Σύσταση προς την κυβέρνηση να βρει μια εναλλακτική λύση, εφόσον δεν υιοθετηθεί η πρόταση της ΤτΕ για σύσταση bad bank, του προβλήματος του υψηλού αναβαλλόμενου φόρου που έχουν οι τράπεζες στα κεφάλαιά τους, απεύθυνε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μέσα από την Έκθεση. «Στην περίπτωση που δεν επιλεγεί τελικά η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος, θα πρέπει να βρεθεί ένας εναλλακτικός τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, συνεπής με την κείμενη νομοθεσία περί κεφαλαιακών απαιτήσεων», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Οι συνέπειες της πανδημίας
Εκτενής αναφορά γίνεται στις συνέπειες της πανδημίας στον τραπεζικό τομέα, οι οποίες σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος αναμένεται να ενταθούν το 2021. Η επίπτωση αφορά κυρίως τη δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και την αναμενόμενη επιδείνωση του λόγου των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων προς το σύνολο των εποπτικών κεφαλαίων. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προβλέψει ότι το 2021 θα δημιουργηθούν νέα NPLs ύψους 8-10 δισ. ευρώ.
Οι τράπεζες, επομένως, επισημαίνεται στην Έκθεση, θα πρέπει να επανεξετάσουν την επάρκεια των προβλέψεών τους έναντι του πιστωτικού κινδύνου. Αν και το ποσοστό κάλυψης από προβλέψεις βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με τον μέσο όρο της ΕΕ, είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο κρατών-μελών με υψηλό λόγο μη εξυπηρετούμενων δανείων. Εκτός από τα «δίδυμα» προβλήματα των NPLs και των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων, οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν και μια σειρά από άλλες σοβαρές προκλήσεις, κοινές όμως και για τις περισσότερες τράπεζες της ευρωζώνης, όπως:
- η χαμηλή οργανική κερδοφορία, λόγω και των χαμηλών επιτοκίων,
- ο αυξανόμενος ανταγωνισμός από μη τραπεζικά ιδρύματα,
- προκλήσεις που πηγάζουν από την ατελή τραπεζική ένωση, καθώς και
- λοιπές προκλήσεις που συνδέονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και με κυβερνοεπιθέσεις.
Ναι μεν αλλά…
Με την ολοκλήρωση του προγράμματος «Ηρακλής 2» εντός του 2021, εκτιμάται ότι ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων θα υποχωρήσει περίπου στο 25% και ο μέσος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας προσωρινά χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα αλλά άνω του ελάχιστου εποπτικού ορίου, με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης στα κεφάλαια των τραπεζών.
Σε αυτούς τους δείκτες όμως δεν περιλαμβάνονται τα νέα ΜΕΔ που αναμένεται να προστεθούν στον υφιστάμενο όγκο, λόγω των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να αναληφθούν πρόσθετες ενέργειες, οι οποίες θα διευκολύνουν την εμπροσθοβαρή αναγνώριση των ζημιών λόγω αυξημένου πιστωτικού κινδύνου εξαιτίας της πανδημίας και την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών μαζί με την αντιμετώπιση του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.
Απαραίτητη η bad bank
Για τον σκοπό αυτό, συμπληρωματικά με το υπό εξέλιξη πρόγραμμα «Ηρακλής», η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προτείνει προς την κυβέρνηση τη σύσταση εταιρείας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company - AMC), στην οποία θα μεταβιβαστούν μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην καθαρή λογιστική τους αξία και στη συνέχεια θα τιτλοποιηθούν σε πραγματικούς όρους αγοράς.
Η μεταβίβαση στην καθαρή λογιστική τους αξία παρέχει κίνητρα στις τράπεζες με υψηλό δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ η τιτλοποίηση σε όρους αγοράς αυξάνει τη ρευστότητα των τραπεζών, ενισχύει την οργανική κερδοφορία και βελτιώνει την ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων.
Σημαντικότερα, η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος επιλύει και το πρόβλημα των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων. Σημειώνεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο θα παρέχει, έναντι προμήθειας από τις τράπεζες, την εγγύησή του ώστε να καλυφθεί η διαφορά μεταξύ της αξίας μεταβίβασης και της εκτιμώμενης αγοραίας αξίας.
Επιπρόσθετα, οι τράπεζες θα καταβάλουν και ειδικό τέλος (σε βάθος πενταετίας) ως αμοιβή εισόδου στο σχήμα. Επίσης, το Ελληνικό Δημόσιο θα διατηρήσει το δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη από υψηλότερες του αναμενομένου ανακτήσεις δανείων, μέσω διακράτησης του μεγαλύτερου μέρους των τίτλων κατώτερης διαβάθμισης. Η κυβέρνηση εξετάζει τη σκοπιμότητα της ίδρυσης εταιρείας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού, όπως έχει προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος, και παράλληλα έχει αιτηθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την επέκταση του προγράμματος «Ηρακλής».
Ο «χάρτης» των κόκκινων δανείων
Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ( Non Performing Exposures- NPEs) ανήλθαν στο τέλος του Δεκεμβρίου 2020 σε 47,4 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά περίπου 21 δισ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος του Δεκεμβρίου 2019. Ο λόγος των NPEs προς το σύνολο των δανείων παραμένει υψηλός, 30,2%, έναντι μέσου όρου μόλις 2,8% στην ΕΕ. Είναι δε πιθανόν, σύμφωνα με την ΤτΕ να υπάρξει αντιστροφή της αποκλιμάκωσης όταν έλθει η ώρα να αρθούν τα μέτρα στήριξης που υιοθετήθηκαν λόγω της πανδημίας COVID-19 και απέτρεψαν προσωρινά την πλήρη εκδήλωση των συνεπειών της για τη χρηματοοικονομική ευρωστία των οικονομικών μονάδων.
Ως προς τη διάρθρωση των NPEs, σε απόλυτα μεγέθη, πάνω από το ήμισυ αφορά επιχειρηματικά δάνεια, το 1/3 περίπου στεγαστικά και το υπόλοιπο καταναλωτικά δάνεια. Επίσης, το ήμισυ σχεδόν του υπολοίπου των NPEs αφορά δάνεια που έχουν ήδη καταγγελθεί από τις τράπεζες, ενώ το υπόλοιπο των NPEs, που συνδέονται με ρυθμίσεις, αντιπροσωπεύει περίπου το 1/3 του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Επί δε του συνόλου των δανείων, εξυπηρετούμενων και μη, σε καθεστώς ρύθμισης υπάγεται περίπου το 1/5. Επισημαίνεται ότι υψηλό ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης εμφάνισε και πάλι καθυστέρηση, και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις η εξέλιξη αυτή παρατηρήθηκε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα μετά την εφαρμογή της ρύθμισης.