Ένα γενναιόδωρο «πακέτο» μέτρων προς επιχειρήσεις, εργαζόμενους/ευπαθείς ομάδες που ξεπερνά τα 25 δισ. ευρώ αλλά «κοστολογημένο... μέχρι το τελευταίο λεπτό», όπως υποστηρίζει, περιλαμβάνει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ «Μένουμε Όρθιοι ΙΙ» που παρουσιάσθηκε στο Ζάππειο.
Την παρουσίαση έκανε ο Αλέξης Τσίπρας και την εξειδίκευση οι αρμόδιοι τομεάρχες, ενώ το πρόγραμμα έχει ειδική αναφορά στην αναβάθμιση και ενίσχυση της Δημόσιας Υγείας, όπως και στην ανάγκη Δημοσίων Επενδύσεων «για να τροφοδοτηθεί η ανάκαμψη».
Από το πολυσέλιδο πρόγραμμα ξεχωρίζουν η πρόταση για εισόδημα έκτακτης ανάγκης (αφορά σχεδόν 4 εκατ. άτομα, είναι 4μηνης διάρκειας και το κόστος του υπολογίζεται στα 3,5 δισ. ευρώ), η θέση για “κρατική στήριξη με κρατική συμμετοχή” μεγάλων επιχειρήσεων, κατά τα πρότυπα της στήριξης των τραπεζών στις ΗΠΑ το 2008 (σ.σ. φωτογραφίζοντας την Aegean) και η μόνιμη μείωση της προκαταβολής φόρου κατά 50%.
Οπως είπε ο Αλέξης Τσίπρας βασική στόχευση του προγράμματος είναι η μικρομεσαία επιχείρηση που δημιουργεί τα 2/3 των θέσεων εργασίας στη χώρα και για το λόγο αυτό είναι too big to fail.
Tα βασικά σημεία του:
Επιχειρήσεις
Απαραίτητη προϋπόθεση για τη στήριξη της οικονομίας ειδικά σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία είναι φυσικά η στήριξη της ζήτησης αλλά και η στήριξη της προσφοράς. Επομένως αποφασιστικής σημασίας για το πρόγραμμά μας είναι η στήριξη των επιχειρήσεων και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στις παρούσες συνθήκες το βασικό πακέτο μέτρων που προτείνουμε έχει οριζόντιο χαρακτήρα και καλύπτει το σύνολο των πληττόμενων επιχειρήσεων.
Ωστόσο, επιπρόσθετα, προτεραιότητα δίνεται στις παραγωγικές επιχειρήσεις (μεταποίηση βιομηχανία, πρωτογενής τομέας, πράσινη οικονομία, πολιτιστικός και δημιουργικός τομέας κ.λπ.) και ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις έντασης γνώσης και αυτές που παράγουν προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, δηλαδή στις επιχειρήσεις που συμβάλλον τα μέγιστα στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, στις επιχειρήσεις που θα σηκώσουν το κύριο βάρος ανάκαμψης σε μια βιώσιμη κατεύθυνση. Αυτή η κατηγορία επιχειρήσεων καλύπτεται τόσο από τα οριζόντια μέτρα που παρατίθενται στη συνέχεια όσο και από ειδικού τύπου μέτρα που εξειδικεύονται ανά κλάδο και αποτελούν τη συνέχεια του Μένουμε Όρθιοι ΙΙ.
Οι πληττόμενες επιχειρήσεις έχουν περισσότερες ανάγκες σε κεφάλαια (σε ρευστότητα) για να καλύψουν τα υπόλοιπα κόστη τους. Κατά βάση χρειάζονται κεφάλαια κίνησης, ενώ όσες επιχειρήσεις σχεδιάζουν ή έχουν σε εξέλιξη επενδυτικά σχέδια πρέπει να υποστηριχθούν να τα υλοποιήσουν.
Ειδικότερα:
1. Μη Επιστρεπτέα Ενίσχυση ύψους 3 δισ. ευρώ
Το ποσό δίνεται άπαξ σε έμμεσα ή άμεσαπληττόμενους αυτοαπασχολούμενους και επιχειρήσεις και το κόστος του είναι 3 δισ. ευρώ. Η ενίσχυση αυτή είναι μη επιστρεπτέα, δεν συνιστά δηλαδή δάνειο με προϋπόθεση την διατήρηση του συνόλου των εργαζομένων για 6 μήνες καθώς και των όρων εργασίας τους.
Κρίσιμος παράγοντας για την ομαλή επαναλειτουργία των επιχειρήσεων, είναι η ελαχιστοποίηση έως μηδενισμού αν είναι εφικτό, υποχρεώσεων που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια του lockdown. Γι' αυτό προτείνεται αμεση ενίσχυση για τις πληττόμενες επιχειρήσεις, στο ύψος των 2.000 ευρώ ανά εργαζόμενο.
Η ελάχιστη ενίσχυση ανά επιχείρηση διαμορφώνεται στις, 2.000 ευρώ (ατομική επιχείρηση) και η μέγιστη στις 100.000 ευρώ. Στο μέτρο εμπίπτουν και ατομικές επιχειρήσεις με έδρα άλλη από την οικία του ιδιοκτήτη.
Σκοπός του μέτρου είναι η άμεση πρόσβαση σε κεφάλαιο κίνησης, για την κάλυψη εξόδων όπως ενοίκια, λογαριασμοί κοινής ωφέλειας, φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις, προμηθευτές.
Κόστος 3 δισ. ευρώ - Διάρκεια Άπαξ
2. Μόνιμη μείωση της προκαταβολής φόρου στο 50%
Το μέτρο είναι μόνιμο (δεν αφορά δηλαδή μόνο το 2020) και αφορά όλους ανεξαιρέτως τους υπόχρεους καταβολής προκαταβολής φόρου. Τα προηγούμενα μέτρα απαντούν σε ανάγκες του σήμερα και είναι υλοποιήσιμα χωρίς τη συμμετοχή των τραπεζών. Προκρίνονται υπό τις παρούσες συνθήκες αλλά δεν μπορούν από μόνα τους να καλύψουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Η οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά χωρίς την ουσιαστική συμβολή του τραπεζικού συστήματος το οποίο εξακολουθεί να παρουσιάζει βασικές αρρυθμίες.
Η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το πρόβλημα, ήδη από την κυβερνητική περίοδο 2015-2019, συνίσταται στη δημιουργία ενός παράλληλου και εναλλακτικού χρηματοδοτικού συστήματος, το οποίο λειτουργεί σε συνεργασία με το τραπεζικό σύστημα αλλά διέπεται από διαφορετικά κριτήρια. Βασικοί πυλώνες του εν λόγω συστήματος είναι η Αναπτυξιακή Τράπεζα, το θεσμικό πλαίσιο των μικροπιστώσεων και τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία. Η ίδρυση της Αναπτυξιακής Τράπεζας από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ άλλωστε, παρά τις κατά καιρούς παλινωδίες, έχει την ευρεία αποδοχή των πολιτικών δυνάμεων. Κυρίως βέβαια έχει την αποδοχή των παραγωγικών φορέων.
Με τη βοήθεια των μέτρων που έχει αναλάβει η ΕΚΤ οι εμπορικές τράπεζες διαθέτουν αυτή τη στιγμή επαρκή κεφάλαια ή έχουν τη δυνατότητα να αντλήσουν κεφάλαια με πολύ καλούς όρους για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων. Επομένως το πρόβλημα δεν είναι κεφαλαιακού χαρακτήρα. Το πρόβλημα εστιάζεται στο γεγονός ότι οι τράπεζες εξακολουθούν να θεωρούν ότι ο δανεισμός των ελληνικών επιχειρήσεων παρουσιάζει γενικά υψηλό ρίσκο και επομένως οι όροι με τους οποίους δανείζουν τις επιχειρήσεις είναι ασύμφοροι ή δύσκολο να καλυφθούν από τις τελευταίες.
Σε αυτές τις συνθήκες, η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα πρέπει να δημιουργήσει σύγχρονα εγγυοδοτικά εργαλεία, αναλαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος του ρίσκου των δανείων, καθιστώντας τους όρους δανεισμού ελκυστικούς για τις επιχειρήσεις.
Η ενεργοποίηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας σε αυτή την κατεύθυνση, προϋποθέτει την ενίσχυσή της με κεφάλαια, πέρα από αυτά που ήδη διαθέτει και πέρα από τις συνήθεις πηγές χρηματοδότησής της που είναι το ΠΔΕ και το ΕΣΠΑ. Μια πρόσθετη σημαντική πηγή κεφαλαίων θα προέλθει από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (υπολογίζονται τουλάχιστον 3 δις ευρώ επιπλέον όσων είχαν δρομολογηθεί πριν την πανδημία). Πέρα όμως από αυτά η κυβέρνηση πρέπει να εξασφαλίσει στην Αναπτυξιακή Τράπεζα τις προϋποθέσεις ώστε να μπορεί να προσφύγει η ίδια για δανεισμό με έκδοση ομολόγων η με άλλες μορφές.
