Σε πέντε «καθαρά βέτο», αρκετές «ενοχλήσεις» και ενστάσεις από χώρες-μέλη και διμερείς διαπραγματεύσεις από άλλες, εξελίσσεται η συζήτηση επί της πρότασης της Κομισιόν για το λεγόμενο Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Στο χθεσινό Ecofin (όλοι οι υπουργοί Oικονομικών της ΕΕ), επιβεβαιώθηκε για ακόμα μια φορά ότι δεν αναμένεται συμφωνία συντόμως. Ήδη, από τον Μάιο, αρκετοί αξιωματούχοι είχαν παραπέμψει σε σχετική ερώτηση του Euro2day.gr, στις δηλώσεις της Γερμανίδας kαγκελαρίου Αnγκελα Μέρκελ, η οποία είπε ότι οι διαπραγματεύσεις είναι δύσκολες και ίσως καταλήξουν τον Δεκέμβριο, ώστε να μπει σε εφαρμογή η απόφαση από 1η Ιανουαρίου 2021.
Σύμφωνα με τις εν λόγω πηγές, η Γερμανία ήθελε εξαρχής να μεταφέρει όποια σοβαρή συζήτηση για τη δική της προεδρία της ΕΕ, που αρχίζει από 1η Ιουλίου και τελειώνει 31 Δεκεμβρίου. Και ως προεδρεύουσα θα έχει τη δυνατότητα να καταρτίσει τη δική της ατζέντα, τα δικά της σχέδια και προτάσεις, που θα έχουν βαρύνουσα σημασία σε όλο το φάσμα των αποφάσεων.
Εκ της θέσεως, δε, θα έχει και τον ρόλο διαμεσολαβητή στις διαφορές χωρών, όπως αυτές του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ η «γνώμη» της χώρας θα έχει σημασία. Αυτό από μόνο του δημιουργεί αρκετά προβλήματα στις χώρες που θέλουν «χαλάρωση» και άνευ όρων εκταμίευση δανείων και επιχορηγήσεων.
Τα βέτο και οι διμερείς διαπραγματεύσεις
Στους τέσσερις «αρνητές» του πακέτου (Δανία, Ολλανδία, Αυστρία και Σουηδία), προστέθηκε και η Φινλανδία, η οποία ζητάει να μειωθεί το ποσό των 750 δισεκατομμυρίων και να αυστηροποιηθούν οι όροι για τις χώρες του Νότου.
Ήδη έχουμε γράψει ότι στο καλάθι των διαπραγματεύσεων μπαίνει και ο επαναπροσδιορισμός της λεγόμενης «ρήτρας διαφυγής» από το 2021, κάτι που θα έβαζε «ζωνάρι» στον τρόπο χειρισμού των έμμεσων δαπανών λόγω του κορωνοϊού. Αυτό παραμένει και δεν έχει φύγει. Αντιθέτως, όπως μαθαίνουμε, κερδίζει έδαφος με τη στήριξη της Κομισιόν. «Σιγά σιγά θα έχουμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για τη στάση της κάθε χώρας. Προς το παρόν ακούμε», είπε αξιωματούχος της Κομισιόν.
Ως προς τις δεσμεύσεις, παραμένει ξεκάθαρο ότι θα υπάρχουν σαφείς και αυστηροί όροι, που παραπέμπουν σε επιτήρηση. Ελλοχεύει, όμως, ο κίνδυνος να γίνουν ακόμα πιο αυστηροί και να περάσει η πρόταση των Βορείων για επιπρόσθετους όρους σε χώρες που βρίσκονται σε μεταμνημονιακά προγράμματα ή έχουν πολύ ψηλά χρέη.
Από το περιβάλλον του εκτελεστικού αντιπροέδρου της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις, διαμηνύεται ότι ο αντιπρόεδρος παραμένει σταθερός και ξεκάθαρος στις δηλώσεις του και δεν έκρυψαν την ενόχλησή του για φήμες ότι «αυτοαναιρείται» (contradicting himself). Στο συνέδριο του Economist, τόσο ο πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο όσο και ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν ξεκαθάρισαν ότι οι εκταμιεύσεις δεν θα είναι δωρεάν και άνευ όρων. Ο κ. Ντομπρόβσκις μάλιστα δήλωσε ότι το υψηλό χρέος και η μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητά του παραμένουν κριτήριο. Αυτό αφορά την Ιταλία αλλά και την Ελλάδα, το χρέος της οποίας αναμένεται να ξαναμετρηθεί, όταν θα ξεκαθαρίσει το τοπίο με τον κορωνοϊό.
Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν ανέφερε ότι υπάρχει η «ρήτρα γενικής διαφυγής», αλλά ακόμα και σε αυτή, τα κράτη-μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα του χρέους, η οποία «δεν έχει φύγει από την ατζέντα μας».
Επίσης, δεν τοποθετήθηκε για το αν επιτρέπεται στα προγράμματα των κρατών-μελών να υπάρχουν φοροελαφρύνσεις που θα καλύπτονται από το εν λόγω πακέτο, λέγοντας πως το περιεχόμενο των προγραμμάτων των κρατών θα συζητηθεί το φθινόπωρο, όταν αυτά κατατεθούν στην Επιτροπή.
«Είναι καλύτερο να μην πηγαίνουμε μπροστά από τα γεγονότα», είπε.
Η θέση της Ελλάδας και οι διμερείς διαπραγματεύσεις
Με τα παρόντα δεδομένα, στα χαρτιά, η Ελλάδα θα είναι από τις 4 πιο ωφελημένες χώρες της πρότασης της Κομισιόν. Εάν υιοθετηθεί όπως είναι τώρα, θα έχει να διαχειριστεί τα 32 δισεκατομμύρια που της αναλογούν.
Όμως, ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, έχει ήδη εκφράσει τον προβληματισμό του σε συνεργάτες του ότι η εκταμίευση δεν θα είναι εύκολη υπόθεση.
Κι αυτό γιατί δεν θα είναι εμπροσθοβαρής, θα είναι σε βάθος 7ετίας, θα έχει σαφείς όρους (attachments) και την επιτροπεία της Κομισιόν βάσει του ευρωπαϊκού εξαμήνου. Αναμένουμε την τελική πρόταση, να δούμε εάν η επιτροπεία θα είναι πιο ενισχυμένη, όπως θέλει ο Βορράς.
Επίσης, μια άλλη δυσκολία που ενδέχεται να προκύψει είναι εάν οι τομείς που θα πρέπει να απορροφηθούν οι πόροι, όπως π.χ. digital development και Πράσινη Ανάπτυξη, θα μπορούν να απορροφηθούν πλήρως από την Ελλάδα.
Όσα ποσά δεν απορροφηθούν 100%, τότε γυρνούν πίσω στον προϋπολογισμό της Κομισιόν και απορροφούνται από τις χώρες που έχουν επενδύσεις προς άντληση.
Ο Νότος πάντως παραμένει απών στις δύσκολες διαπραγματεύσεις και δεν υπάρχει -προς το παρόν τουλάχιστον- κοινή πρόταση. Διασταυρωμένες πληροφορίες του Euro2day.gr αναφέρουν ότι η Ιταλία για παράδειγμα διαπραγματεύεται ξεχωριστά και θέλει ειδική μεταχείριση, «απειλώντας» με πρόωρες εκλογές και πιέζοντας με τη λογική ότι αυτή τη στιγμή η Ευρώπη δεν αντέχει να «σώσει» την Ιταλία, αν καταρρεύσει. Το ίδιο κάνει και η Γαλλία, η οποία ήδη εξασφάλισε την επιμήκυνση της 10ετούς προνομιακής της μεταχείρισης από την ΕΕ και την Κομισιόν. Ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών είπε, δε, χθες ότι η Γαλλία θα χρειαστεί τουλάχιστον δύο χρόνια να ανακάμψει από τον κορωνοϊό, μεταθέτοντας έτσι τη συζήτηση για οποιοδήποτε δημοσιονομικό πλαίσιο μετά το 2022. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι μαζί με τον επταετή κοινοτικό προϋπολογισμό, θα έρθει και 7ετές δημοσιονομικό πλαίσιο.
Η συζήτηση αναμένεται να κυριαρχήσει και στο Eurogroup της Πέμπτης, όπου θα συζητηθούν οι υποψηφιότητες για την προεδρία του σώματος, μετά την ανακοίνωση του Μάριο Σεντένο ότι δεν θα ζητήσει ανανέωση της θητείας του. Είναι εξαιρετικά σημαντικό η θέση αυτή να πάει στον Νότο, για να μην έχουμε παντελή κάλυψη των θέσεων από τις προνομιούχες χώρες.
Την Πέμπτη αναμένεται και η συνεδρίαση του ΔΣ του ESM και η έγκριση των 644 εκατομμυρίων ευρώ για την Ελλάδα, βάσει της 6ης αξιολόγησης, όπου αναμένεται να μπουν στον κρατικό κορβανά.
Πάντως, όσο η ΕΚΤ ανακοινώνει «μπαζούκας», τόσο οι αγορές θα έχουν τα μάτια στραμμένα στη Φρανκφούρτη. Το ερώτημα είναι τι θα γίνει όταν η ΕΚΤ βγάλει από το τραπέζι το «whatever it takes»...