Στον Γενικό Εισαγγελέα για διερεύνηση ενδεχόμενου ύπαρξης αστικών ευθυνών ή διάπραξης ποινικών αδικημάτων από οποιοδήποτε πρόσωπο προώθησε ο Γενικός Ελεγκτής, σε ειδική έκθεση με θέμα «Έλεγχος σχετικά με την Επένδυση της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου στη Θυγατρική Cyta Ελλάς Τηλεπικοινωνιακή Α. Ε.», η οποία δημοσιοποιήθηκε σήμερα. Στην έκθεση γίνεται αναφορά για πρόχειρους, λανθασμένους και σε αρκετές περιπτώσεις παράτυπους χειρισμούς, οι οποίοι «οδήγησαν τελικά στην υλοποίηση μιας τεράστιας ζημιάς από το όλο εγχείρημα, που υπολογίζεται πέραν των €150 εκατ.».
Με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μας και τον έλεγχο που διεξαγάγαμε, συμπεραίνουμε ότι για την επένδυση στην Ελλάδα, μέσω της CytaHellas, δεν ασκήθηκε, από το Διοικητικό Συμβούλιο και τη Διεύθυνση της CytaHellas η δέουσα επιμέλεια και επαγγελματισμός που θα αναμένονταν, ώστε να διασφαλιστούν τα συμφέροντα της ΑΤΗΚ και, κατ’ επέκταση, του Κράτους, αναφέρει η Ελεγκτική Υπηρεσία (ΕΥ).
Τα σημαντικότερα ευρήματα του ελέγχου όπως αναφέρονται στην έκθεση:
α. Προχειρότητα με την οποία λαμβάνονταν οι σχετικές αποφάσεις
Πολύ σημαντικές αποφάσεις, που άπτονταν του επιχειρησιακού σχεδιασμού, της βιωσιμότητας και του καθορισμού των κεφαλαιουχικών αναγκών της CytaHellas λαμβάνονταν με μεγάλη προχειρότητα, σε βαθμό που, κατά την άποψή μας, συνιστά αποτυχία της Διεύθυνσης για επίδειξη της δέουσας επιμέλειας. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα πιο κάτω:
Η επιλογή του συμβούλου, στον οποίο ανατέθηκε απευθείας η εκπόνηση της μελέτης βιωσιμότητας και του στρατηγικού σχεδίου για την επένδυση στην Ελλάδα, βασίστηκε σε αναφορές για προηγούμενη, επιτυχημένη του συνεργασία με την ΑΤΗΚ, οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν έως παραπλανητικές, αφού η επικαλούμενη συνεργασία αφορούσε σε συμβουλευτικές υπηρεσίες, που παρασχέθηκαν σε σχέση με θυγατρική της ΑΤΗΚ στην Ουγγαρία, η οποία ήδη διαφαινόταν ότι θα αποτύγχανε.
Η μελέτη βιωσιμότητας καταδείκνυε θετικές χρηματοροές μεσοπρόθεσμα και υψηλό εσωτερικό συντελεστή απόδοσης, που όπως διαφάνηκε ήταν υπεραισιόδοξα και βασίζονταν σε στοιχεία που δεν είχαν αξιολογηθεί από την ΑΤΗΚ ως προς τη σχετικότητα, πληρότητα και ακρίβειά τους, καθώς και σε παραδοχές που επίσης δεν έτυχαν αξιολόγησης ως προς τη σχετικότητα και λογικότητά τους.
Τα αποτελέσματα της μελέτης τέθηκαν ενώπιον του υπουργού Οικονομικών στις 21.9.2006, με αίτημα τη λήψη απάντησης μέχρι τις 28.9.2006, δηλαδή σε υπερβολικά στενά χρονικά περιθώρια. Οι ανάγκες κεφαλαίου της CytaHellas είχαν υποτιμηθεί σημαντικά και μεταβάλλονταν συνεχώς, με αποτέλεσμα η επένδυση να είχε ξεκινήσει το 2007 με μετοχικό κεφάλαιο ύψους €15 εκατ. και να καταλήξει, δέκα χρόνια αργότερα, σε μετοχικό κεφάλαιο ύψους €165,5 εκατ. Ενδεικτικό των πρόχειρων και βεβιασμένων σχεδιασμών αποτελεί το γεγονός ότι, σε λιγότερο από ένα χρόνο από τη σύσταση της εταιρείας, προέκυψαν ανάγκες πρόσθετης χρηματοδότησης ύψους €72 εκατ., λόγω τροποποίησης του επιχειρησιακού σχεδίου, για πανελλαδική επέκταση. Σημειώνουμε ότι είχε αποφασιστεί η επικαιροποίηση του επιχειρησιακού σχεδίου της CytaHellas, πριν καν εξασφαλιστεί η έγκριση της πολιτείας για την πανελλαδική επέκταση.
