Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Εκλογές: Οι έντονα «ταξικές» διαφοροποιήσεις και το πρόβλημα ΠΑΣΟΚ

Οι συνθήκες που επικράτησαν στην Ελλάδα εδώ και αρκετά χρόνια έχουν δημιουργήσει ισχυρές ομάδες «δυσαρεστημένων», τόσο από την οικονομική τους κατάσταση όσο και από άλλους βασικούς κυβερνητικούς χειρισμούς, με ταξικά χαρακτηριστικά.

Δημοσιεύθηκε: 15 Μαΐου 2023 - 07:33

Load more

Οι εποχές που δύο πολυσυλλεκτικά κόμματα, ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία, διαγκωνίζονταν για την εκλογική κυριαρχία, με προτάσεις που πολλές φορές έμοιαζαν μεταξύ τους, απέναντι σε ένα εκλογικό κοινό που φαινόταν να ψηφίζει τη μία ή την άλλη παράταξη, ανεξαρτήτως οικονομικής τάξης, φαίνεται να έχουν περάσει.

Ίσως επειδή τόσο το διάστημα της πολυετούς οικονομικής κρίσης όσο και η τελευταία τετραετία προκάλεσαν βαθιές ανισότητες, δημιουργώντας ευκρινείς ταξικές ομάδες που είναι ευχαριστημένες ή περίπου ευχαριστημένες -και το ακριβώς αντίθετο.

Αυτό τουλάχιστον δείχνει πρόσφατη έρευνα της Kappa Research, από τα αποτελέσματα της οποίας (που βγάζουν πρώτο κόμμα τη Νέα Δημοκρατία, με διαφορά 5,8 μονάδες από τον ΣΥΡΙΖΑ) προκύπτει ότι η διακυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη έχει υψηλά ποσοστά αποδοχής από την ανώτερη/μέση ανώτερη και τη μεσαία τάξη, αλλά και υψηλά ποσοστά απόρριψης από τους μικρομεσαίους και την εργατική/αγροτική τάξη.

Είτε πρόκειται για την κατάσταση της οικονομίας, σε σχέση με τέσσερα χρόνια πριν, είτε για τον απολογισμό των κρίσεων (πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία, ενεργειακή κρίση, φυσικές καταστροφές,) η εικόνα για τους χειρισμούς της κυβέρνησης είναι χαρακτηριστική:

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει πλειοψηφικά θετικές γνώμες στην ανώτερη/μέση ανώτερη καθώς και στη μεσαία τάξη, ενώ αντίθετα έχει πλειοψηφικά αρνητικές γνώμες στη μικρομεσαία και την εργατική/αγροτική τάξη. Ακόμη και στο θέμα των εντάσεων στα ελληνοτουρκικά (όπου η κυβέρνηση έχει σχετικά υψηλά ποσοστά και στη μικρομεσαία τάξη), ή στο θέμα της ακρίβειας (όπου χάνει τις θετικές γνώμες, σε όλο το ταξικό εύρος), οι διαφορές είναι πολύ μεγάλες ανάμεσα στους περισσότερο και τους λιγότερο εύπορους.

Υπάρχουν μόνο δύο σχετικές εξαιρέσεις. Η υπόθεση των υποκλοπών και η τραγωδία των Τεμπών. Παρότι και πάλι παρατηρείται έντονη διαφοροποίηση ανάμεσα στις τάξεις, η συντριπτική πλειονότητα όλων των τάξεων έχει αρνητική άποψη σε ποσοστό που ξεκινά από το 88%-90% και φτάνει το 65%-66% στη μεσαία και την ανώτερη/μέση ανώτερη τάξη.

Τα στοιχεία για την «ψήφο με την τσέπη»

Τέλος, στην ερώτηση που ίσως έχει τη μεγαλύτερη σημασία για τους οπαδούς της θεωρίας ότι «ο κόσμος ψηφίζει με την τσέπη του», το 66% της ανώτερης και μέσης-ανώτερης τάξης συμφωνεί ότι η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού του είναι καλύτερη ή «μάλλον καλύτερη» μετά την τελευταία τετραετία. Σε αυτούς που αυτοχαρακτηρίζονται ως μεσαία τάξη, το ποσοστό πέφτει στο 48%, ενώ 50% είναι εκείνοι που θεωρούν ότι η κατάσταση του νοικοκυριού τους είναι χειρότερη ή μάλλον χειρότερη.

Στους μικρομεσαίους και στην εργατική/αγροτική τάξη τα ποσοστά που βλέπουν την κατάσταση χειρότερη ή μάλλον χειρότερη είναι αντίστοιχα 64% και 71%, ενώ στη θετική πλευρά βρίσκεται μόνο το 28% και το 26% αντίστοιχα.

Ακόμη μία παρατήρηση με σημασία, από την ίδια έρευνα, αφορά εκείνους που αυτοχαρακτηρίζονται «κεντρώοι» (και όχι κεντροαριστεροί ή κεντροδεξιοί), αλλά και εκείνους που ψήφισαν ΚΙΝΑΛ το 2019. Όπως προκύπτει στο θέμα της αντιμετώπισης των διαφόρων κρίσεων, η κυβέρνηση παίρνει αρκετά σημαντικά ποσοστά θετικής αποδοχής (σε ελληνοτουρκικά και πανδημία 63% και 50%), κάτι που ισχύει σε πολύ παραπλήσια ποσοστά και για τους ψηφοφόρους του ΚΙΝΑΛ το 2019.

Το ίδιο συμβαίνει και στο πώς βλέπουν την οικονομική κατάσταση της χώρας μετά την 4ετία της ΝΔ, όπου οι θετικές απαντήσεις είναι περισσότερες από τις αρνητικές (σ.σ. ποσοστά 55% και 56% αντίστοιχα). Ακόμη πιο σημαντικές είναι ίσως οι απαντήσεις των «κεντρώων» και όσων ψήφισαν ΚΙΝΑΛ το 2019, στην ερώτηση για τη βελτίωση/χειροτέρευση της προσωπικής οικονομικής κατάστασής τους, τα τελευταία 4 χρόνια, καθώς το 49% των πρώτων απαντά θετικά (κι άλλο ένα 49% αρνητικά), ενώ θετικά σε ποσοστό 58% απαντούν οι τότε ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ.

Εν ολίγοις, οι ακραιφνώς κεντρώοι (κατά δήλωσή τους) αλλά και όσοι ψήφισαν ΚΙΝΑΛ πριν από τέσσερα χρόνια, είναι σε πολλά σημαντικά θέματα διχασμένοι, με σεβαστά ποσοστά να εγκρίνουν την πολιτική της κυβέρνησης, σε κρίσιμους τομείς. Κι αυτό ίσως αποδειχθεί σοβαρό πρόβλημα ενδοκομματικά, για τη στρατηγική του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ τόσο πριν όσο και μετά τις κάλπες. Οι δύο διαφορετικές τάσεις-προτιμήσεις που βλέπουμε συχνά στις κορυφές της πυραμίδας του, φαίνεται να αντανακλώνται πιστά στον κεντρώο χώρο αλλά και στους ψηφοφόρους του το 2019.

Έχει όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον να συνδυάσουμε τα αποτελέσματα αυτά με τα αντίστοιχα λίγο παλαιότερης έρευνας της On Eteron και της About People, που αναλύει τις οικονομικές προσδοκίες του εκλογικού σώματος, ανάλογα με το κόμμα που υποστηρίζουν.

Σε ό,τι αφορά τη Νέα Δημοκρατία, το ποσοστό των υποστηρικτών της που αναμένει ότι τους επόμενους 12 μήνες η προσωπική οικονομική του κατάσταση «θα βελτιωθεί ή μάλλον θα βελτιωθεί» και «θα παραμείνει περίπου ίδια» φτάνει το 87%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το ΣΥΡΙΖΑ είναι μόλις 40%. Κάπου ανάμεσα, με 59%, κινείται το ΠΑΣΟΚ, ενώ το τρίτο υψηλότερο ποσοστό με 56,8% έχουν οι υποστηρικτές του ΜέΡΑ25, επιβεβαιώνοντας ίσως ότι πρόκειται για «κοσμοπολίτες» της Αριστεράς, χωρίς ιδιαίτερα ταξικά χαρακτηριστικά. Το μόνο κόμμα που παρουσιάζει τόσο χαμηλά ποσοστά θετικών ή έστω στάσιμων οικονομικών προσδοκιών σε προσωπικό επίπεδο, όσο ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι η Ελληνική Λύση με 39,7%. Το ΚΚΕ είναι λίγο ψηλότερα με 43%.

Οι διαφορές ρητορικής, οι κοινές επιδιώξεις και η «γκρίζα ζώνη»

Κατά συνέπεια, η εντελώς διαφορετική ρητορική που αναπτύσσουν ιδίως τα δύο μεγάλα κόμματα, στην προεκλογική περίοδο, δεν είναι καθόλου άσχετη με το κοινό στο οποίο απευθύνονται. Η Νέα Δημοκρατία μιλάει και απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε ομάδες που πράγματι είναι ευχαριστημένες και ο ΣΥΡΙΖΑ σε εκείνους που έχουν ήδη εντελώς αντίθετη εικόνα και εμπειρία της κατάστασης.

Πρόκειται για δύο κοινά που δεν έχουν πολλά σημεία επαφής, όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο αλλά και στα περισσότερα θέματα της παρελθούσας κυβερνητικής πολιτικής.

Έχουν όμως σημεία επαφής στις βασικές επιδιώξεις τους από την επόμενη κυβέρνηση, σε τρεις βασικούς τομείς, με κορυφαίο τον τομέα της Υγείας.

Η βελτίωση του συστήματος Υγείας, η αύξηση μισθών και συντάξεων και λίγο χαμηλότερα, η βελτίωση της Παιδείας και η μείωση των φόρων, αποτελούν κορυφαία, πλειοψηφικά θα λέγαμε αιτήματα, ανεξάρτητα από την οικονομική τάξη στην οποία ανήκουν οι ερωτώμενοι, παρότι τα ποσοστά ανεβαίνουν όσο μειώνεται η εισοδηματική κατηγορία. Γεγονός που αιτιολογεί την καλλιέργεια προεκλογικών προσδοκιών στους συγκεκριμένους τομείς, στην οποία έχουν επιδοθεί τα μεγάλα κυρίως κόμματα.

Κλείνοντας θα πρέπει να δούμε και τι συμβαίνει με εκείνους που βρίσκονται στην «γκρίζα ζώνη» των αναποφάσιστων και εκείνων που είτε ψήφισαν κάποιο μικρό κόμμα είτε απείχαν από τις εκλογές του 2019, ή αρνήθηκαν να απαντήσουν.

Σε ό,τι αφορά την προσωπική οικονομική κατάστασή τους τα τέσσερα τελευταία χρόνια, όσοι ψήφισαν μικρά κόμματα το 2019 (εκτός ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ) ή απείχαν, απαντούν στην έρευνα της Kappa Research «χειρότερη ή μάλλον χειρότερη» σε ποσοστό 76% και 61% αντίστοιχα

Ωστόσο στην έρευνα της On Eteron και Αbout People, το «προφίλ» προσωπικών οικονομικών προσδοκιών όσων δηλώνουν τώρα αναποφάσιστοι μοιάζει περισσότερο με αυτό του ΠΑΣΟΚ και του ΜέΡΑ25. Βελτίωση ή οικονομική στασιμότητα για το επόμενο 12μηνο «βλέπει» το 55,2% και χειροτέρευση το 42,5%. Περίπου ίδιο (ελαφρώς πιο δυσμενής κατανομή προσδοκιών) είναι και το προφίλ όσων δήλωσαν ότι θα ψηφίσουν άλλο κόμμα πέρα από τα έξι που βρίσκονταν στη Βουλή και του κόμματος Κασιδιάρη που έχει πλέον αποκλειστεί.

Πού θα καταλήξει η ψήφος δυσαρέσκειας;

Αν θα έπρεπε να βγάλουμε ένα συμπέρασμα από τα παραπάνω, αυτό είναι ότι οι συνθήκες, πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές, που επικράτησαν στην Ελλάδα εδώ και αρκετά χρόνια, έχουν πράγματι δημιουργήσει ισχυρές ομάδες «δυσαρεστημένων», τόσο από την οικονομική τους κατάσταση όσο και από άλλους βασικούς κυβερνητικούς χειρισμούς, με ταξικά χαρακτηριστικά.

Ωστόσο, αν κρίνουμε από τη διαφορά πλήθους μεταξύ των ομάδων που είναι ευχαριστημένες και εκείνων που είναι δυσαρεστημένες, αλλά και από το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος των ευχαριστημένων, προκύπτει είτε ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ δεν μπορούν να εκφράσουν εναλλακτική λύση, με αποτέλεσμα οι δυσαρεστημένοι να διασπώνται σε διάφορα μικρά κόμματα αριστερότερα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας, είτε ότι μπορεί εντέλει στην κάλπη να προκύψουν εκπλήξεις ως προς τα ποσοστά των δύο μεγαλύτερων της αντιπολίτευσης.

Εάν συμβεί το δεύτερο, ενδεχομένως να προκύψουν δυσκολίες στις διαφαινόμενες μετεκλογικές συνεργασίες. Εάν συμβεί το πρώτο, θα πρέπει να ανησυχήσουμε περισσότερο για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει αυτή η αδυναμία αφομοίωσης της ολοένα και περισσότερο «ταξικής» δυσαρέσκειας μέσα από κόμματα που εντέλει είναι συστημικά, προς όφελος των περισσότερο ακραίων πολιτικών σχηματισμών, είτε είναι προς τα Αριστερά είτε προς τα Δεξιά.

Load more

Δείτε επίσης

Load more

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας, για να μετρήσουμε την απόδοση των διαφημίσεων και του περιεχομένου και για να αποκτήσουμε εις βάθος γνώση του κοινού που είδε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς. Μπορείτε να αλλάξετε γνώμη και να αλλάξετε τις επιλογές της συγκατάθεσής σας ανά πάσα στιγμή επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο.



Πολιτική Cookies
& Προστασία Προσωπικών Δεδομένων