Με το βλέμμα στραμμένο στα έσοδα του ΕΦΚΑ, που τους τελευταίους δύο μήνες μειώθηκαν σημαντικά (κοντά στο 20% με 25%), στο υπουργείο Εργασίας προγραμματίζουν τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,90 ποσοστιαίες μονάδες, βάσει του πρόσφατου ασφαλιστικού νόμου, από τον επόμενο κιόλας μήνα, ενώ μετρούν τις πιθανές δυνατότητες του συστήματος για περαιτέρω ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους εντός του τρέχοντος έτους, στόχο που έθεσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Ήδη, με την προωθούμενη μείωση 0,9 ποσοστιαίων μονάδων από τις ήδη πολύ υψηλές ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και εργαζόμενου, που σήμερα φτάνουν αθροιστικά στο 40,56%, επιτυγχάνεται ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους κατά 2,21%. Να σημειωθεί ότι η μείωση θα μοιραστεί κατά 0,48 ποσοστιαίες μονάδες για τους εργοδότες και 0,42 για τους εργαζόμενους. Αυτό, στην πράξη, σημαίνει πως ένας μισθωτός, εφόσον δεν ενταχθεί σε κάποιο από τα έκτακτα μέτρα που ισχύουν μεσούσης της πανδημίας, θα δει από τη μισθοδοσία Ιουνίου αύξηση των καθαρών αποδοχών του από 2,73 ευρώ έως 27,3 ευρώ.
Προσοχή όμως. Το μέτρο αφορά αυστηρά τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, πλήρους απασχόλησης.
Αντίστοιχα, η ελάφρυνση για τους εργοδότες ξεκινά από τα 3,12 ευρώ, εάν καταβάλλει στον εργαζόμενο τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ και κλιμακώνεται έως και τα 31,2 ευρώ για τις ανώτατες ασφαλιστέες αποδοχές των 6.500 ευρώ τον μήνα. Μάλιστα, για τους εργοδότες, η ελάφρυνση είναι δεδομένη ακόμη κι αν εντάξουν το σύνολο των εργαζομένων τους στο πρόγραμμα «συν-εργασία», καθώς βάσει των όσων έχουν εξαγγελθεί, θα πρέπει να καταβάλουν το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών επί του ονομαστικού μισθού του εργαζόμενου και όχι επί του πραγματικού, όπως αυτός δίνεται μειωμένος.
Η μείωση που ψηφίστηκε με την πρόσφατη ασφαλιστική μεταρρύθμιση θα εφαρμοστεί από την 1η Ιουνίου ως εξής:
- Κατά 0,75 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ κλάδου ανεργίας. Η μείωση επιμερίζεται κατά 0,48 ποσοστιαίες μονάδες στο ασφάλιστρο του εργοδότη και κατά 0,27 ποσοστιαίες μονάδες στο ασφάλιστρο του εργαζομένου. Το συνολικό ασφάλιστρο υπέρ ανεργίας διαμορφώνεται σε 4,25 ποσοστιαίες μονάδες και κατανέμεται 2,69 ποσοστιαίες μονάδες στον εργοδότη και 1,56 μονάδες στον εργαζόμενο.
- Κατά 0,15 ποσοστιαίες μονάδες των ασφαλίστρων υπέρ του Ενιαίου Λογαριασμού για την εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών (ΕΛΕΚΠ).
Έτσι, για παράδειγμα, μισθωτός με μεικτό μισθό της τάξης των 1.000 ευρώ, το κέρδος για τον μισθωτό είναι 4,2 ευρώ, ενώ για τον εργοδότη φτάνει στα 4,8 ευρώ. Αντίστοιχα για μισθούς 2.000 ευρώ, η ελάφρυνση για τον μισθωτό φτάνει στα 8,5 ευρώ και για τον εργοδότη στα 9,6 ευρώ.
Να σημειωθεί ότι σήμερα οι εισφορές για μισθωτή εργασία στα συνήθη επαγγέλματα (όχι στα βαρέα κι ανθυγιεινά) ανέρχονται σε 40,56 ποσοστιαίες μονάδες επί των ασφαλιστέων αποδοχών του εργαζόμενου, εκ των οποίων 24,81 μονάδες (61,18%) βαρύνουν τον εργοδότη και 15,75 ποσοστιαίες μονάδες (38,82%) βαρύνουν τον εργαζόμενο.
Οι επόμενες κινήσεις
Ήδη η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει τη μείωση των εισφορών κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες εντός της τετραετίας, με στόχο «τη φορολογική ελάφρυνση επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων, την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, την απελευθέρωση της παραγωγικότητας και δημιουργικότητας των οικονομικών μονάδων καθώς και την επανεπένδυση του διαθέσιμου εισοδήματος προς όφελος της οικονομίας».
Μάλιστα, οι αρμόδιες υπηρεσίες στο υπουργείο Εργασίας είχαν μετρήσει ότι με βάση τα στοιχεία πλήρους και μερικής απασχόλησης έτους 2018, η εκτιμώμενη μεικτή δημοσιονομική επίπτωση της παρέμβασης ανέρχεται σε 123 εκατ. ευρώ για το β’ εξάμηνο του 2020, που θα βαρύνει, στην πράξη, τον προϋπολογισμό του ΟΑΕΔ. Υπολογίζεται ότι σωρευτικά θα φθάσει το 1,352 δισ. ευρώ στην πλήρη του εφαρμογή (-5 μονάδες).
Η εκτίμηση των δημοσιονομικών επιπτώσεων έχει δοθεί σε μεικτή βάση. Δεν έχουν δηλαδή ληφθεί υπόψη τα έσοδα από τη φορολογική διοίκηση που θα εξασφαλιστούν ετησίως λόγω μείωσης των εισφορών ούτε οι λοιπές πιθανές θετικές δημοσιονομικές επιπτώσεις που θα επέλθουν στον προϋπολογισμό της Γενικής Κυβέρνησης, λόγω των θετικών επιπτώσεων στην οικονομία. Όπως βέβαια δεν έχουν ληφθεί υπόψη και οι συνέπειες της πανδημίας στην ελληνική οικονομία, γεγονός που δυσχεραίνει σημαντικά τον στόχο.
Για τον λόγο αυτόν άλλωστε, στο υπουργείο Εργασίας μετρούν ξανά τις πιθανές συνέπειες της δραματικής πτώσης της απασχόλησης, της μεγάλης αύξησης της ανεργίας και της σημαντικής μείωσης των εποχικών προσλήψεων, με στόχο να επισπεύσουν τη μείωση παράλληλα με άλλα μέτρα, όπως τη μείωση του ανώτατου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών ή την επιβολή πλαφόν στις εισφορές υγείας. Κάτι που έχει αφήσει ανοικτό η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, όταν σχεδίαζε τις αλλαγές στις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών, που τελικά ψηφίστηκαν στη μεταρρύθμιση του Φεβρουαρίου. Τότε, ο αρμόδιος υπουργός Γιάννης Βρούτσης είχε αφήσει ανοιχτό, σε δεύτερο χρόνο, να εφαρμοστούν αλλαγές και αναφορικά με τις εισφορές των μισθωτών, στη λογική που κινούνταν οι αλλαγές στις εισφορές ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών.