Η πεποίθηση ότι υπάρχει κύκλωμα ξεπλύματος μαύρου χρήματος με επίκεντρο Ουκρανούς υπηκόους και την Κύπρο ενισχύεται από πληροφορίες, πρόσφατα περιστατικά, αλλά και από τον τρόπο που χειρίζεται η Αστυνομία Κύπρου την υπόθεση των τελευταίων 24ωρων με την 31χρονη Ουκρανή. Η τελευταία τελεί υπό κράτηση από το περασμένο Σάββατο, στη βάση δικαστικού διατάγματος.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της κυπριακής εφημερίδας Φιλελεύθερος, αρχικά η γυναίκα είχε καταγγείλει το μεσημέρι της Παρασκευής ότι νωρίτερα εντός της συγκεκριμένης ημέρας έπεσε θύμα ληστείας στην Γερμασόγεια. Πιο συγκεκριμένα ισχυρίστηκε ότι άτομο που επέβαινε σε διερχόμενη μοτοσικλέτα της απέσπασε με τη βία τσάντα, στην οποία υπήρχε το ποσό των 420.000 ευρώ σε μετρητά.
Οι διαστάσεις
Στη συνέχεια, ωστόσο, η υπόθεση πήρε άλλη τροπή και μπήκε στο παιχνίδι των ανακρίσεων το Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων (ΤΑΕ) Αρχηγείου Αστυνομίας. Το εν λόγω τμήμα εξετάζει υποθέσεις όταν κρίνεται πως τα αδικήματα είναι ιδιαιτέρως σοβαρά και η κλίμακά τους εκτείνεται παγκυπρίως. Δεν περιορίζονται, δηλαδή, σε τοπικό επίπεδο. Διόλου τυχαίο είναι, άλλωστε, το γεγονός ότι το αίτημα για προσωποκράτηση εξετάστηκε προχθές από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας κι όχι στη Λεμεσό.
Το δε δελτίο Τύπου που εξέδωσε η Αστυνομία το περασμένο Σάββατο κάνει λόγο για διερευνώμενη υπόθεση «συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, συμμετοχής και αποδοχής διάπραξης εγκλημάτων, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος». Δεν σχετίζεται, δηλαδή, άμεσα με τις συνθήκες της φερόμενης ληστείας της περασμένης Παρασκευής.
Αρμόδια πηγή μιλώντας στον «Φ», ανέφερε ότι η υπόθεση που αφορά την καταγγελλόμενη ληστεία συνεχίζει να απασχολεί το αρμόδιο τμήμα της Αστυνομίας στην επαρχία τέλεσης του φερόμενου αδικήματος (ΤΑΕ Λεμεσού), προσθέτοντας πως οι ευρύτερες διαστάσεις της υπόθεσης που παραπέμπουν σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και σε ξέπλυμα χρήματος, είναι λογικό λόγω της σοβαρότητας να απασχολούν το ΤΑΕ Αρχηγείου. «Άλλωστε, η σύλληψη και η προσωποκράτηση έγινε ευρύτερα για την υπόθεση και όχι την καταγγελλόμενη ληστεία ή τις συνθήκες αυτής», πρόσθεσε η ίδια πηγή.
Σημειώνεται ότι πληροφορίες της εφημερίδας μας, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο η ανακριτική ομάδα του ΤΑΕ Αρχηγείου να ζητήσει τη συνδρομή της Μονάδας Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ). Η ΜΟΚΑΣ εξειδικεύεται σε ενδεχόμενα αδικήματα με οικονομικές πράξεις που αφήνουν ίχνη στο χρηματοοικονομικό σύστημα (π.χ. τραπεζικές μεταφορές), ωστόσο, έχει τους μηχανισμούς να ζητήσει συνδρομή από αντίστοιχες υπηρεσίες άλλων χωρών, ενώ την ίδια στιγμή έχει πρόσβαση σε διεθνείς βάσεις δεδομένων.
Την ίδια στιγμή πληροφορίες αναφέρουν πως οι κυπριακές διωκτικές Αρχές εξετάζουν ευρύτερα θέματα μεταφοράς χρημάτων στην Κύπρο από Ουκρανούς υπηκόους. Στην προκειμένη περίπτωση, η 31χρονη Ουκρανή μέσα σε ένα διάστημα οκτώ μηνών ερχόταν στην Κύπρο μέσω των αεροδρομίων Λάρνακας και Πάφου (8/2023 – 3/2024) δηλώνοντας στους υπαλλήλους του Τμήματος Τελωνείων μεγάλα ποσά, τα οποία –σύμφωνα με αστυνομική πηγή- ανέρχονται σε έξι εκατομμύρια ευρώ.
