Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Μεταρρυθμίσεις για το… TikTok

Η δημοσκοπική πτώση δεν ήρθε ως δια μαγείας. Οφείλεται στην έλλειψη ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Η κυβέρνηση αναμετράται με τα μεγάλα προβλήματα και αδυνατεί να κάνει τη διαφορά. Ο ρόλος του επιτελικού κράτους και ο προβληματισμός για το εγγύς μέλλον.

Δημοσιεύθηκε: 23 Σεπτεμβρίου 2024 - 07:31

Load more

Τα πρόσφατα στοιχεία για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και το εμπορικό ισοζύγιο του πρώτου εξαμήνου, σε συνδυασμό με τη μείωση των τουριστικών εισπράξεων τον Ιούλιο έρχονται να επιβεβαιώσουν τους φόβους αρκετών ειδημόνων στην αγορά.

Η Ελλάδα δεν δείχνει να έχει μπει σε τροχιά βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης με πολυετή ορίζοντα, καθώς οι αλλαγές στο μοντέλο λειτουργίας της οικονομίας δεν είναι αρκετά σημαντικές, ώστε να αλλάξουν τα θεμελιώδη στοιχεία της. Οι εισαγωγές ολοένα και αυξάνονται, οι εξαγωγές δεν μπορούν να ακολουθήσουν και ο τουρισμός, η «βαριά βιομηχανία» της χώρας, δείχνει ότι από πολλές πλευρές φτάνει, αργά αλλά σταθερά, στα όριά του.

Εντούτοις, η κυβέρνηση δεν φαίνεται διατεθειμένη να προχωρήσει σε ριζικές μεταβολές πολιτικής, με επίκεντρο της μεταρρυθμίσεις, είτε στην οικονομία είτε σε άλλους κομβικούς τομείς.

Αντιθέτως, παρακολουθούμε να βαφτίζονται «μεταρρυθμίσεις», αποσπασματικές αλλαγές και μπαλώματα. Οι κινήσεις της μπορεί να είναι επικοινωνιακά εύπεπτες για τα δελτία ειδήσεων και τα social media, όπως το… ΤikTok, δεν φαίνεται όμως να είναι αποτέλεσμα συγκροτημένης, στρατηγικής στοχοθέτησης, προτεραιοποίησης και σχεδιασμού, ούτε οργανωμένης διαβούλευσης με τους εκάστοτε κοινωνικούς εταίρους.

Εν ολίγοις, με λαμπρή εξαίρεση όλο το σύστημα που στήθηκε για τον εμβολιασμό-εξπρές, μαγεύοντας τους περισσότερους Έλληνες (ίσως διότι δημιουργήθηκε εκ του μηδενός, σε συνθήκες πίεσης, έξω από τις υφιστάμενες κρατικές δομές), οι «εκσυγχρονιστικές» κινήσεις της κυβέρνησης πάσχουν.

Kι αυτό οφείλεται εν μέρει στις ελλείψεις της κεντρικής διοικητικής μεταρρύθμισης που επιχείρησε η κυβέρνηση Μητσοτάκη, μέσω του «επιτελικού κράτους». Το οποίο εμφανίζεται να λειτούργησε ικανοποιητικά μόνο τα πρώτα χρόνια, κυρίως λόγω της ύπαρξης ενός ικανού και ισχυρού «αντ’ αυτού», κι όχι διότι αποτελούσε δομικά επαρκές και αποτελεσματικό σχήμα διακυβέρνησης.

Έκτοτε, όσα γίνονται είτε διακρίνονται από πολιτικά -συχνά και λαϊκιστικά- προστάγματα (χαρακτηριστικό παράδειγμα η δικαστική μεταρρύθμιση Φλωρίδη και οι νέοι ποινικοί κώδικες, χωρίς ίχνος συναίνεσης) είτε είναι απλώς ανεπαρκή σε σχέση με το μέγεθος των προβλημάτων. Η ψηφιοποίηση, που έχει αναδειχθεί σε κύριο άξονα προβολής του κυβερνητικού έργου, ανεξαρτήτως τομέα, δεν είναι πανάκεια.

Τα παραδείγματα σε οικονομία, παιδεία και δημογραφικό

Άλλωστε ακόμη και η ψηφιοποίηση του κράτους και των υπηρεσιών του γίνεται με τρόπο αμφιλεγόμενο. Αποτελεί ουσιαστικά «ψηφιοποίηση της γραφειοκρατίας» και όχι μια ορθολογική προσέγγιση μείωσης της γραφειοκρατίας, μέσω νέων τεχνολογιών αλλά και νέων κρατικών διαδικασιών. Στο διάστημα της πανδημίας, αυτή η τακτική ήταν επιβεβλημένη από τις συνθήκες εκτάκτου ανάγκης. Συνεχίζεται όμως μέχρι και σήμερα.

Στον χώρο της Παιδείας, το μείζον θέμα είναι η ύπαρξη εδραιωμένου συστήματος παραπαιδείας, σε σημείο που να κάνουν πλέον συστηματικά φροντιστήρια και οι επιμελείς μαθητές, ακόμη και στα πιο γνωστά -και ακριβά- ιδιωτικά σχολεία!

Για αυτό το φαινόμενο, που καταργεί εμπράκτως την έννοια της δωρεάν εκπαίδευσης, υποχρεώνοντας ταυτόχρονα τους μαθητές να περνούν ατέλειωτες ώρες σε διδασκαλίες (εις βάρος της πραγματικής μάθησης, όπως δείχνουν και οι διεθνείς διαγωνισμοί της PISA), δεν έχει προκύψει έστω ένας οδικός χάρτης για την αντιμετώπισή του. Το ίδιο συμβαίνει και με τις παθογένειες της ανώτερης εκπαίδευσης, οι οποίες βεβαίως δεν θεραπεύονται από τις ρυθμίσεις για νέα μη κρατικά πανεπιστήμια.

Ομοίως και για το Δημογραφικό, ίσως το πιο «στρατηγικό» πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα (συνδεόμενο πλέον και με το στεγαστικό), μπορεί να ιδρύθηκε υπουργείο Οικογένειας, τα μέτρα όμως παραμένουν αποσπασματικά, τα χρήματα που δαπανώνται χωρίς πραγματικό σχέδιο, σταγόνα στον ωκεανό του προβλήματος.

Επιστρέφοντας, όμως, στον πυρήνα της οικονομίας, ως τώρα το «δυνατό» χαρτί της κυβέρνησης, οι κινήσεις για την ενίσχυση του ανταγωνισμού είναι από αναιμικές έως ανύπαρκτες, οι γραφειοκρατικές διαδικασίες έχουν βελτιωθεί ελάχιστα, ενώ οι ξένες επενδύσεις (καμάρι της κυβέρνησης) κατά μείζονα λόγο αφορούν χρηματιστικές τοποθετήσεις, ξενοδοχεία και real estate.

Τα κόστη της ελληνικής βιομηχανίας καλπάζουν, με πρώτο το κόστος ενέργειας, ενώ ο τουρισμός υποφέρει όχι μόνο από τα φαινόμενα υπερεκμετάλλευσης, αλλά και από την έλλειψη υποδομών και αποτελεσματικού σχεδιασμού, εκ μέρους του κράτους.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι σχέσεις της κυβέρνησης είναι σε υποβόσκουσα ένταση με διάφορους επιχειρηματικούς κλάδους. Οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην προχειρότητα και την επικοινωνιακή «ατζέντα», με την οποία θεωρούν ότι αντιμετωπίζονται από την πρώτη, τα θέματά τους.

Οι άμεσες συνέπειες και η αγωνία για το μέλλον

Είναι κοινό μυστικό άλλωστε ότι το μεγαλύτερο μέρος των ελπίδων για ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια εστιάζονται στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάπτυξης, οπότε οι περισσότεροι στην αγορά προβληματίζονται σοβαρά για το μέλλον των οικονομικών δεικτών, μετά το 2026.

Διότι διαισθάνονται ότι σε ένα εξαιρετικά αβέβαιο διεθνές περιβάλλον (γεωπολιτικά αλλά και οικονομικά), με την ΕΕ να πιέζεται ποικιλοτρόπως, οι κίνδυνοι που δημιουργούνται για μια χώρα πολιτικοοικονομικά εύθραυστη, η οποία εξαρτάται δυσανάλογα από τις διαθέσεις των εταίρων της στην Ευρώπη, δεν ξορκίζονται με δημόσιες εξαγγελίες περί «ισχυρής Ελλάδας».

Απαιτούν πολυδιάστατες και ρηξικέλευθες μεταρρυθμιστικές κινήσεις, για τη διαμόρφωση αποτελεσματικότερου κράτους και πιο ανταγωνιστικής οικονομίας.

Όμως, τα δυσμενή αποτελέσματα αυτής της έλλειψης αποδοτικών πολιτικών δεν αφορούν μόνο το μέλλον. Οι επιπτώσεις, άμεσες και έμμεσες, είναι ήδη ορατές σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Ακόμη κι εκείνοι που δεν έχουν καθαρή άποψη για τις αιτίες, βιώνουν τις συνέπειες (όπως η μεγάλη ακρίβεια), γεγονός που αποτυπώνεται στη ραγδαία πτώση της δημοφιλίας της κυβέρνησης, από το καλοκαίρι του 2023 και μετά.

Το βασικό πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι ότι αδιαφορεί. Προσπάθειες γίνονται και σημειακές βελτιώσεις υπάρχουν σε πολλούς τομείς. Είναι ότι σε άνετο καθεστώς πολιτικής κυριαρχίας (γεγονός που δεν αγνοεί η κοινή γνώμη), κι ενώ διανύει τη δεύτερη τετραετία της, όσα γίνονται δεν «κάνουν τη διαφορά» στην αντιμετώπιση των μεγάλων θεμάτων που απασχολούν την κοινωνία.

Load more

Δείτε επίσης

Load more

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας, για να μετρήσουμε την απόδοση των διαφημίσεων και του περιεχομένου και για να αποκτήσουμε εις βάθος γνώση του κοινού που είδε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς. Μπορείτε να αλλάξετε γνώμη και να αλλάξετε τις επιλογές της συγκατάθεσής σας ανά πάσα στιγμή επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο.



Πολιτική Cookies
& Προστασία Προσωπικών Δεδομένων