Με βάση τα χρηματοδοτικά εργαλεία που περιγράφονται στη συνέχεια, τα εργαλεία που ήδη είχαν δρομολογηθεί από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, καθώς και την κινητοποίηση των τραπεζικών κεφαλαίων, μπορούν να διατεθούν τουλάχιστον 12 δισ. ευρώ για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων
3. Εισαγωγή του εργαλείου των μικροχρηματοδότησεων
Η κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει άμεσα στην θεσμοθέτηση των μικροχρηματοδοτήσεων (microlending /microfinance) νομοσχέδιο που ετοιμάστηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν πρόλαβε να ψηφιστεί. Αφορά σε δάνεια μέχρι 25.000 ευρώ από ιδιωτικά χρηματοπιστωτικά σχήματα και την Αναπτυξιακή Τράπεζα, με την ρητή εξαίρεση των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Την εποπτεία των σχημάτων θα πρέπει να αναλάβουν τα Υπουργεία Οικονομικών και Οικονομίας, χωρίς τη συμμετοχή στην εποπτική διαδικασία της ΤτΕ (υπό προϋποθέσεις ο ρόλος της περιορίζεται στην τεχνική βοήθεια).
Το δημόσιο μέσω της Αναπτυξιακής Τράπεζας δημιουργεί ένα πρόγραμμα εγγυήσεων για ΜμΕ με ποσοστό κάλυψης από 80 έως και 100% κάθε εκάστου δανείου και χωρίς όριο ανώτατου ποσοστού κάλυψης ανά χρηματοπιστωτικό ίδρυμα/σχηματισθέν χαρτοφυλάκιο.
Αυτό τον σχεδιασμό ακολουθούν όλα τα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. σε αντίθεση με την ελληνική κυβέρνηση που με τα επιπλέον όρια που θέτει εγγυάται το 30-40 % των δανείων καθιστώντας τελικά τον δανεισμό για τις περισσότερες από τις επιχειρήσεις ασύμφορο. Το πρόγραμμα θα απευθύνεται σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις κάθε κατηγορίας (σκόπιμη είναι η κατά συνθήκη κλαδική στόχευση, όπως π.χ. σήμερα οι τουριστικές επιχειρήσεις, οι μεταφορές, η εστίαση) υπό την προϋπόθεση ικανοποίησης των κανόνων των Κρατικών Ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αναλυτικότερα, για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις η εγγύηση θα ανέρχεται στο 90%, ενώ στις σχετικά μεγαλύτερες επιχειρήσεις θα διαμορφώνεται στα επίπεδα του 80%, με προϋποθέσεις για τις επιχειρήσεις όπως το να διατηρήσουν και να αυξήσουν θέσεις εργασίας, να διατηρήσουν και να αυξήσουν τις μισθολογικές αμοιβές και τα κίνητρα για τους εργαζόμενους με συνδυαστική απορρόφηση λιμναζόντων προγραμμάτων απασχόλησης του ΟΑΕΔ.
Το ποσοστό εγγύησης του Δημοσίου μπορεί να ανέλθει ακόμα και στο 100%, πολύ στοχευμένα, σε επιχειρήσεις που προσφέρουν υψηλή προστιθέμενη αξία στην οικονομία (για παράδειγμα σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση καισε τομείς έντασης γνώσης και αξιοποίησης επιστημονικής έρευνας).
Σε περίπτωση που επιμερισθεί η κάλυψη και για το επιτόκιο δανεισμού, αυτό θα υπολογίζεται με βάση το μέσο τριμηνιαίο επιτόκιο χορηγήσεων ΜμΕ του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.
4. Εγγυοδοτικό εργαλείο First Loss έως 25% για την ενεργοποίηση ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων
Ένα από τα βασικά προβλήματα των ελληνικών επιχειρήσεων είναι το χαμηλό επίπεδο των ιδίων κεφαλαίων. Το πρόβλημα εκτιμάται ότι θα λάβει εκρηκτικές διαστάσεις τα επόμενα έτη λόγω της αναμενόμενης καταγραφής υψηλών ζημιών την τρέχουσα χρήση (2020).