Ανατέθηκε σε άλλο συμβουλευτικό οίκο και πάλι με διαδικασίες που εμπεριείχαν σημαντικές αδυναμίες, η επικαιροποίηση των επιχειρησιακών σχεδίων της εταιρείας.
Τα επιχειρησιακά σχέδια της CytaHellas τροποποιούνταν διαρκώς, σε ορισμένες περιπτώσεις σε διάστημα μηνών ή και ημερών. Κοινό στοιχείο όλων των σχεδίων ήταν η παρουσίαση συνεχών σημαντικών αρνητικών αποκλίσεων, σε σχέση με τα πραγματικά αποτελέσματα. Η ανάγκη για διαρκή τροποποίηση, οι υπεραισιόδοξες προβλέψεις που χρησιμοποιούνταν για τη λήψη αποφάσεων για περαιτέρω συνεχείς επεκτάσεις και η σημαντική απόκλιση των πραγματικών αποτελεσμάτων από τους στόχους, η επίτευξη των οποίων μετατίθετο διαρκώς από τον ένα χρόνο στον άλλο, καταδεικνύουν την προχειρότητα με την οποία τα επιχειρησιακά σχέδια συντάσσονταν, παρακολουθούνταν και αναθεωρούνταν. Το Διοικητικό Συμβούλιο της CytaHellas έκανε αναφορές σε ευθύνες της Διευθυντικής Ομάδας, οι οποίες ωστόσο δεν αποδόθηκαν ποτέ.
Η ετοιμασία των επιχειρησιακών σχεδίων βασιζόταν σε εσωτερικές εκτιμήσεις και υποθέσεις που η CytaHellas έθετε στη διάθεση των συμβούλων. Ωστόσο, σε όλα τα σχέδια που αναθεώρησαν, οι σύμβουλοι περιείχαν ρήτρα μη ευθύνης, στην οποία γινόταν ρητή αναφορά στη μη επαλήθευση ή ανεξάρτητη επιβεβαίωση αυτών των στοιχείων και πληροφοριών. Από επισκόπηση των σχεδίων αυτών, που αποτέλεσαν τη βάση για τη λήψη σημαντικών στρατηγικών αποφάσεων, διαπιστώσαμε λανθασμένες εκτιμήσεις, υπεραισιόδοξες και μη ρεαλιστικές προβλέψεις και ανεπαρκή ανάλυση κινδύνου.
Παρά το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας τύγχανε διαρκούς ενημέρωσης για την ανεπιτυχή πορεία του επιχειρησιακού σχεδίου, απέτυχε παταγωδώς στο να λάβει έγκαιρα και κατάλληλα μέτρα, ώστε να αποφευχθεί η επιδείνωση της κατάστασης και να μετριαστεί, όσο γινόταν, η ζημιά προς την ΑΤΗΚ.
Από ενδελεχή φορολογικό έλεγχο που διενεργήθηκε το 2017 από ελεγκτικό οίκο, προέκυψαν πολύ σημαντικές φορολογικές υποχρεώσεις, οι οποίες δεν αντικατοπτρίζονταν στις οικονομικές καταστάσεις της CytaHellas. Διαπιστώσαμε την αδικαιολόγητη αναταξινόμηση εξόδων που αφορούσαν στο κόστος πωλήσεων, ως λειτουργικές δαπάνες, που δημιούργησε πλασματική βελτίωση της εικόνας της εταιρείας.
Εντοπίσαμε συνεχείς καθυστερήσεις στην υλοποίηση έργων υποδομής, κυρίως του δικτύου της CytaHellas, που οδήγησαν, τόσο στην καταβολή σημαντικών επιπρόσθετων ποσών, για εξασφάλιση δικτύου από άλλους παρόχους, όσο και στην καθυστέρηση της επιχειρησιακής της ανάπτυξης, με τη συνεπαγόμενη απώλεια εσόδων. Από σειρά αναφορών προς το Διοικητικό Συμβούλιο, διαφαίνεται κακός προγραμματισμός, ελλιπής παρακολούθηση και εποπτεία των έργων, καθώς και η αποτυχία στη λήψη μέτρων για διασφάλιση των συμφερόντων της εταιρείας.
