Οι τιμές του ρεύματος και του φυσικού αερίου μονοπωλούν την καθημερινότητα και τις συζητήσεις περί των αυξήσεων των τιμών, ωστόσο, οι δύο αυτές αγορές είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.
Οι τιμές των αγαθών συνολικά -και όχι μόνο των προϊόντων της ενέργειας- έχουν πάρει κυριολεκτικά «φωτιά» του τελευταίους μήνες, βάζοντας πολύ «δύσκολα» σε καταναλωτές, επιχειρήσεις αλλά και κυβερνήσεις. Η άνοδος των εμπορευμάτων καθιστά επίσης πολύ ακριβότερα τα τρόφιμα, με αποτέλεσμα το «καλάθι της νοικοκυράς» να έχει γίνει πολύ «βαρύτερο».
Η ανοδική τάση που παρατηρείται στις τιμές οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων που έχουν πλέον αποκτήσει μορφή «χιονοστιβάδας» και σχετίζονται με την πανδημία, τις μεταφορές, την απότομη επάνοδο της ζήτησης μετά τα lockdown, τις αδυναμίες στις δυνάμεις της προσφοράς, την κερδοσκοπία, τις προσδοκίες και προσφάτως την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ειδικά, οι διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού και οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού έχουν εντείνει την πίεση στην ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης σε πολλές κατηγορίες προϊόντων.
Οι μεταβολές τιμών που «ζαλίζουν»
Ο δείκτης Refinitiv Commodity CRB Index, ένας σύνθετος και αντιπροσωπευτικός δείκτης μέτρησης των τιμών των βασικών εμπορευμάτων, σημειώνει άνοδο 60% σε ετήσια βάση. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από το 1995, που είναι διαθέσιμα συγκρίσιμα στοιχεία. Μια ευρεία γκάμα εμπορευμάτων βρίσκεται σε άνοδο, ιδίως το αργό πετρέλαιο και τα άλλα καύσιμα. Μεταξύ των 22 βασικών εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στον δείκτη αναφοράς, εννέα αυξήθηκαν περισσότερο από 75%, συμπεριλαμβανομένων των τιμών σε γνωστά εμπορεύματα, όπως το φυσικό αέριο, το οποίο αυξήθηκε κατά 316%, το πετρέλαιο, το οποίο αυξήθηκε κατά 76%, το αλουμίνιο αυξήθηκε κατά 60%, ο καφές κατά 55% και τα λιπάσματα κατά 140%.
Οι τιμές του φυσικού αερίου, οι οποίες οδηγούν τα έξοδα θέρμανσης αλλά και την τιμή του ρεύματος στην Ευρώπη, τους τελευταίους δώδεκα μήνες έχουν ωθηθεί προς τα πάνω κατά 600%! Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι αυξανόμενες κυρώσεις στη Ρωσία έχουν πλέον οδηγήσει την τιμή πάνω από τα 100 ευρώ ανά MW στο ολλανδικό χρηματιστήριο ενέργειας TTF. Η αύξηση είναι της τάξεως του 600% σε ετήσια κλίμακα ενώ από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, η αύξηση ξεπερνά το 50%!
Οι τιμές των τροφίμων διαμορφώνονται 35% υψηλότερα σε ένα έτος αλλά +12% από την έναρξη των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. Πρωταθλητής ανόδου στα τρόφιμα είναι οι τιμές του χοιρινού κρέατος που σκαρφάλωσαν κατά 50% περίπου σε σχέση με τρεις μήνες νωρίτερα στο τέλος Μαρτίου. Η τιμή του χοιρινού κρέατος, το οποίο καταναλώνεται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες αλλά και στην Ασία, ωθήθηκε προς τα πάνω από τις υψηλότερες τιμές της σόγιας (+23% σε ένα μήνα) και του καλαμποκιού, που χρησιμοποιούνται και τα δύο ως ζωοτροφές. Το φοινικέλαιο, που έχει ιδιαίτερα μεγάλη κατανάλωση σε μεγάλες ασιατικές χώρες όπως Κίνα, Ινδία, Ινδονησία και Μαλαισία αλλά και τη Λατινική Αμερική, η τιμή έχει ανέλθει πάνω από 70% τους τελευταίους δώδεκα μήνες αλλά και +17% τον τελευταίο μήνα.
Η ανοδική πίεση των εμπορευμάτων έχει προκαλέσει μια σειρά αλυσιδωτών αντιδράσεων στις αγορές. Τα χυτήρια αλουμινίου, τα οποία χρησιμοποιούν τεράστιες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας, έχουν αναγκαστεί να μειώσουν την παραγωγή καθώς το κόστος παραγωγής αυξάνεται, δημιουργώντας ελλείψεις του μετάλλου. Η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου έχει ανεβάσει την τιμή της αμμωνίας, ενός βασικού συστατικού των λιπασμάτων, η οποία με τη σειρά της ανεβάζει τις τιμές των σιτηρών. Τα σιτηρά έχουν ανέλθει από τη εισβολή κατά 25% και το αλουμίνιο κατά 8%. Αυτές ωστόσο οι αυξήσεις έρχονται να προστεθούν σε ένα ράλι τιμών των προηγούμενων 12 μηνών που ξεπερνά το 65% και το 50%, αντίστοιχα, για τις δύο αγορές. Ειδικά για την αγορά των λιπασμάτων, που αφορά όλες τις μορφές παραγωγής, η άνοδος του δωδεκαμήνου ξεπερνά το 130% και από την εισβολή το 25%.
