Οικόπεδα, καλλιέργειες, βοσκοτόπια, ελαιώνες, κατοικίες, δρόμοι, λιμάνια και παραλιακές εκτάσεις εμφανίζονται ως δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, σύμφωνα με τους αναθεωρημένους Δασικούς Χάρτες που ανήρτησε το Υπουργείο Περιβάλλοντος, δημιουργώντας την ανησυχία αλλά και την έντονη αντίδραση ιδιοκτητών και φορέων σε όλη τη χώρα, γεγονός που οδήγησε στην οριζόντια παράταση για τις αντιρρήσεις.
Τόσο περιφερειακά συμβούλια, δήμοι αλλά και σύλλογοι ιδιοκτητών ακινήτων ζητούν την απόσυρση των δασικών χαρτών, έως ότου το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος προβεί στις κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις -τις οποίες εξάλλου έχει προαναγγείλει- αλλά και τη χρονική παράταση για την υποβολή αντιρρήσεων, οι οποίες ήδη σύμφωνα με εκτιμήσεις ξεπερνούν τις 180.000.
Ένα ακόμη πρόβλημα που δημιουργείται, είναι πως με εγκύκλιο του ΥΠΕΝ τον Ιανουάριο του 2021, ορίζει ότι γίνονται δεκτές αντιρρήσεις μόνο για το αναμορφωμένο τμήμα του αναρτώμενου δασικού χάρτη και μόνο ως προς τα τμήματα για τα οποία δεν έχουν ήδη υποβληθεί αντιρρήσεις ή αιτήματα πρόδηλων σφαλμάτων.
Πρακτικά, όπως σημειώνει με η Ένωση Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων Ελλάδος, η εγκύκλιος ακυρώνει τις πρόνοιες του σχετικού νόμου (4685/20) και της ακόλουθης υπουργικής απόφασης (ΥΠΕΝ/ ΔΠΔ/ 64663/ 3.7.2020)
«Βάσει της επίμαχης εγκυκλίου, οι ενστάσεις που θα γίνονται δεκτές θα πρέπει να αφορούν μόνο εκείνο το τμήμα των δασικών χαρτών το οποίο αναθεωρήθηκε. Εξαιρεί δηλαδή τις ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονταν στο σύνολο των εκτάσεων που καθόριζε ο νόμος. Δίνει, δε, το δικαίωμα υποβολής ένστασης μόνο σε αυτές τις οποίες οι δασικές υπηρεσίες εξαίρεσε με τους αναθεωρημένους χάρτες. Εάν δηλαδή, για παράδειγμα, είχαν υποβάλει αιτήσεις και δικαιολογητικά 1.000 πολίτες για να αποχαρακτηριστούν οι εκτάσεις που είχαν χαρακτηριστεί ως δάση ή δασικές εκτάσεις και από αυτές οι δασικές υπηρεσίες αποχαρακτήρισαν τις 300, μόνον αυτοί έχουν δικαίωμα να υποβάλουν ενστάσεις και όχι οι υπόλοιποι 700», σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η Ένωση Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων Ελλάδος.
Σημειώνεται ότι σωρεία διαμαρτυριών που εκφράζονται μέσω των αντιρρήσεων αφορούν στην αδυναμία του δημοσίου να ενσωματώσει πράξεις Διοίκησης που νομιμοποιούν και αποχαρακτηρίζουν τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, τις εκχερσωμένες δασικές εκτάσεις και τους «δασωμένους αγρούς». Πρόκειται για τα «πρόδηλα σφάλματα», για τα οποία δεν φέρουν ευθύνη οι ιδιοκτήτες, οι οποίοι ζητούν την επίλυση του προβλήματος.
Μέχρι και σήμερα, η εξέταση των αντιρρήσεων και των «πρόδηλων σφαλμάτων» περνά από τις δασικές υπηρεσίες, οι οποίες δεν μπορούν να ανταποκριθούν ούτε στον όγκο ούτε στις τεχνικές απαιτήσεις αυτής της διαδικασίας, σημειώνουν σειρά φορέων.