Κακός προγραμματισμός στην υλοποίηση ορισμένων έργων, με πιο χαρακτηριστικό εκείνο που αφορούσε στο οπτικό δίκτυο της διαδρομής Αθήνα-Θεσσαλονίκη, όπου το Διοικητικό Συμβούλιο ανέθεσε σε ιδιωτική εταιρεία την εκσκαφή του, έναντι €5,3 εκατ. και παράλληλα, περίπου δύο μήνες αργότερα, προέβη στην ενοικίαση, για 15 χρόνια, χωρητικότητας, για την ίδια διαδρομή, από το υφιστάμενο δίκτυο άλλης εταιρείας. Στη συνέχεια και ενώ το έργο εκσκαφής βρισκόταν σε εξέλιξη, αποφάσισε την ακύρωση της σχετικής σύμβασης, με αποτέλεσμα ο εργολάβος του έργου να προσφύγει στη δικαιοσύνη, διεκδικώντας αποζημιώσεις της τάξης των €4,75 εκατ.
Με παραδοχή της CytaHellas, προκύπτει ότι δίκτυο αξίας τουλάχιστον ύψους €3,5 - €4 εκατ. παρέμενε σε αδράνεια.
Προωθήθηκαν ενέργειες, όπως παραχώρηση στην ΑΤΗΚ χωρητικότητας στο δίκτυο της CytaHellas, που δεν βασίζονταν σε επιχειρησιακούς παράγοντες, αλλά παρά μόνο αποσκοπούσαν στη διευθέτηση, με αυτό τον τρόπο, οφειλών της εταιρείας προς την ΑΤΗΚ, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος να θεωρηθούν ως μη εξυπηρετούμενες και να οδηγήσουν στην ανάγκη δημιουργίας πρόνοιας για επισφάλεια.
Στην προσπάθεια συγκράτησης των πελατών της, η CytaHellas αποφάσισε να εντάξει στις υπηρεσίες της την Cytavision, όπου και πάλι, λόγω αβάσιμων εκτιμήσεων και μη ετοιμότητας, το εγχείρημα απέτυχε.
Καθυστερήσεις και λανθασμένες εκτιμήσεις παρατηρήθηκαν και κατά την εμπλοκή της εταιρείας στην κινητή τηλεφωνία, που οδήγησαν σε περαιτέρω ζημιές.
Έγκριση από το Διοικητικό Συμβούλιο δαπανών που υποβάλλονταν ως κατεπείγουσες, χωρίς να παρέχεται ο απαραίτητος χρόνος για μελέτη του θέματος.
β. Υπέρβαση εξουσίας και λήψη αποφάσεων εκτός του καθορισμένου νομικού πλαισίου.
Πολλές φορές λαμβάνονταν αποφάσεις από τη Διεύθυνση της CytaHellas ή το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΤΗΚ που δεν καλύπτονταν, κατά τη λήψη τους, από τις απαραίτητες, από τη νομοθεσία, εγκρίσεις. Σε αρκετές περιπτώσεις αυτές δίνονταν εκ των υστέρων και αφού η πολιτεία βρισκόταν προ τετελεσμένων γεγονότων. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα πιο κάτω:
Η ΑΤΗΚ δεν εξασφάλισε εκ των προτέρων την απαιτούμενη εκ του Νόμου έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου για τη δημιουργία και συμμετοχή στην CytaHellas, κάνοντας μάλιστα αναφορά εκ των υστέρων στην ανάγκη λήψης τυπικής έγκρισης. Πολύ σημαντικά ποσά καταβάλλονταν, από την ΑΤΗΚ, στη CytaHellas, υπό τη μορφή προσωρινών διευκολύνσεων, πριν την εξασφάλιση των απαραίτητων εγκρίσεων και αποδεσμεύσεων του σχετικού κονδυλίου, τα οποία μεταγενέστερα, όταν εξασφαλιζόταν η έγκριση, κεφαλαιοποιούνταν. Κατά παράβαση σχετικής συνεννόησης της ΑΤΗΚ με τον υπουργό Οικονομικών, παραχωρήθηκαν, από την ΑΤΗΚ, εγγυήσεις σε τραπεζικά ιδρύματα, για εξασφάλιση δανείων από τη CytaHellas.
Υπογράφηκε σύμβαση για σύναψη ομολογιακού δανείου ύψους €55 εκατ., πριν την εξασφάλιση της απαραίτητης έγκρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο, η οποία παραχωρήθηκε ενάμιση χρόνο αργότερα και αφού είχε ήδη εκταμιευθεί ποσό ύψους €38,5 εκατ. Από το ποσό αυτό, που θα χρησιμοποιείτο για εξόφληση δανείων της CytaHellas προς ιδιωτικές τράπεζες, τα €18 εκατ. χρησιμοποιήθηκαν τελικά για άλλους σκοπούς.