Η συγκεκριμένη εξέλιξη, πέραν της επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης των επιχειρήσεων και την πρόκληση αμφιβολιών σχετικά με την μελλοντική επιβίωση τους, θα δυσχεράνει παράλληλα την δανειοδότηση τους από τον τραπεζικό τομέα και τον αποκλεισμό τους από τις ενδεχόμενες μελλοντικές κρατικές ενισχύσεις καθώς θα θεωρούνται προβληματικές, με βάση το ισχύον state aid framework της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το συγκεκριμένο χρηματοδοτικό προϊόν θα εγγυάται κατά 25% τις ιδιωτικές συμμετοχές σε ταμεία επιχειρηματικών κεφαλαίων ή σε ειδικές περιπτώσεις απευθείας επενδύσεων. Οι επενδύσεις θα πραγματοποιούνται με την έκδοση κοινών ή/και προνομιούχων μετοχών, μετατρέψιμων ομολογιών ή/και άλλων μορφών χρεογράφων.
Το δημόσιο θα εγγυάται το ενδεχόμενο καταγραφής ζημιών, με ποσοστό κάλυψης έως 25% (first loss guarantee). Στην περίπτωση καταγραφής ζημιών πάνω από το ποσοστό του 25% αυτό θα επιβαρύνει τα ιδιωτικά κεφάλαια.
Εισόδημα έκτακτης ανάγκης
Η δημιουργία ενός εισοδήματος έκτακτης ανάγκης είναι η μόνη λύση ώστε να αντιμετωπιστεί ο άμεσος κίνδυνος μεγάλο μέρος του πληθυσμού της χώρας να βρεθεί σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και περιθωριοποίησης. Αντίστοιχες πολιτικές αρχίζουν να εφαρμόζονται και σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, απαντώντας σε παρόμοιες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αποφύγουν η εμβάθυνση της ύφεσης να μετατρέψει την οικονομική κρίση σε κρίση χρέους, πράγμα που θα προσέδιδε στην πρώτη περισσότερο μόνιμα χαρακτηριστικά.
Το εισόδημα έκτακτης ανάγκης που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ καλύπτει 1.900.000 νοικοκυριά στα οποία συμμετέχουν άνεργοι, επισφαλώς εργαζόμενοι (εργαζόμενοι με μπλοκάκι, με εργόσημο και με συμβάσεις ορισμένου χρόνου), εποχικοί εργαζόμενοι, ιδίως στον τομέα του τουρισμού, αγρότες, πληττόμενοι ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι, δημιουργοί, καλλιτέχνες και εργαζόμενοι στον τομέα του πολιτισμού, ΑΜΕΑ. Όπως είναι φανερό, το μέτρο αυτό υποστηρίζει και τμήματα της μεσαίας τάξης που υπέστησαν ραγδαία απώλεια εισοδήματος λόγω της πανδημίας.
Ο σχεδιασμός του έκτακτου αυτού εισοδήματος βασίζεται στις ανάγκες ολόκληρου του νοικοκυριού δίνοντας 400€ για το πρώτο ενήλικο μέλος του νοικοκυριού, 200€ για κάθε πρόσθετο ενήλικο μέλος και 100€ για κάθε παιδί. Οι ήδη επιδοτούμενοι από τον ΟΑΕΔ άνεργοι δικαιούνται το ποσό που προκύπτει για το νοικοκυριό, αφού αφαιρεθεί το επίδομα ανεργίας που ήδη λαμβάνουν. Το έκτακτο εισόδημα που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αφορολόγητο και ακατάσχετο.
Το επίδομα αφορά σχεδόν 4 εκατ. άτομα, έχει διάρκεια 4 μήνες και το κόστος του αναμένεται να ανέλθει στα 3,5 δισ. ευρώ.
Κόσμος της εργασίας
Η προστασία της εργασίας αποτελεί για το ΣΥΡΙΖΑ πρώτη προτεραιότητα σε αυτή την περίοδο. Τα μέτρα που προτείνει για τη στήριξη της εργασίας έχουν συγκεκριμένο στρατηγικό προσανατολισμό, την προστασία των εργαζομένων, τη διατήρηση της διαπραγματευτικής τους δύναμης/μισθών και την ανατροπή των τάσεων απορρύθμισης της αγοράς εργασίας. Πρόκειται για την ακριβώς αντίθετη στρατηγική από αυτή που ακολουθεί η κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Πυρήνας της πρόταση είναι η καταβολή των μισθών των εργαζομένων στο 100%, η μη αρνητική μεταβολή των σχέσεων εργασίας και αυτονόητα η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Η πρότασή διακρίνει τρεις κατηγορίες επιχειρήσεων, οι οποίες επιδοτούνται σε διαφορετικό ύψος από το κράτος, πάντα όμως υπό την υποχρέωση της καταβολής μισθών στο 100% και της μη μεταβολής των σχέσεων εργασίας.
Ειδικότερα:
- Για τις επιχειρήσεις που συνεχίζουν να βρίσκονται σε αναστολή λειτουργίας, προτείνουμε 100% κάλυψη του μισθολογικού και μη-μισθολογικού κόστους από το κράτος.
- Για τις πληττόμενες επιχειρήσεις στους κλάδους της εστίασης, του τουρισμού και των μεταφορών, επιδότηση 100% των ασφαλιστικών εισφορών και 40% των μισθών από το κράτος, με υποχρέωση καταβολής του υπόλοιπου 60% του μισθολογικού κόστους από την επιχείρηση.
- Για τις υπόλοιπες πληττόμενες επιχειρήσεις που αρχίζουν να επαναλειτουργούν προτείνουμε επιδότηση 40% μισθών και ασφαλιστικών εισφορών από το κράτος, με υποχρέωση καταβολής του υπόλοιπου 60% του μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους από την επιχείρηση.
Προϋποθέσεις για την εφαρμογή των μέτρων οικονομικής στήριξης των εργαζομένων και των επιχειρήσεων:
- Κατάργηση του σχήματος αναστολών συμβάσεων εργασίας.
- Κατάργηση του νέου σχήματος εκ περιτροπής εργασίας.
- Κατάργηση της αναστολής δήλωσης των ωραρίων, επαναθεσμοθέτηση της δυνατότητας ελέγχων από το ΣΕΠΕ.
- Ρύθμιση για τον μη συμψηφισμό ημερών μη εργασίας λόγω της πανδημίας με τις τακτικές άδειες των εργαζομένων.
- Θέσπιση ειδικού πλαισίου για τον έλεγχο της τηλεργασίας και την προστασία των εργαζομένων σε αυτή.
- Εξειδίκευση των κανόνων ασφαλείας και υγείας στην εργασία στις συνθήκες της πανδημίας. Εντατικοποίηση των ελέγχων και εκτεταμένης εμβέλειας ενημερωτική εκστρατεία.
- Υποχρέωση διατήρησης των συμβάσεων εργασίας για έξι μήνες μετά το τέλος της κρατικής επιχορήγησης (μετενέργεια).
- Σαφής απαγόρευση δυσμενούς μετατροπής συμβάσεων (για παράδειγμα, πλήρους σε μερικής ή εκ περιτροπής).
- Παράταση ισχύος μέχρι το τέλος του έτους όλων των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας που ξεκίνησαν να λήγουν τον Μάρτιο του 2020.
Το σύνολο των παρεμβάσεων για την στήριξη της εργασίας ανέρχονται στα 3,7 δισ. ευρώ και αφορούν τουλάχιστον 1,7 εκ εργαζόμενους και 200.000 επιχειρήσεις.
Υγεία
Η πανδημία αναδεικνύει νέες προτεραιότητες και προκλήσεις που αφορούν τις υγειονομικές ανισότητες στη χώρα , στην Ευρώπη και στον κόσμο. Το πολιτικό αίτημα είναι η καθολική πρόσβαση όλων των ανθρώπων στα νέα τεστ, φάρμακα και εμβόλια για τον SARS-CoV-2 αλλά και για κάθε καινούργια διασυνοριακή απειλή Δημόσιας Υγείας . Οι βασικές προτάσεις αφορούν:
- Γενναία ενίσχυση του ΕΣΥ με ανθρώπινο δυναμικό – ολοκληρωμένο σχέδιο μόνιμων προσλήψεων σε βάθος 4ετίας με 4000 θέσεις γιατρών-νοσηλευτών-λοιπού προσωπικού για το 2020.
- Σταδιακή σύγκλιση με τους μέσους όρους της Ευρώπης στις δημόσιες δαπάνες Υγείας, στον αριθμό νοσηλευτών και κλινών ΜΕΘ - μείωση ιδιωτικών δαπανών υγείας.
- Oλοκλήρωση της μεταρρύθμισης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, του θεσμού του οικογενειακού γιατρού για κάθε πολίτη και των Τοπικών Μονάδων Υγείας ( ΤΟΜΥ).
- Mισθολογική αναβάθμιση των γιατρών και του υπόλοιπου προσωπικού του ΕΣΥ - ενισχυμένα κίνητρα για τις άγονες/νησιωτικές περιοχές - ένταξη των υγειονομικών στα ΒΑΕ.