Πάντως στο ΥΠΕΝ, όπως ήδη έχει αναφέρει ο αρμόδιος υφυπουργός Περιβάλλοντος Γ. Αμυράς, έχει δημιουργηθεί νομοπαρασκευαστική επιτροπή που έχει αναλάβει να διευθετήσει το όλο ζήτημα των αντιρρήσεων ιδιοκτητών, με ορίζοντα προώθησης της νομοθετικής της πρότασης μέσα στο καλοκαίρι.
Οι «οικιστικές πυκνώσεις»
Ένα ακόμη πρόβλημα που καίει χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων είναι οι λεγόμενες «οικιστικές πυκνώσεις», ακίνητα δηλαδή εντός των δασικών εκτάσεων, που για πρώτη φορά ενσωματώνονται στους δασικούς χάρτες.
Είχε προηγηθεί η απόφαση του ΣτΕ που έκρινε αντισυνταγματικές τις υπουργικές αποφάσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (που βασίστηκαν σε νόμο του 2010), που αφορούσαν τόσο την εξαίρεση των «οικιστικών πυκνώσεων» από τους δασικούς χάρτες όσο και τη ρύθμιση για την εξαγορά εκχερσωμένων εκτάσεων.
Ο νόμος 4685/20 ήρθε να διευθετήσει το ζήτημα και να συμπεριλάβει τους συγκεκριμένους οικισμούς στους αναθεωρημένους δασικούς χάρτες, οι οποίοι ωστόσο νωρίτερα είχαν οριοθετηθεί από τους δήμους, μάλλον ελλιπώς και λανθασμένα. Αν και αρμόδιες πηγές εκ μέρους του ΥΠΕΝ σημειώνουν πως όσοι ιδιοκτήτες έχουν διοικητικές πράξεις και συμβόλαια κυριότητας δεν διατρέχουν κινδύνους, εντούτοις η συμπερίληψη των ακινήτων τους ενδέχεται να ακυρώσει τα νόμιμα δικαιώματά τους (μεταβίβασης ή ακόμη και επισκευών ή συμπληρωματικών ανεγέρσεων) ή να οδηγήσει τις ιδιοκτησίες τους στο καθεστώς των αυθαίρετων κτισμάτων.
Στο πλαίσιο αυτό, το ΥΠΕΝ αναζητά λύση ορθής καταγραφής των συγκεκριμένων οικισμών, μέσω ειδικής πλατφόρμας αλλά και δημιουργίας ενός πλαισίου προστασίας τους, προσβλέποντας σε μελλοντική ρύθμιση της κατάστασης.
Οι προσφυγές
Η όλη διαδικασία βρίσκεται ωστόσο και υπό δικαστική εκκρεμότητα καθώς τόσο το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος όσο και η Πανελλήνια Ένωση Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων αλλά και επτά περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν προσφύγει στο ΣτΕ, ζητώντας την ακύρωση του νόμου 4685/20.
Οι προσφυγές έγιναν καθώς θεωρήθηκε ότι η αναμόρφωση των χαρτών οδηγεί σε μαζικούς αποχαρακτηρισμούς δασικών εκτάσεων, ενώ παράλληλα ακυρώνει και όλο το έργο της ανάρτησης που είχε προηγηθεί. Η συζήτηση στο ΣτΕ είχε αναβληθεί ήδη τρεις φορές, αλλά σύμφωνα με πληροφορίες εκδικάσθηκε στις 19 Μαρτίου.
Υπέρ της υπουργικής απόφασης έχουν παρέμβει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων και η Ένωση Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων Ελλάδος. Η ΠΟΜΙΔΑ άσκησε παρέμβαση υποστηρίζοντας πως έως τώρα η διοίκηση, κατά την κατάρτιση των δασικών χαρτών, αγνοούσε πλήρως πράξεις του ίδιου του κράτους, με τις οποίες παραχωρούνταν νόμιμα ιδιοκτησιακά δικαιώματα παράλληλα με δικαιώματα χρήσεως σε πολίτες. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Πανελλήνιος Σύλλογος Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων.
Σημειώνεται ωστόσο πως αν το ΣτΕ κάνει δεκτές τις προσφυγές, τότε η υπόθεση των δασικών χαρτών ξεκινά και πάλι από το μηδέν…