Παραχωρήθηκαν, σε πολλές περιπτώσεις, εγγυήσεις σε τρίτους, από την ΑΤΗΚ, προς όφελος της CytaHellas, για τις περισσότερες από τις οποίες και πάλι δεν είχε εξασφαλιστεί η νενομισμένη έγκριση του υπουργού Οικονομικών.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της CytaHellas ενέκρινε, σε αρκετές περιπτώσεις, τη διενέργεια μεγάλου ύψους δαπανών εκ των υστέρων, με αναδρομική ισχύ. Παρόλο που σε ορισμένες περιπτώσεις καταγράφεται η δυσφορία του Διοικητικού Συμβουλίου και πάλι δεν αποδόθηκαν, σε καμία περίπτωση, ευθύνες.
Οι κατά καιρούς ενημερώσεις της ΑΤΗΚ, τόσο προς τον υπουργό Οικονομικών, όσο και προς τη Βουλή των Αντιπροσώπων, δεν ήταν αντικειμενικές αλλά τουναντίον, διαφαίνεται προσπάθεια ωραιοποίησης της κατάστασης και απόκρυψης των προβλημάτων.
γ. Μη τήρηση των αρχών της διαφάνειας, ίσης μεταχείρισης και οικονομικότητας κατά την εξασφάλιση υπηρεσιών, αγαθών και έργων.
Εντοπίσαμε αρκετές περιπτώσεις, όπου συνάφθηκαν συμβάσεις πολύ μεγάλης αξίας, χωρίς να τηρηθούν, ούτε κατ’ ελάχιστον, οι βασικές αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και οικονομικότητας, με αποτέλεσμα να μη διασφαλίζεται η εξασφάλιση των σχετικών υπηρεσιών, αγαθών και έργων με τον πιο οικονομικά συμφέροντα τρόπο. Ενδεικτικά, αναφέρουμε τις πιο κάτω περιπτώσεις:
Διορισμοί συμβούλων, τόσο για την κατάρτιση της αρχικής μελέτης, όσο και για την επικαιροποίηση των επιχειρησιακών σχεδίων της CytaHellas, οι οποίοι μάλιστα, κατά την παροχή των υπηρεσιών τους, δεν βασίστηκαν σε ορθολογιστικά δεδομένα και δεν έλαβαν υπόψη όλους τους παράγοντες επικινδυνότητας.
Ανάθεση δύο πολύ σημαντικών έργων κατασκευής υποδομής οπτικού δικτύου, συνολικής αξίας ύψους €12,1 εκατ., σε κυπριακή εταιρεία, με διαδικασίες αμφίβολης νομιμότητας. Στη μία μάλιστα περίπτωση, παρά το ότι καταγράφονται στα πρακτικά αναφορές του Γενικού Διευθυντή ότι υπήρχε εντύπωση για προσυνεννόηση μεταξύ των προσφοροδοτών και ότι οι τιμές ήταν σημαντικά υψηλότερες από εκείνες άλλων ανάλογων έργων της CytaHellas, ο ίδιος εισηγήθηκε κατακύρωση της προσφοράς στην εν λόγω εταιρεία, εισήγηση που υιοθετήθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο. Επίσης, για το ένα εκ των δύο έργων, συνολικής αξίας €8,5 εκατ., παρά την αρχική εισήγηση για κατακύρωση σε δύο προσφοροδότες, ώστε να καταστεί δυνατή η ολοκλήρωσή του το συντομότερο, τελικά το Διοικητικό Συμβούλιο το κατακύρωσε μόνο σε ένα προσφοροδότη. Για μέρος του έργου αυτού, αξίας €5,3 εκατ., προωθήθηκαν παράλληλα ενέργειες για ενοικίαση χωρητικότητας οπτικού δικτύου, που αναφέρουμε πιο πάνω ως ένδειξη κακού προγραμματισμού, ενώ ο εργολάβος του έργου διεκδικεί δικαστικώς αποζημιώσεις ύψους €4,75 εκατ., σε σχέση με τη διακοπή της σύμβασης.
Επιλογή στρατηγικού συνεργάτη για κινητή τηλεφωνία, με διαδικασία που καταστρατηγούσε τις αποφάσεις της ίδιας της CytaHellas και που παρέπεμπε σε ειλημμένες αποφάσεις και τη λήψη προσφορών μόνο για τυπικούς λόγους.
Τροποποιήσεις στο αντικείμενο της σύμβασης για ανάπτυξη συστήματος τιμολόγησης της σταθερής τηλεφωνίας, που οδήγησαν στον τετραπλασιασμό της αρχικής αξίας της σύμβασης, χωρίς μάλιστα να ληφθεί σχετική απόφαση από το Διοικητικό Συμβούλιο της CytaHellas. Η αύξηση στο κόστος υπερέβαινε, συνολικά, σημαντικά τα εγκριτικά όρια των Διευθυντών της εταιρείας, που κατένειμαν το κόστος σε μικρότερες εργασίες, εντός των ορίων εξουσιοδότησής τους. Και αυτό το έργο υλοποιήθηκε με πολύ σημαντική καθυστέρηση, πέραν των δύο ετών.
Οι δαπάνες που κρίθηκαν αναγκαίες για τη διαμόρφωση ιδιόκτητου κτηρίου στην Αθήνα εκτόξευσαν το κόστος του, από €3,7 εκατ. σε €7,5 εκατ.
Η προθεσμία που δόθηκε για την υποβολή προσφορών για δημιουργία κέντρου δεδομένων στη Θεσσαλονίκη ήταν μόλις 15 μέρες, ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έτυχε ενημέρωσης για μεταγενέστερες τροποποιήσεις στην εν λόγω σύμβαση.
Απευθείας ανάθεση διαγωνισμού, από την ΑΤΗΚ, για τη διαμόρφωση ολοκληρωμένης στρατηγικής εμπορικής επωνυμίας, έναντι ποσού ύψους €230.000.
Αγορά 3.000 φορητών υπολογιστών απευθείας από συγκεκριμένο προμηθευτή, με την επίκληση της πίεσης του χρόνου, έναντι ποσού ύψους €933.000.
Τοποθέτηση παραγγελίας, για δημιουργία κυκλώματος χωρητικότητας, προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένου πιθανού πελάτη, με κόστος €441.396, χωρίς να δοθεί έγκριση από το Διοικητικό Συμβούλιο.
Προμήθεια συστήματος κανόνων και ελέγχου χρέωσης υπηρεσιών δεδομένων κινητών επικοινωνιών, με απευθείας ανάθεση, έναντι ποσού ύψους €797.783.
Εξασφάλιση εξοπλισμού πολυπλεξίας πυκνού τμήματος μήκους κύματος με απευθείας ανάθεση, έναντι δαπάνης ύψους €1,5 εκατ. Η ιδιωτική εταιρεία υποτίθεται προσέφερε εξωπραγματική έκπτωση, ύψους σχεδόν 80%, γεγονός που δημιουργεί ερωτηματικά για το εάν αυτή ήταν πραγματική και, εάν ναι, κατά πόσο θα έπρεπε να κριθεί ως ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά και να απορριφθεί. Από την ίδια εταιρεία εξασφαλίστηκε, με απευθείας ανάθεση, και εξοπλισμός πακετομεταγωγής, συνολικής αξίας €980.000.
Για την προμήθεια εξοπλισμού, για την τηλεπικοινωνιακή ζεύξη Ρίου-Αντίρριου, συγκρίθηκαν δύο εντελώς ανόμοιες προσφορές, για διαφορετικές υπηρεσίες.
δ. Άλλα θέματα:
Πέραν των πιο πάνω, διαπιστώσαμε επίσης ότι:
Παρά το μέγεθος της CytaHellas και τους κινδύνους στο περιβάλλον λειτουργίας της, δεν σχεδιάστηκε μονάδα εσωτερικού ελέγχου, ώστε να διασφαλίζει την ύπαρξη ενός κατάλληλου συστήματος εσωτερικού ελέγχου και εταιρικής διακυβέρνησης. Αντί αυτού, ανατέθηκε, περιοδικά, η διενέργεια εσωτερικού ελέγχου σε συμβούλους και στη Διεύθυνση Εσωτερικού Ελέγχου της ΑΤΗΚ, αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση τα ευρήματα δεν έτυχαν αξιοποίησης.
Ο διορισμός του αρχικού προσωπικού διενεργήθηκε απευθείας από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας, στον οποίο δόθηκε η ευχέρεια να καθορίζει το ύψος των αμοιβών. Λίγο μετά την πρόσληψή τους, οι μισθοί του προσωπικού έτυχαν αυξήσεων, που σε ορισμένες περιπτώσεις έφθαναν το 50%.
Παραχωρήθηκαν σε στελέχη της CytaHellas φιλοδωρήματα, λίγο πριν την πώλησή της και παρά τη δεινή της οικονομική θέση.
Πηγή: www.philenews.com