Οσοι έχουν την αίσθηση ότι η πανδημία στέρεψε την ανάγκη για επένδυση κεφαλαίου... ας μην στοιχηματίσουν σε αυτό! Μία ανεπίσημη πρώτη καταγραφή του επενδυτικού κοινού και των προτιμήσεών του, όπως τις μεταφέρουν σε μεμονωμένες παρουσιάσεις, αναλυτές μεγάλων ξένων τραπεζών, αντανακλά το ακριβώς αντίθετο!
Η πανδημία αν κάτι έκανε είναι να «ανοίξει» λίγο περισσότερο τους συντηρητικούς πελάτες και να τους στρέψει σε πιο μετριοπαθείς επιλογές, τηρουμένων πάντα των αναλογιών των βαλαντίων τους. Δεν μιλάμε για το αποταμιευτικό κοινό που αναζητά κάποια παραπάνω σεντς στις σίγουρες καταθέσεις του, αλλά για μία μερίδα επενδυτών που έχουν την άνεση όχι μόνο να δεσμεύσουν τα κεφάλαιά τους για μεσοπρόθεσμο διάστημα, αλλά να μπορούν να αντέξουν και πιθανές απώλειες.
«Σε κανέναν δεν αρέσει να χάνει, προφανέστατα», σχολίαζε στο Εuro2day.gr επικεφαλής private banking διεθνούς τράπεζας. Ομως υπάρχει ένα ποσοστό που κάποιος είναι διατεθειμένος να χάσει, λαμβάνοντας το σχετικά ελεγχόμενο ρίσκο, ώστε να πετύχει μια μεγάλη απόδοση.
Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος επενδυτής να θέσει ένα όριο, π.χ. 20%, υπό την έννοια ότι αν χάσει αυτό το ποσοστό της επένδυσής του, δεν αλλάζει το βιοτικό του επίπεδο. Δεν είναι λίγοι επίσης όσοι θα ρίσκαραν ακόμη και το...40% του κεφαλαίου τους, στην προοπτική μιας μεσομακροπρόθεσμη απόδοσης άνω του 20% σε μια τριετία – τετραετία.
Στη λογική αυτή, υπάρχει και η «περίεργη» μετακίνηση ενός μέρους συντηρητικού προφίλ πελατών σε πιο moderate μοντέλα επενδυτικά. Μεγάλη «πέραση» έχουν αμοιβαία κεφάλαια που τοποθετούνται σε εταιρικά ή κρατικά ομόλογα ανεπτυγμένων αγορών. Το πλεονέκτημά τους είναι ότι δεν υπάρχει το ρίσκο ενός μεμονωμένου εκδότη.
Εκεί όμως που οι αποδόσεις πραγματικά μπορεί να ξεφύγουν ανοδικά, είναι τα μετοχικά αμοιβαία κεφάλαια που προτείνουν διεθνείς επενδυτικοί οίκοι. Η απόδοση – σε απόλυτη συνάρτηση με το ρίσκο – εξαρτάται από την κίνηση επιλεγμένων μετοχών.
Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια είναι η «άνεση χρόνου». Τα κεφάλαια που τοποθετούνται αφορούν τμήμα των διαθεσίμων του χαρτοφυλακίου πελατών, που... μπορεί να περιμένει τις καλύτερες μέρες. Είναι κεφάλαια, πέραν της απαιτούμενης ρευστότητας για τις ανάγκες του επενδυτή, ώστε να μην βρεθεί μπροστά στο δυσάρεστο αδιέξοδο να κλειδώσει μια ζημιά, επειδή θα έχει μια δεδομένη στιγμή ανάγκη τα κεφάλαια που επένδυσε.
Εξ ου και οι ίδιοι οι σύμβουλοι των διάφορων οίκων που διαμεσολαβούν για τη διάθεση τέτοιων προϊόντων, διευκρινίζουν ότι αυτός που τα αγοράζει, επιδιώκοντας μεγάλη απόδοση εν ευθέτω χρόνω, θα πρέπει να έχει την υπομονή και «τις πλάτες» να μην βιαστεί να ρευστοποιήσει.
Σχετικά πρόσφατα παραδείγματα αντίστοιχων επενδύσεων εξηγούν ακριβώς τα παραπάνω. Ενδεικτικά, σημειώνεται το εξής: Αν κάποιος επενδυτές επένδυσε σε μετοχικό αμοιβαίο κεφάλαιο που αναφέρεται στον S&P 500 των ΗΠΑ το Ιανουάριο του 2020 το ποσό των 50.000 ευρώ, στα τέλη Μαρτίου, θα είδε έντρομος το κεφάλαιό του να πέφτει στα ...32.000 ευρώ. Αν είχε την πολυτέλεια να μην κλειδώσει τη ζημιά αυτή (-40%) και είχε σωστή πληροφόρηση από τους συμβούλους του, θα έβλεπε ότι τον Απρίλιο – μόλις έναν μήνα μετά – το ποσό αυτό ξαναανέβηκε στο σημείο αφετηρίας των 50.000 ευρώ για να φτάσει στα 55.000 τον Ιούλιο (στα 48.000 το Σεπτέμβριο) αλλά και στα....62.000 ευρώ το Νοέμβριο.
Σύμμαχος στην επένδυση με ρίσκο, είναι η πληροφόρηση, αλλά και ο χρονικός ορίζοντας. Οπως επισημαίνουν ειδικοί σύμβουλοι επενδύσεων, αυτός ο χρονικός ορίζοντας είναι η άμυνα του επενδυτή να μην σηκώσει ρευστότητα τη λάθος στιγμή. Αυτοί που π.χ. αναλαμβάνουν ρίσκο 20%, προσδοκούν σε μια τριετία- τετραετία ότι θα έχουν αντίστοιχα πολλαπλάσια απόδοση. (ένα 4-5% ετησίως).
Κι αν ακόμη αναρωτιέστε, αν ο κόσμος αυτός είναι τρελός, να παίρνει ρίσκα εν μέσω πανδημίας, το επιχείρημα τους έγκειται στο ότι η Covid- 19 είναι ένα έκτακτο γεγονός. Όπως χαρακτηριστικά το αποκαλούν οι αγορές, πρόκειται για ένα extreme market event. Δεν είναι το αποτέλεσμα μιας κρίσης, δεν έχει δομικό πρόβλημα, δεν μοιάζει με το γεγονός της Lehman Brothers. Γι αυτό και δεν είδαν οι αγορές μαζικές πανικόβλητες ρευστοποιήσεις (sell off).
«Με ποια διακύμανση δεν θα χάσετε τον ύπνο σας;» ρωτούν εμμέσως πλην σαφώς οι σύμβουλοι επενδύσεων τους πελάτες τους, αναζητώντας στο βλέμμα τους, τη διάθεσή τους για υπομονή, το χρονικό ορίζοντα που θέτουν, τα ρίσκα που αναλαμβάνουν.
Αλλωστε, όπως εξηγούν τραπεζικοί παράγοντες, «από οικονομικής πλευράς, δεν υπάρχει αδράνεια. Βλέπεις πως κινούνται οι κεντρικές τράπεζες, κόβουν χρήμα για να στηρίξουν με τεράστια κεφάλαια τις οικονομίες διεθνώς. Αν μη τι άλλο, τα στοιχεία αυτά είναι ενθαρρυντικά....».