Η μεταβολή στις αγορές ενεργειακών προϊόντων είναι της τάξεως του 25% τις τελευταίες 45 ημέρες περίπου που είναι η εισβολή της Ρωσίας, αλλά πάνω από 100% το τελευταίο δωδεκάμηνο. Ελαφρώς μεγαλύτερη είναι η επίδραση στα έλαια με +41% και +14%, αντίστοιχα. Τα πολύτιμα μέταλλα και ειδικά ο χρυσός, για λόγους ασφάλειας αλλά και κερδοσκοπίας, σημειώνουν άνοδο 5% από την εισβολή αλλά και 10% το τελευταίο έτος.
Από τις ελάχιστες κατηγορίες που δεν κινούνται με άνοδο και πλήττεται σε δωδεκάμηνη βάση αλλά και από την έναρξη του πολέμου είναι η ξυλεία (hardwood), με -6% αλλά και -3%, σε δώδεκα μήνες και 45 ημέρες αντίστοιχα.
Οι λόγοι πίσω από την παρατεταμένη έκρηξη τιμών
Συνολικά, οι παγκόσμιες τιμές των βασικών εμπορευμάτων έχουν εκτιναχθεί με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων 20-25 ετών, σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας και οι φόβοι ότι ο πληθωρισμός θα μπορούσε να γίνει πηγή πολιτικής αστάθειας παγκοσμίως, είναι πλέον υπαρκτοί. Οι αυξήσεις των τιμών, οι οποίες το τελευταίο διάστημα έχουν γίνει πολύ πιο αισθητές, έχουν ξεκινήσει όμως πολύ νωρίτερα, αφού εδώ και ένα έτος περίπου η πλειονότητα των πρώτων υλών σημειώνει συνεχόμενο ράλι τιμών, που έχει οδηγήσει πολλά εμπορεύματα και πρώτες ύλες σε διπλασιασμό ή και τριπλασιασμό της τιμής τους.
Οι υψηλότερες τιμές της ενέργειας επηρεάζουν το κόστος παραγωγής και των άλλων εμπορευμάτων, όπως π.χ. τα μέταλλα και τα σιτηρά και αυτά από την πλευρά τους επηρεάζουν ανοδικά τις τιμές π.χ. των λιπασμάτων κ.ο.κ., με τελικό αποτέλεσμα ένα φαύλο κύκλο αυξήσεων και ανατιμήσεων σε σειρά προϊόντων και αγαθών. Ιστορικά, η λύση που δυστυχώς φαίνεται να λύνει το πρόβλημα σε αυτούς τους υπερ-κύκλους των τιμών εμπορευμάτων, όπως ονομάζονται, είναι η καταστροφή της ζήτησης και η οποία λαμβάνει χώρα είτε μέσα από περιόδους υπερπληθωρισμού και στασιμοπληθωρισμού εν συνεχεία, αλλά μέσα από πιο αρνητικές διαδικασίες προσαρμογής όπως πόλεμοι, λιμοί και επιδημίες.
Ας μη λησμονούμε ότι η άνοδος των τιμών των εμπορευμάτων έχει προκαλέσει πολιτική αστάθεια και στο πρόσφατο παρελθόν, ενώ η Αραβική Άνοιξη του 2011 θεωρείται ότι πυροδοτήθηκε από τις υψηλότερες τιμές των τροφίμων. Στην τρέχουσα κατάσταση, οι αγορές εμπορευμάτων πιέζονται από δύο κατευθύνσεις. Από τη μία πλευρά, η ζήτηση ανθεί καθώς οι οικονομίες ανακάμπτουν από την πανδημία του κορωνοϊού. Από την άλλη πλευρά, οι επαρκείς προμήθειες για την κάλυψη αυτής της ζήτησης παρεμποδίζονται από γεωπολιτικούς παράγοντες.
Συνεπώς, ο αντίκτυπος της ανόδου των εμπορευμάτων στην πολιτική σταθερότητα γίνεται όλο και πιο ανησυχητικός. Οι χώρες οι οποίες εισάγουν το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειάς τους βλέπουν τους δείκτες τιμών καταναλωτή της να αυξάνεται έως και 50% (Τουρκία ) σε ετήσια βάση τον Μάρτιο, ενώ στη χώρα μας η άνοδος είναι της τάξης του 6,2% και έπεται συνέχεια. Το επόμενο στάδιο είναι οι περιορισμοί στις εξαγωγές, σε προϊόντα όπως ο άνθρακας και το φοινικέλαιο, που χρησιμοποιείται σε μια ευρεία ποικιλία τροφίμων και καταναλωτικών προϊόντων. Αυτός ο «εθνικισμός των πόρων», κατά τον οποίο μια χώρα συσσωρεύει τους πόρους της υπέρ της εγχώριας οικονομίας της, γίνεται μια άλλη πηγή ανοδικών πιέσεων στις διεθνείς τιμές.