Ανακοινώνοντας τα οικονομικά αποτελέσματα της Interamerican για το 2020 (επαναλαμβανόμενα προ φόρων κέρδη 28,8 εκατ. έναντι 18,8 εκατ. ευρώ το 2019), ο CEO της εταιρείας κ. Γιάννης Καντώρος εξέφρασε την ικανοποίησή του, για το γεγονός ότι κατά την τελευταία πενταετία, η επαναλαμβανόμενη ετήσια κερδοφορία υπερβαίνει σε γενικές γραμμές το επίπεδο των 20 εκατ. ευρώ, προερχόμενη μάλιστα κυρίως από ασφαλιστικές εργασίες και δευτερευόντως από αποτελέσματα επενδύσεων.
Σαφώς ικανοποιητικά κινήθηκαν το 2020 και τα κέρδη πολλών άλλων εγχώριων ασφαλιστικών εταιρειών, όπως για παράδειγμα της Εθνικής (87,9 εκατ.), της Eurolife (151,9 εκατ. ευρώ), της Ευρωπαϊκής Πίστης (18,52 εκατ. μετά από φόρους, με αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων 17,5%), της Interlife (19,65 εκατ.), της Allianz (7,9 εκατ. μετά από φόρους), της NP Insurance (8,6 εκατ.) και της Generali Hellas (5,6 εκατ. ευρώ μετά από φόρους).
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα δηλώνει στο Euro2day.gr γνωστός παράγοντας του κλάδου: «Από το 2013 και μετά, οι σημειούμενες ικανοποιητικές κερδοφορίες των ασφαλιστικών εταιρειών έχουν οδηγήσει σε επαρκέστατους εποπτικούς δείκτες, αλλά και σε σαφώς ικανοποιητικές αποδοτικότητες επί των ιδίων κεφαλαίων τους. Το ζητούμενο ωστόσο είναι το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα σε βάθος χρόνου, γεγονός που θα εξαρτηθεί τόσο από την πορεία της ελληνικής οικονομίας όσο και από τη βούληση της Πολιτείας να προχωρήσει σε θεσμικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο να αντιμετωπίσει χρόνια κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, στην άμβλυνση των οποίων θα μπορούσε να συμβάλει ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης».
Ξεκινώντας από τη φετινή χρονιά, θα μπορούσε κάποιος να περιμένει ότι οι συντελεστές κέρδους των ασφαλιστικών εταιρειών θα συρρικνωθούν στους κλάδους οχημάτων και υγείας (λόγω της πανδημίας και των περυσινών περιοριστικών μέτρων, μειώθηκαν το 2020 η οδική κυκλοφορία και οι επισκέψεις ασθενών στις ιδιωτικές κλινικές), ενώ παράλληλα θεωρείται δύσκολο επιχείρημα η επανάληψη των περυσινών κερδών από επενδύσεις.
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα κινηθούν σε τέσσερις άξονες, προκειμένου να βελτιώσουν περαιτέρω τις επιδόσεις τους.
- Πρώτον, στην παρατηρούμενη σημαντική αύξηση της ζήτησης στον κλάδο ζωής και ιδιαίτερα στα αποταμιευτικά-επενδυτικά προϊόντα τύπου unit linked, τάση η οποία τροφοδοτείται από το περιβάλλον των μηδενικών τραπεζικών επιτοκίων (μεταφορά αποταμιεύσεων από τις καταθέσεις σε μακρόχρονα ασφαλιστικά προίόντα).
- Δεύτερον, στον στόχο για αύξηση της παραγωγής σε κλάδους που πέρυσι είχαν υστερήσει λόγω της πανδημίας (π.χ. τουριστικές δραστηριότητες, λιανικό εμπόριο) και φέτος αναμένεται να σημειώσουν καλύτερες επιδόσεις. Γενικότερα άλλωστε, το ύψος της ασφαλιστικής παραγωγής επηρεάζεται από την πορεία του ΑΕΠ, όταν στην Ελλάδα αναμένονται σημαντικοί ρυθμοί ανάπτυξης κατά την επόμενη τριετία.
- Τρίτον, στη μείωση του λειτουργικού κόστους μέσω των δράσεων για ολοένα και μεγαλύτερη ψηφιοποίηση των εργασιών και
- τέταρτον, μέσα από την προσπάθεια εντονότερης δραστηριοποίησης των δικτύων διαμεσολάβησης, σε μια περίοδο όπου ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού πείθεται για την αναγκαιότητα της ασφάλισης.
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους ωστόσο, πολλά θα κριθούν σε βάθος χρόνου και από τη στάση της Πολιτείας σε μια σειρά από κομβικά ζητήματα κοινωνικού και οικονομικού ενδιαφέροντος, στα οποία η ιδιωτική ασφάλιση θα μπορούσε να διαδραματίσει θετικό ρόλο.
Ενδεικτικά, ο Γιάννης Καντώρος αναφέρθηκε στο συνταξιοδοτικό (τόνισε ότι θα πρέπει να γίνουν περισσότερα πράγματα, πέρα από τις θετικές πρωτοβουλίες που θεσπίζονται στον δεύτερο πυλώνα), στον χώρο της υγείας (υπάρχουν μεγάλα περιθώρια γόνιμης συνεργασίας μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα), στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, αλλά και στην εύρεση τρόπων προκειμένου ένα τμήμα των 10 δισ. ευρώ των εγχώριων ασφαλιστικών εταιρειών που «λιμνάζουν» στο εξωτερικό, να επιστρέψουν στην ελληνική οικονομία.