Η Capital Economics δεν προσδοκά ότι θα υπάρξει μια ευρεία τάση λιτότητας για τη μείωση του δημόσιου χρέους μετά την πανδημία. Σημειώνει ωστόσο ότι οι πολιτικές λιτότητας θα εξακολουθήσουν να έχουν εφαρμογή σε κάποιες αναδυόμενες κυρίως χώρες, ενώ σε άλλες ενδέχεται να εξακολουθήσουν να σημειώνονται αυξήσεις φόρων για τη χρηματοδότηση των υψηλότερων δαπανών για την υγεία.
Μεταξύ των αναδυόμενων αγορών, η Capital Economics θεωρεί πως η επιβολή λιτότητας μετά την πανδημία θα αφορά πρωτίστως τις χώρες Βραζιλία, Μεξικό και Νότια Αφρική. Επίσης, ενώ τα επίπεδα χρέους στις ανεπτυγμένες αγορές φαίνονται γενικά διαχειρίσιμα, η Ιταλία και πιθανώς η Ελλάδα να αποτελέσουν εξαιρέσεις.
Σε ορισμένες χώρες της ευρωζώνης, όπου ο δείκτης χρέους βρίσκεται σε βιώσιμη πορεία, μπορεί να θελήσουν να επιταχύνουν τον ρυθμό μείωσης του χρέους, το οποίο βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία. Έτσι, αυτές οι χώρες θα μπορούσαν να είναι πιθανοί υποψήφιοι για λιτότητα, αν και δεδομένου ότι η Ιταλία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία σημειώνουν ήδη πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό, η περαιτέρω δημοσιονομική λιτότητα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει πολιτική και κοινωνική αντίθεση.
Σημειώνεται ότι η εταιρεία έχει διατυπώσει ιδιαίτερα δυσμενείς εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία καθώς πρόσφατα προέβλεψε ύφεση 15%, δείκτη χρέους προς ΑΕΠ στο 200% και ανεργία 32%. «Ο κορωναϊός τράβηξε το χαλί στην ελληνική οικονομία πάνω που πήγαινε να σταθεί στα πόδια της», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Οι αναλυτές της προβλέπουν διπλασιασμό της ανεργίας στο 32% έως τον Ιούνιο ενώ οι εκτιμήσεις είναι ότι η οικονομία θα συρρικνωθεί το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους στο 40% του μεγέθους της στις αρχές του 2007, πριν αρχίσει δηλαδή η μνημονιακή περιπέτεια.
Παρά την προοπτική δυναμικής ανάκαμψης στη δραστηριότητα τον επόμενο χρόνο, και αρκετά ισχυρής ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, η οικονομία εκτιμάται ότι θα παραμείνει σε επίπεδα χαμηλότερα του 2007, σε ορίζοντα δέκα ετών.