Το σύνολο της παρέμβασης για την Υγεία ανέρχεται στο 1 δισ. μέχρι το τέλος του 2021 εκ των οποίων τα 500 εκατ. εκτιμάται ότι θα αναλωθούν μέχρι τον Σεπτέμβρη του 2020
Τουρισμός
Η τουριστική κίνηση υποχωρεί δραματικά τόσο από το εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Αυτό οδηγεί σχεδόν το σύνολο των επιχειρήσεων των σχετικών κλάδων είτε στο να μην ανοίξουν καθόλου ή στην περίπτωση που λειτουργήσουν, στον περιορισμό του τζίρου τους, με δραματικές επιπτώσεις τόσο στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, όσο και στην αύξηση της ανεργίας.
Θα υπάρξει τεράστιο κενό ζήτησης ενώ παράλληλα, λόγω της δραματικής μείωσης των εισοδημάτων των νοικοκυριών στην Ελλάδα, προβλέπεται να μειωθεί και ο εσωτερικός τουρισμός, εφόσον δεν ληφθούν, εγκαίρως, κατάλληλα μέτρα ενίσχυσής του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει ένα πρόγραμμα «διακοπών για όλους», με την διαδικασία χορήγησης ατομικών επιταγών (voucher) διαμονής και μετακίνησης ύψους 600 εκατ. €. Το πρόγραμμα αυτό θα δίνει στα νοικοκυριά δικαίωμα επιλογής των διακοπών τους, τους θερινούς μήνες, με προοπτική επέκτασης του μέχρι τέλους του χρόνου. Το πρόγραμμα αυτό θα συμβάλει στη μερική αντιστάθμιση του ελλείμματος αφίξεων τουριστών από το εξωτερικό, μέσω της ενίσχυσης της εσωτερικής ζήτησης για τουριστικές υπηρεσίες και άρα τη διατήρηση στοιχειώδους ρευστότητας στην αγορά.
Από το κόστος του προγράμματος «Διακοπές για όλους» μεγάλο μέρος των χρημάτων θα επιστραφεί στο κράτος μέσω της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών, όπως και μέσω των πολλαπλασιαστικών του επιδράσεων στην οικονομία.
Το Πρόγραμμα Εσωτερικού Τουρισμού «ΔΙΑΚΟΠΕΣ για ΟΛΟΥΣ» ύψους 600 εκατ. ευρώ καλύπτει κλιμακωτά, με εισοδηματικά κριτήρια, έως 2.500.000 πολίτες σε διαμονή και μεταφορά (χωρίς να συμπεριλαμβάνεται το μεταφορικό ισοδύναμο). Απευθύνεται στο σύνολο των ξενοδόχων/καταλυματιών (με διαβάθμιση τιμολόγησης ανάλογα με τα αστέρια/κλειδιά) και στο σύνολο των πολιτών.
Επιπλέον, το πρόγραμμα αυτό συνδυάζεται με επέκταση του μέτρου του Μεταφορικού Ισοδύναμου που είχε θεσμοθετήσει και ξεκινήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η επέκταση αυτή έχει συνολικό κόστος 100 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων τα περίπου 30 εκ. ε προβλέπονται ήδη στον Π/Υ του 2020) και περιλαμβάνει ένταξη όλων των πολιτών της χώρας στους δικαιούχους του μεταφορικού ισοδύναμου με 4 εισιτήρια μετ’ επιστροφής του δικαιούμενου ταξιδιού ανά άτομο. (στους προορισμούς περιλαμβάνεται και το νησί της Κρήτης).
Τέλος προτείνεται η αναστολή του τέλους διαμονής για την τρέχουσα χρονιά στον τομέα του τουρισμού. ( το κόστος εκτιμάται σε 30-40 εκατ. ευρώ .
Εστίαση -Μείωση ΦΠΑ στο 6%
Πέρα από τα οριζόντια μέτρα για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους και αναγνωρίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης του κλάδου της εστίασης, ο οποίος πλήττεται τόσο από τα μέτρα περιορισμού του συνωστισμού όσο και από τη μειωμένη ζήτηση (πχ. λόγω αναμενόμενης πτώσης του τουρισμού), προτείνουμε μείωση του ΦΠΑ στο σύνολο της εστίασης στο 6% (από το 24% ή το 13% ανάλογα τον ισχύοντα συντελεστή– εξαιρούνται τα αλκοολούχα).
