Δυσοίωνο το σενάριο για την Ελλάδα, που καταθέτει η Deutsche Bank. Εκτιμά ότι η φετινή χρονιά για την Ελλάδα δεν θα είναι τίποτα το ιδιαίτερο καθώς θα σημειώσει μικρή ανάκαμψη, της τάξεως του 2%.
Η γερμανική τράπεζα μεταθέτει την ουσιαστική ανάκαμψη της χώρας μας το 2022, έτος όπου περιμένει ρυθμό ανάπτυξης 6,1%, το οποίο θα είναι από τους υψηλότερους μεταξύ των χωρών που παρακολουθεί.
Η γερμανική Deutsche Bank υπολογίζει ότι το έλλειμμα της χώρας την επόμενη διετία θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα καθώς από το έλλειμα 9,6% του ΑΕΠ πέρυσι, φέτος θα μειωθεί στο 7,2% του ΑΕΠ και θα διατηρηθεί στο 7,4% το 2022, παραμένοντας σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, υψηλότερα από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών κρατών για τη διετία 2021-2022.
Όλες οι προβλέψεις για τη χώρα μας αλλά και τις χώρες της Ε.Ε βασίζονται στην υπόθεση ότι το Ταμείο Ανάκαμψης NGEU θα έχει ενεργοποιηθεί στο δεύτερο μισό της φετινής χρονιάς και η γερμανική τράπεζα εξετάζει αν τελικά το ταμείο θα μπορέσει ουσιαστικά να βοηθήσει στο χάσμα των επενδύσεων στην περιοχή.
Ταυτόχρονα, ελλειμματικό θα παραμείνει και το εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας, με έλλειμμα της τάξεως του -6.7%, -5.4% και -4.2% για την περίοδο 2020-2022, ενώ μόλις το 2022 η χώρα θα μπορέσει να ξεφύγει από τον αποπληθωρισμό.
Σύμφωνα με την Deutsche Bank, η Ε.Ε. θα πρέπει να κάνει περισσότερα από το Ταμείο Ανάκαμψης, μιας και θεωρεί πιθανό ότι δεν θα μπορέσει να κλείσει το επενδυτικό κενό στην Ευρωζώνη ενώ τυχόν καθυστερήσεις θα επέφεραν αρνητικό αντίκτυπο στην ανάκαμψη. Η γερμανική τράπεζα υπολογίζει ότι το επενδυτικό κενό στην Ευρωζώνη είναι της τάξεως του 1,7 τρισ. ευρώ πριν την πανδημία, αφού τα τελευταία 15 χρόνια η Ευρωζώνη υποεπενδύει. Το σοκ της πανδημίας, σε συνδυασμό με το μεγάλο επενδυτικό κενό, δείχνει πως οι αυξημένες δημόσιες επενδυτικές δαπάνες είναι αναγκαίες.
Τα 750 δισεκατομμύρια από το Ταμείο αποτελούν το πρώτο πρόγραμμα δημοσιονομικής τόνωσης που χρηματοδοτείται με χρέος σε δημόσιες επενδύσεις στην περιοχή για την ερχόμενη επταετία ή 1% περίπου του ΑΕΠ ετησίως. Η γερμανική τράπεζα επισημαίνει ότι η αποτελεσματικότητα του Ταμείου στην αύξηση των επενδύσεων και στην πραγματική ώθηση στο μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό της Ευρώπης θα εξαρτηθεί από τη διάθεση της Ευρώπης να μετασχηματιστεί. Μια ουσιαστική αλλαγή των ευρωπαϊκών προοπτικών απαιτεί σημαντική ενίσχυση των προσπαθειών για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, την εφαρμογή της ένωσης κεφαλαιαγορών, τη μεταρρύθμιση του δημοσιονομικού πλαισίου και πολλά άλλα, καθώς και την αποσαφήνιση του πλαισίου γύρω από την πράσινη μετάβαση της ΕΕ.