Ανοικτό παραμένει το θέμα χαλάρωσης των κριτηρίων για συμμετοχή στα προγράμματα κρατικής ενίσχυσης επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την πανδημία αλλά θεωρούνται προβληματικές, εξαιτίας της μειωμένης καθαρής τους θέσης, σε σχέση με το καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο και τα υπέρ το άρτιο αποθεματικά τους.
Ένα από τα μέτρα που έλαβε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να διευκολύνει την παροχή ρευστότητας προς τις πληγείσες από την πανδημία επιχειρήσεις ήταν η υιοθέτηση ενός προσωρινού πλαισίου για το τι θεωρείται κρατική ενίσχυση. Το σχέδιο προέβλεπε ότι οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν να ενταχθούν σε προγράμματα -κρατικής- ενίσχυσης της ρευστότητάς τους, εφόσον δεν ήταν προβληματικές στις 31/12/2019 ή πριν υποβάλουν αίτηση για χρηματοδότηση.
Η παραπάνω πρόβλεψη τροποποιήθηκε, όμως, γρήγορα και υιοθετήθηκε ως κριτήριο το να μην είναι προβληματική μια επιχείρηση την 31η Δεκεμβρίου 2019. Εξέλιξη που αποκλείει σειρά από μικρομεσαίες κυρίως ελληνικές επιχειρήσεις από τα προγράμματα στήριξης ρευστότητας καθώς στις 31/12/2019 εμφανίζουν, λόγω συσσωρευμένων ζημιών, καθαρή θέση μικρότερη του 50% του καταβεβλημένου κεφαλαίου και των υπέρ το άρτιο αποθεματικών τους.
Η Ελλάδα μαζί με άλλα κράτη-μέλη έθεσαν στην Κομισιόν ερώτημα αν μπορεί να τροποποιηθεί, εκ νέου, το προσωρινό πλαίσιο και να δοθεί η δυνατότητα να κρίνεται το αν μια επιχείρηση είναι προβληματική, με βάση την οικονομική της κατάσταση πριν την υποβολή της αίτησης για χρηματοδοτική στήριξη. Στόχος του αιτήματος ήταν να δοθεί η ευκαιρία διορθωτικών κινήσεων, με αναμόρφωση οικονομικών καταστάσεων, ώστε να ικανοποιηθεί και το κριτήριο της καθαρής θέσης.
Η παραπάνω πρόταση δεν ισχύει πλέον καθώς η Κομισιόν πήγε ένα βήμα πιο μπροστά, αντιπροτείνοντας να μην προσμετράται το κριτήριο της καθαρής θέσης για πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες απασχολούν προσωπικό έως 50 άτομα, όταν πρόκειται για προγράμματα κρατικής ενίσχυσης που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της πανδημίας. Ετσι, όπως επιβεβαιώθηκε από το υπουργείο Ανάπτυξης, πλέον οι πολύ μικρές επιχειρήσεις θα κρίνονται για το αν είναι ή όχι προβληματικές μόνο με βάση αν έχουν υποβάλει αίτηση για πτώχευση ή τελούν σε προπτωχευτική διαδικασία.
Η Ελλάδα όπως και οι υπόλοιπες χώρες επανήλθαν, υποβάλλοντας νέο αίτημα να ισχύσει η παραπάνω χαλάρωση και για τις επιχειρήσεις με προσωπικό ως 250 άτομα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, κάτι τέτοιο καλύπτει το συντριπτικό τμήμα των εγχώριων επιχειρήσεων. Τραπεζικά στελέχη εκτιμούν, πάντως, ότι το παραπάνω αίτημα δύσκολα θα γίνει αποδεκτό, σημειώνοντας ότι θα ήταν πιο ρεαλιστικό για μικρομεσαίες επιχειρήσεις να υιοθετηθούν τα πρόσθετα κριτήρια που ισχύουν για τις μεγάλου μεγέθους, όταν εξετάζεται αν είναι προβληματικές.
Για μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις, που εμφανίζουν καθαρή θέση μικρότερη του 50% του καταβεβλημένου κεφαλαίου, αξιολογούνται πρόσθετοι δείκτες προκειμένου να κριθούν προβληματικές. Συγκεκριμένα:
- οι συνολικές υποχρεώσεις (μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες) δεν πρέπει να ξεπερνούν κατά 7,5 φορές τα ίδια κεφάλαιά τους.
- τα EBITDA να καλύπτουν τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις (interest cover >1x).
Για να θεωρηθεί μια επιχείρηση προβληματική, πρέπει και οι δύο παραπάνω δείκτες να ισχύουν για δύο διαδοχικά έτη. Αν ισχύει μόνο ο ένας ή αν ισχύουν και οι δύο αλλά για μία χρήση, τότε η επιχείρηση δεν θεωρείται προβληματική.
Πότε ορίζεται ως προβληματική μια Μικρομεσαία επιχείρηση
Η ευρωπαϊκή νομοθεσία ορίζει μια επιχείρηση ως προβληματική, όταν δεν είναι ικανή να ανακόψει τη ζημιογόνο πορεία της με δικούς οικονομικούς πόρους ή με πόρους που εξασφαλίζει από τους μετόχους και πιστωτές της. Χωρίς κρατική παρέμβαση, θα οδηγηθεί προς μια σχεδόν βέβαιη οικονομική εξαφάνιση, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα.
Για μικρομεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις με οποιαδήποτε νομική μορφή (ΑΕ, ΟΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ), με περισσότερα από 3 χρόνια λειτουργίας και 7 χρόνια από την πρώτη εμπορική πώληση, προβληματική θεωρείται μια επιχείρηση εφόσον συντρέχει μια από τις παρακάτω προϋποθέσεις:
- Έχει ενταχθεί σε πτωχευτική διαδικασία
- Έχει λάβει ενίσχυση διάσωσης και δεν έχει ακόμη αποπληρώσει το δάνειο ή δεν έχει λυθεί η σύμβαση εγγύησης
- Έχει λάβει ενίσχυση αναδιάρθρωσης και βρίσκεται σε φάση υλοποίησης του σχεδίου.
Στην περίπτωση που δεν συντρέχει κανείς από τους παραπάνω λόγους, έχει, όμως, απωλέσει λόγω συσσωρευμένων ζημιών πάνω από το 50% του κεφαλαίου της, η επιχείρηση αξιολογείται βάσει δεικτών που προκύπτουν από τις οικονομικές (εταιρείες με βιβλία Γ’ κατηγορίας) και λογιστικές καταστάσεις (βιβλία Β' κατηγορίας) της τελευταίας χρήσης.
Αν η καθαρή θέση μιας μικρομεσαίας εταιρείας υπολείπεται του 50% του μετοχικού κεφαλαίου και των υπέρ το άρτιο λογαριασμών θεωρείται προβληματική. Σημειώνεται ότι το κριτήριο της καθαρής θέσης έναντι του καταβεβλημένου κεφαλαίου δεν ισχύει για μικρομεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις με λιγότερα από 3 χρόνια λειτουργίας ή λιγότερα από 7 χρόνια από την πρώτη εμπορική πώληση.
*Δείτε τον ορισμό της προβληματικής επιχείρησης με βάση τους Κανονισμούς της Ε.Ε. στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".