Τη συνένωση των δυνάμεων των κεντρικών αρχών δημοσίων συμβάσεων και των επιτροπών ανταγωνισμού των κρατών-μελών προκρίνει η Κομισιόν, ως ένα αποτελεσματικό μέτρο για την καταπολέμηση των αθέμιτων συμπράξεων στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων.
Μάλιστα, με πρόσφατη ανακοίνωσή της (18/3/2021) προτρέπει τις χώρες της ΕΕ να επιτρέπουν στις αρχές ανταγωνισμού την πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων, ώστε να διερευνώνται περιπτώσεις που πιθανόν περιέχουν «συστατικά» σύμπραξης.
Επισημαίνεται ότι η ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού ήδη έχει συστήσει και θα παρουσιάσει σήμερα 6/4/2021 την πλατφόρμα «HCC Data Analytics and Economics Intelligence». Πρόκειται για ένα έργο πρωτοποριακό σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, που σκοπό έχει να δημιουργήσει ένα σύστημα συλλογής δεδομένων πραγματικού χρόνου, που θα δίνει τη δυνατότητα στην επιτροπή να σχηματίζει ταχύτερα εικόνα για την εξέλιξη των αγορών και να φιλτράρει φαινόμενα καταχρηστικών, αντιανταγωνιστικών συμπεριφορών για παράνομες συμπράξεις (καρτέλ), αλλά ακόμη και για περιπτώσεις νόθευσης διαγωνισμών.
Οι κυριότερες πηγές δεδομένων που θα τροφοδοτούν την πλατφόρμα περιλαμβάνουν δεδομένα από το παρατηρητήριο τιμών e-καταναλωτής και τα δεδομένα χονδρικής του Ο.Κ.Α.Α., τα προγράμματα ΔΙΑΥΓΕΙΑ , TAXIS, τη Eurostat, την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), το Χρηματιστήριο Αθηνών, το ΓΕΜΗ, όπως επίσης και το Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ) και το Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ).
Μείζων παράγοντας κινδύνου
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εδώ και πολλά χρόνια, οι αθέμιτες συμπράξεις αναγνωρίζονται και αντιμετωπίζονται ως μείζων παράγοντας κινδύνου για την αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών καθώς εκτιμάται ότι αυξάνουν έως και κατά 60% το κόστος που καταβάλλουν οι αγοραστές του δημόσιου τομέα σε σχέση με εκείνο που θα κατέβαλλαν υπό κανονικές συνθήκες αγοράς.
Μάλιστα, ακόμη και μια μεμονωμένη περίπτωση αθέμιτης σύμπραξης σε μια διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης ύψους πολλών εκατομμυρίων κοστίζει στον Ευρωπαίο φορολογούμενο εκατομμύρια ευρώ σε επιπλέον καταβληθέντα ποσά, σε βάρος της αποδοτικότητας και της λογοδοσίας στον τομέα των δημόσιων δαπανών.
Δύσκολη η αντιμετώπιση
Ο εντοπισμός και η αντιμετώπιση περιπτώσεων αθέμιτων συμπράξεων στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων παρουσιάζουν ιδιαίτερες προκλήσεις για τις εθνικές αρχές. Οι παράνομες συμφωνίες αθέμιτης σύμπραξης μεταξύ οικονομικών φορέων είναι, εξ ορισμού, μυστικές και, στις περισσότερες περιπτώσεις, καταρτίζονται και εκτελούνται πολύ προσεκτικά και με περίπλοκους τρόπους, επισημαίνει η Κομισιόν.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι σε πολλές (αν όχι στις περισσότερες) περιπτώσεις, οι αθέμιτες συμπράξεις δεν εντοπίζονται κατά τη διαδικασία ανάθεσης και τελικά αποκαλύπτονται και διώκονται (εάν διωχθούν) από τις αρμόδιες αρχές πολύ καιρό μετά την πλήρη εκτέλεση της σύμβασης.
Σε ορισμένους οικονομικούς τομείς, οι μακροπρόθεσμες αθέμιτες συμπράξεις μπορεί ακόμη και να καταστούν μέρος της επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς οι οικονομικοί φορείς δελεάζονται ή είναι διατεθειμένοι να συμμετάσχουν σε αυτές, ώστε να «εξασφαλίσουν» την πρόσβασή τους στην αγορά και το μερίδιό τους σε αυτή.