Ο ρόλος του δημοσίου έναντι της κατάρρευσης ή εξαγοράς επιχειρήσεων
Η έξοδος από την κρίση επιβάλλει μια ριζική αναθεώρηση των αναπτυξιακών ιδεών που εκφράστηκαν στα μνημονιακά χρόνια. Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι στο επίκεντρο. Σε απόσταση από την θέση αυτή, η θέση του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε σαφής: Τα δίκτυα και οι βασικές υποδομές να παραμείνουν υπό δημόσιο έλεγχο και τα εμπορικά τμήματα να ιδιωτικοποιηθούν εφόσον υπάρχουν αντίστοιχες ανταγωνιστικές αγορές. Χωρίς τούτο να σημαίνει ότι η ύπαρξη μίας κρατικής εταιρείας ακόμα και σε ανταγωνιστικές αγορές δεν είναι αναγκαία ή και επιβεβλημένη (τράπεζες, ενέργεια κλπ). Η ΝΔ αντιθέτως επιλέγει να ιδιωτικοποιεί τόσο τα δίκτυα όσο και τις υποδομές (ΔΕΔΑ, ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΛΙΜΑΝΙΑ, κλπ). Η στρατηγική αυτή είναι σήμερα καταστροφική. Πρέπει να ανασταλεί και να αναθεωρηθεί αμέσως.
Στις παρούσες συνθήκες, η κατάστρωση της στρατηγικής πρέπει να προσεγγιστεί ως εξής: Οι μεγάλες επιχειρήσεις, εισηγμένες στο χρηματιστήριο ή μη, που είναι αντιμέτωπες με την κατάρρευση των εσόδων μπορεί να αντιμετωπίσουν μία πολύ κακή χρονιά ανάλογα με τα ρευστά διαθέσιμα που έχουν, την έκταση του δανεισμού και τη διάρκεια φυσικά της αναμενόμενης κρίσης στις συγκεκριμένες δραστηριότητες. Στις εισηγμένες αυτό θα αποτυπωθεί στην πορεία της μετοχής, στις μη εισηγμένες κρίνεται από τις τράπεζες.
Η πρώτη στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης για τις μεγάλες επιχειρήσεις είναι ο δανεισμός και οι κρατικές εγγυήσεις. Το κόστος της κρίσης διαχέεται σε βάθος χρόνου, και σε κάθε περίπτωση εάν είχαν μια μακρά περίοδο καλής κερδοφορίας μπορούν να απορροφήσουν τις ζημιές με δανεισμό που θα καλύψει βραχυχρόνιες ανάγκες αλλά θα αποπληρωθεί, ως μακροχρόνιος δανεισμός, σε βάθος χρόνου.
Υπάρχουν κατηγορίες προβλημάτων που δεν αντιμετωπίζονται εύκολα.
- Πρώτον, υπερδανεισμένες επιχειρήσεις που έχουν μικρή ευχέρεια αύξησης του δανεισμού χωρίς να υπάρξουν προβλήματα.
- Δεύτερον επιχειρήσεις με οριακή βιωσιμότητα που δεν έχουν περιθώρια ελιγμών και ήταν ήδη σε φάση αναδιάρθρωσης των κόκκινων δανείων, αναζήτησης στρατηγικών εταίρων, ή πιθανής εξαγοράς.
- Τρίτον ένα μεγάλο μέρος των εταιρειών που λειτουργούν με παραχωρήσεις και σταθερές αποδόσεις επί των επενδύσεων όπως είναι τα ενεργειακά δίκτυα, οι παραχωρήσεις δρόμων, αεροδρομίων, απορριμμάτων και άλλες.
Η απάντηση στις τρεις κατηγορίες προβλημάτων εν δυνάμει είναι κοινή. Το κράτος είναι έτοιμο να παρέμβει με τρία εργαλεία.
• Ανακεφαλαιοποίηση, στα πρότυπα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών έναντι απόκτησης φυσικά μετοχών.
• Επενδύσεις στο μετοχικό κεφάλαιο. Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου έναντι προσφοράς επιπρόσθετων μετοχών ή εξαγοράς υπαρχόντων από το κράτος -κυρίως το πρώτο- μεταβάλλει τη σχέση ίδιων και δανεικών κεφαλαίων και ενισχύει τη δυνατότητα επιπρόσθετου δανεισμού για μία επιχείρηση.
• Απευθείας εθνικοποίηση με αποζημίωση των παλιών μετόχων, κατ' ανάγκη μειωμένης αξίας.
Το κράτος πρέπει να ενεργοποιηθεί προκειμένου να διασωθούν στρατηγικές μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις μεταφορές, τον τουρισμό, τη βιομηχανία, στις υποδομές και τα δίκτυα.
Οι όροι όμως θα είναι σαφείς. Το κράτος θα αποκτήσει μερίδιο στις εταιρείες αυτές και θα προσδιορίσει στο μέλλον τη στρατηγική του, όταν η κρίση περάσει καθώς η υπεράσπιση του δημόσιου χρήματος και των φορολογουμένων είναι αυτονόητη.
Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε κατηγορία επιχειρήσεων η κρατική στήριξη θα μετατραπεί σε κρατική συμμετοχή. Η κρατική συμμετοχή για καθαρά ιδιωτικές εμπορικές επιχειρήσεις είναι απλή. Το δημόσιο θα πάρει ένα μέρος των μετοχών κατ' αναλογία της ενίσχυσης (20-30% κ.λπ.) ενώ στην περίπτωση των παραχωρήσεων, υπάρχουν δυνατότητες πιο ευέλικτες καθώς μπορεί να υπάρξει ένας συνδυασμός συμμετοχής ή επέκτασης της ήδη υπάρχουσας συμμετοχής του δημοσίου ως μετόχου ή επέκτασης κάποιων από τους ευνοϊκούς όρους της σύμβασης. Η πολιτική διάσωσης μεγάλων επιχειρήσεων έχει χρησιμοποιηθεί εντατικά στην προηγούμενη κρίση του 2008 στις ΗΠΑ και αλλού. Αλλά και τώρα κράτη όπως η Γαλλία και η Γερμανία εφαρμόζουν εκτεταμένα την ίδια στρατηγική.
Ο ρόλος των δημοσίων επενδύσεων σήμερα και την επόμενη μέρα
Οι δημόσιες επενδύσεις αποτελούν βασικό μέσο του αναπτυξιακού ρόλου του κράτους. Υπό τις παρούσες συνθήκες οι δημόσιες επενδύσεις καλούνται να συμβάλλουν στη συγκράτηση της ύφεσης και ακόμα περισσότερο να οδηγήσουν τη φάση της ανάκαμψης σύμφωνα πάντα με τις αναπτυξιακές προτεραιότητες της χώρας.Η πλήρης αξιοποίηση του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων (ΠΔΕ), το οποίο απαρτίζεται από τους εθνικούς πόρους και τους πόρους των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών Ταμείων (ΕΣΠΑ) πρέπει να βρίσκεται στον πυρήνα του σχεδίου αντιμετώπισης της παρούσας οικονομικής κρίσης.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εκπόνησε την Αναπτυξιακή Στρατηγική 2020 και στο πλαίσιο αυτό ξεκίνησε μια συντονισμένη προσπάθεια για την ωρίμανση και υλοποίηση έργων και δράσεων που ενισχύουν την οικονομική δραστηριότητα και καλύπτουν χρόνιες ανάγκες σε υποδομές. Μεγάλης, μεσαίας και μικρής κλίμακας έργα και δράσεις με ισόρροπη χωρική διασπορά που εντάχθηκαν το προηγούμενο διάστημα στο ΕΣΠΑ και το εθνικό ΠΔΕ, αποτελούν μια πρώτη ύλη για την τροφοδοσία της ανάκαμψης, απαραίτητη σήμερα περισσότερο από ποτέ.
Η εγκατάλειψη της Αναπτυξιακής Στρατηγικής από τη σημερινή κυβέρνηση αλλά και το πάγωμα πλήθους έργων και προγραμμάτων του ΠΔΕ και του ΕΣΠΑ για τα οποία είχαν επενδυθεί σημαντικοί πόροι και χρόνος για την ωρίμανσή τους, αποτελεί μέγα λάθος της πολιτικής της ΝΔ που υποθήκευσε έτσι και αλλιώς την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Το ιστορικό χαμηλό 20ετίας στην υλοποίηση του ΠΔΕ το 2ο εξάμηνο του 2019 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην μείωση του ρυθμού ανάπτυξης το ίδιο διάστημα. Ειδικά όμως υπό το βάρος των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας η πολιτική αυτή επιφέρει καταστροφικά αποτελέσματα τόσο σε σχέση με την αύξηση της ανεργίας όσο και σε σχέση με την επιβίωση χιλιάδων επιχειρήσεων.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεταξύ πολλών άλλων, το Πρόγραμμα Φιλόδημος, το Μετρό Θεσσαλονίκης, το Πρόγραμμα Ηλέκτρα (ενεργειακή αναβάθμιση σε δημόσια κτήρια).
Στον αντίποδα των κυβερνητικών επιλογών, είναι επιτακτική ανάγκη να ενεργοποιηθεί εκ νέου ένα γενναίο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, με βασικούς στόχους: διατήρηση και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ειδικά στον κλάδο των κατασκευών και των υλικών), χωροταξική οργάνωση και προστασία του περιβάλλοντος, αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, ισότιμη πρόσβαση όλων σε ποιοτικές υποδομές.
*Δείτε όλο το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ «Μένουμε Όρθιοι ΙΙ», στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".