτές, τον ταμειακό τους προγραμματισμό και τα υπόλοιπα με τις τράπεζες. Γιατί αν όλα αυτά δεν γίνουν με τον σωστό τρόπο (έτσι ώστε να μη χαθεί μερίδιο αγοράς) και την απαιτούμενη ταχύτητα, τότε εύκολα τα μικτά περιθώρια κέρδους συρρικνώνονται και οι προϋπολογισμοί πέφτουν έξω».
Οικονομικός διευθυντής εξαγωγικής παραγωγικής εταιρείας περιγράφει γλαφυρά το καθεστώς αυξημένης αβεβαιότητας, μέσα στο οποίο λειτουργούν πολλές επιχειρήσεις: «Αναλαμβάνουμε σήμερα μια παραγγελία που πρέπει να υλοποιήσουμε και να παραδώσουμε στην Ευρώπη μέσα σε δύο μήνες, χωρίς να γνωρίζουμε το ύψος του ενεργειακού κόστους με το οποίο τελικά θα επιβαρυνθούμε και το οποίο διαφοροποιείται έντονα από μήνα σε μήνα. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι πουλάμε με ένα εύλογο περιθώριο κέρδους, αλλά αυτό θα πρέπει να αποδειχτεί και στην πράξη, καθώς οι σημερινές εντυπώσεις μας μπορούν να ανατραπούν στην πράξη, όταν λάβουμε τον λογαριασμό του ρεύματος».
Η κυριότερη ωστόσο ανησυχία των επιχειρήσεων εστιάζεται στο πόσο πολύ θα πληγεί η ζήτηση, σε περίπτωση που δεν αρχίσουν μέσα στους αμέσως επόμενους μήνες να αποκλιμακώνονται οι τιμές των καυσίμων και να αποκαθίσταται σταδιακά η ομαλότητα στην εφοδιαστική αλυσίδα.
«Γνωρίζουμε ότι το ενεργειακό κόστος θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα για αρκετά ακόμη χρόνια, μέχρις ότου υλοποιηθούν οι απαιτούμενες επενδύσεις στις ΑΠΕ, στην αποθήκευση ενέργειας, κ.λπ. Ξέρουμε επίσης ότι το εργατικό κόστος θα αυξηθεί τόσο φέτος όσο και μέσα στο 2023.
Το σχετικά θετικό σενάριο θα ήταν μια μερική έστω αποκλιμάκωση στις τιμές της ενέργειας και των βασικών commodities, συν κάποια μέτρα σε ευρωπαϊκή, ή έστω σε εθνική, βάση, που θα μπορούσαν να μετριάσουν τις αρνητικές παρενέργειες. Μια τέτοια εξέλιξη, σε συνδυασμό με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε περαιτέρω μείωση της ανεργίας και έναν συμπαθητικό ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ και των επιχειρηματικών κερδών μέσα στο 2022», αναφέρεται χαρακτηριστικά.