Πώς «ενθαρρύνονται»
Οι αγορές δημόσιων συμβάσεων, αναφέρει η Κομισιόν, έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία τις καθιστούν πιο ευάλωτες στις αθέμιτες συμπράξεις σε σύγκριση με άλλες αγορές. Οι αναθέτουσες αρχές ακολουθούν συνήθως σχετικά σταθερές πρακτικές αγορών, με συχνά επαναλαμβανόμενες διαδικασίες ανάθεσης, παρόμοιες ποσότητες και τυποποιημένες προδιαγραφές προϊόντων ή υπηρεσιών, χωρίς σημαντικές αλλαγές σε σχέση με προηγούμενες διαδικασίες.
Αυτή η προβλεψιμότητα της ζήτησης διευκολύνει τον παράνομο καταμερισμό της αγοράς μεταξύ των οικονομικών φορέων, καθώς εγγυάται «δίκαιη» απόδοση για καθέναν από αυτούς. Επιπλέον, σε ορισμένο τομέα της αγοράς ενδέχεται ο αριθμός οικονομικών φορέων που υποβάλλουν προσφορές για δημόσιες συμβάσεις να είναι πολύ μικρός, πράγμα το οποίο οφείλεται συχνά στην απομακρυσμένη τοποθεσία της αναθέτουσας αρχής ή στο μικρό μέγεθος της αντίστοιχης αγοράς.
Οι προτάσεις
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να αντιμετωπισθούν οι αθέμιτες πρακτικές στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, θα πρέπει να εφαρμοστούν από τα κράτη-μέλη μια σειρά δράσεων που μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν:
- Δημιουργία ασφαλούς υπηρεσίας (με τη μορφή σημείου επαφής ή γραμμής βοήθειας) για την παροχή στήριξης σε αναθέτουσες αρχές.
- Προώθηση της χρήσης των εργαλείων που είναι διαθέσιμα σε επίπεδο ΕΕ ή σε εθνικό επίπεδο και τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα και ενθαρρύνουν τους ιδιώτες ή τις επιχειρήσεις να αναλάβουν την πρωτοβουλία να καταγγείλουν περιπτώσεις αθέμιτων συμπράξεων, και ιδίως προώθηση της χρήσης μηχανισμών καταγγελίας δυσλειτουργιών ή προγραμμάτων επιεικούς μεταχείρισης
- Εκπόνηση των πρακτικών ρυθμίσεων βήμα προς βήμα βάσει των οποίων οι αναθέτουσες αρχές θα ζητούν εξειδικευμένη συνδρομή από τις κεντρικές αρχές δημόσιων συμβάσεων και ανταγωνισμού.
- Διευκόλυνση της πρόσβασης των αρχών στις πληροφορίες που χρειάζονται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους όσον αφορά τον χειρισμό εικαζόμενων περιπτώσεων αθέμιτων συμπράξεων.
Επίσης, τα κράτη-μέλη θα μπορούσαν να εξετάσουν, εντός του νομικού τους πλαισίου και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ενωσιακές και εθνικές απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων, το ενδεχόμενο να δώσουν στις οικείες αρχές ανταγωνισμού τη δυνατότητα πρόσβασης σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για τις δημόσιες συμβάσεις (όπως τα διαθέσιμα εθνικά μητρώα συμβάσεων) και στις προσφορές για υποθέσεις που βρίσκονται υπό διερεύνηση.
Με τον τρόπο αυτό, θα καταστεί δυνατή η ανταλλαγή διαθέσιμων πληροφοριών μεταξύ των αρχών δημόσιων συμβάσεων και των αρχών ανταγωνισμού, ώστε οι εν λόγω αρχές να είναι σε θέση να αξιολογούν αν υπάρχουν μορφές αθέμιτης σύμπραξης μεταξύ οικονομικών φορέων.
Τέλος, καλεί τα κράτη-μέλη να καταστήσουν υποχρεωτική για τις αναθέτουσες αρχές την ενημέρωση των οικείων κεντρικών αρχών δημόσιων συμβάσεων και ανταγωνισμού σχετικά με περιπτώσεις στις οποίες απέκλεισαν ορισμένο οικονομικό φορέα, λόγω εικαζόμενης αθέμιτης σύμπραξης.