Το βάθος των συνεπειών της πανδημίας θα εκδηλωθεί με κάποια υστέρηση και μετά την άρση των μέτρων στήριξης, εκτιμά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας στην έκθεση για τη νομισματική πολιτική και καλεί τις τράπεζες να μην εφησυχάσουν και να εντείνουν τις προσπάθειες βελτίωσης του ενεργητικού τους.
Με δεδομένο ότι η πανδημία βρίσκεται σε εξέλιξη και οι συνέπειες αυτής δεν μπορούν ακόμη να ποσοτικοποιηθούν, ο διοικητής της ΤτΕ στέλνει μήνυμα στις διοικήσεις των τραπεζών, τις οποίες καλεί:
- Να επανεξετάζουν συνεχώς την επάρκεια των προβλέψεων έναντι του πιστωτικού κινδύνου και
- Να ενισχύσουν τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για ενδεχόμενη αθέτηση πληρωμής δανείων.
Κρίσιμη θεωρεί η Τράπεζα της Ελλάδος την προσεκτική και σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις εποπτικές αρχές άρση των μέτρων στήριξης της πανδημίας. Συγκεκριμένα στην Έκθεση αναφέρεται ότι «είναι ιδιαίτερα κρίσιμο να υπάρξει προσεκτικός σχεδιασμός του χρονοδιαγράμματος άρσης των μέτρων στήριξης που έχουν λάβει το Ευρωσύστημα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η κυβέρνηση και οι εποπτικές αρχές».
Σημαντική μείωση
Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανήλθε, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, στο τέλος Σεπτεμβρίου 2021 σε 20,9 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 26,3 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου 2020 και κατά 86,3 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο.
Η υποχώρηση του αποθέματός τους κατά τη διάρκεια του 2021 οφείλεται κυρίως σε πωλήσεις δανείων ύψους 26,2 δισ. ευρώ (λόγω της αξιοποίησης του προγράμματος «Ηρακλής») και λιγότερο σε εισπράξεις μέσω ενεργητικής διαχείρισης (δηλαδή μέσω αναδιαρθρώσεων/ρυθμίσεων δανείων, είσπραξης καθυστερούμενων οφειλών, ρευστοποίησης εξασφαλίσεων κ.λπ.). Επίσης, τη μείωση των NPLs υποβοήθησαν, μετά και τη λήξη των μέτρων αναστολής πληρωμής δόσεων, τα μέτρα των τραπεζών για διευκόλυνση πελατών τους όσον αφορά τους όρους αποπληρωμής των δανείων τους.
Ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων εμφάνισε σημαντική μείωση, αλλά παρέμεινε υψηλός (15%) τον Σεπτέμβριο του 2021 σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (2,3%, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών). Ο δείκτης κάλυψής τους από συσσωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκε σε 43,5%, έναντι 44,4% τον Σεπτέμβριο του 2020.