Περιστατικά με πανομοιότυπες συνθήκες που έχουν να κάνουν με μεγάλα χρηματικά ποσά σε μετρητά και σχετίζονται με την Κύπρο, δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, σύμφωνα με αρμόδιο πρόσωπο που μίλησε στον «Φ».
Πάντως, ανεξάρτητα με τις πληροφορίες και τους χειρισμούς του ΤΑΕ Αρχηγείου, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε δυο χαρακτηριστικές υποθέσεις των τελευταίων μηνών, οι οποίες παραπέμπουν σε ξέπλυμα και αφορούν το νησί μας.
Ερχόταν Λάρνακα με €455.000
Η μια σχετίζεται με συνταξιούχο Ουκρανό, ο οποίος επιχείρησε να έρθει στην Κύπρο με μεγάλο χρηματικό ποσό, ωστόσο, κατέληξε να τίθεται υπό σύλληψη.
Συγκεκριμένα, όπως είχε αποκαλύψει η γνωστή γερμανική εφημερίδα Bild στα τέλη του περασμένου Ιανουαρίου, τον περασμένο Νοέμβριο είχε τεθεί υπό σύλληψη 66χρονος υπήκοος Ουκρανίας, ο οποίος προσπάθησε να ταξιδέψει αεροπορικώς από το Μόναχο στην Λάρνακα, έχοντας το ποσό των 455.000 ευρώ στις αποσκευές του. Ο συλληφθείς είχε αρχικά δηλώσει ότι είχε πάνω του περίπου 300 ευρώ. Όμως, σύμφωνα πάντα με το επίμαχο δημοσίευμα, Γερμανός τελωνειακός είχε αντιληφθεί αξιοπερίεργες ενέργειες και σταμάτησε τον 66χρονο για έλεγχο πριν επιβιβαστεί. Όπως αποδείχθηκε τελικά, στην αποσκευή του είχε δεσμίδες χαρτονομισμάτων των 50 και 20 ευρώ, που αντιστοιχούσαν συνολικά με 455.000 ευρώ. Τα χρήματα δεσμεύτηκαν, ενώ από τη στιγμή που ο 66χρονος δεν είχε δηλώσει το ποσό (κάτι που όφειλε από τη στιγμή που υπερέβαινε τις 10.000 ευρώ), συνελήφθη.
Η έτερη υπόθεση σημειώθηκε στα κατεχόμενα, επίσης, τον περασμένο Νοέμβριο. Ένας Ρώσος υπήκοος είχε χάσει τη ζωή του μετά από εγκληματική ενέργεια σε φωτογραφείο στην κατεχόμενη Κερύνεια. Οι πληροφορίες ανέφεραν ότι οι δράστες είχαν ως κίνητρο τη ληστεία και πως ο δολοφονηθείς είχε τσάντα με μεγάλο χρηματικό ποσό. Για την υπόθεση η ψευδοαστυνομία είχε συλλάβει ένα ζεύγος Ουκρανών και έναν Ρώσο, ενώ «Δικαστήριο» των κατεχομένων είχε εκδώσει τότε τριήμερο διάταγμα προσωποκράτησης σε βάρος τους. Η τσάντα δεν είχε εντοπιστεί.
Η νομοθεσία
Η διαδικασία μεταφοράς μεγάλων χρηματικών ποσών είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Βάσει της νομοθεσίας ένα πρόσωπο κατά την άφιξη του στην Κύπρο είναι υποχρεωμένο να δηλώσει γραπτώς ότι «μεταφέρει ρευστά διαθέσιμα αξίας ίσης ή μεγαλύτερης των δέκα χιλιάδων ευρώ (€10.000)» και να αιτιολογήσει την προέλευση. Διαφορετικά υπόκειται σε πρόστιμο ή/και φυλάκιση. Στην περίπτωση της 31χρονης, σύμφωνα με την Αστυνομία, αν και κατά τα ταξίδια της στην Κύπρο δήλωνε τα μεγάλα χρηματικά ποσά που μετέφερε, κατά τις αστυνομικές εξετάσεις που μετά το συμβάν της Παρασκευής, προέκυψε ότι «δεν φαίνεται να έχει δώσει επαρκείς εξηγήσεις για την προέλευση των χρημάτων και τους λόγους μεταφοράς τους στην Κύπρο».