«Ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις», λέει ο γνωστός αφορισμός κι αυτό φαίνεται να ισχύει στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, ενόψει του χειμώνα.
Εν αρχή είναι η πανδημία. Θα ήταν μάλλον εσφαλμένο να θεωρούσε κάποιος ότι η κίνηση της Λετονίας να κάνει ολικό λοκντάουν, τώρα της Αυστρίας, σε λίγο μάλλον και της Γερμανίας, είναι «μεμονωμένες». Οι πιθανότητες να εξαπλωθεί το φαινόμενο είναι ισχυρές, όπως φάνηκε και από την αντίδραση των αγορών (και στην Αθήνα), μόλις έμαθαν τα τελευταία νέα.
Ό,τι κι αν λέει η κυβέρνηση, το ίδιο ισχύει και για τη χώρα μας, καθώς το βουνό των νεκρών ανεβαίνει σε δυσθεώρητα ύψη και η πίεση στο σύστημα υγείας είναι αμείλικτη. Είμαστε ήδη πολύ κοντά στα τραγικά στατιστικά του περυσινού Νοεμβρίου.
Αρκεί ίσως να σημειώσουμε ότι η Αυστρία (λίγο… υψηλότερα από τη χώρα μας σε επίπεδα εμβολιασμού) ανακοίνωσε το ολοκληρωτικό λοκντάουν έχοντας πολύ μικρότερο αριθμό θυμάτων ανά εκατ. πληθυσμού από την Ελλάδα (4,77 ο κυλιόμενος εβδομαδιαίος μέσος όρος, έναντι 7,09 για τη χώρα μας την περασμένη Πέμπτη), ενώ ο υπουργός Υγείας της Γερμανίας προειδοποίησε ότι «όλα είναι ανοικτά» για το ενδεχόμενο λοκντάουν, μιλώντας και για κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, λόγω της μεγάλης αύξησης των κρουσμάτων. Αυτά την ώρα που η Γερμανία «γράφει» (σε αναλογία ανά εκατ. κατοίκων) το 1/3 των νεκρών της Ελλάδας κι εξακολουθεί να έχει λιγότερα κρούσματα ανά εκατ. πληθυσμού.
Προφανώς η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ δικαιωμάτων των εμβολιασμένων και των ανεμβολίαστων, μεταξύ οικονομικού, κοινωνικού και πολιτικού κόστους. Όπως φάνηκε όμως και από την «κωλοτούμπα» με την εκκλησία, δεν τα καταφέρνει καλά. Διστάζει, αργεί, ο κόσμος πεθαίνει, το σύστημα υγείας λυγίζει και οι εξελίξεις δείχνουν να την ξεπερνούν.
Το χειρότερο, η πληθώρα κυβερνητικών «απόψεων» και δηλώσεων, συνήθως αντικρουόμενων και συχνότατα αναιρούμενων, αυξάνουν τη δυσπιστία, ενώ η πτώση της προστασίας του εμβολίου με το πέρασμα του χρόνου και η αύξηση εμβολιασμένων που νοσούν (συνέπεια της μεγάλης διάχυσης της επιδημίας), ενδέχεται να δημιουργήσει και άλλου τύπου προβλήματα.
Κρίσιμο σημείο άμεσης προτεραιότητας, με ή χωρίς λοκντάουν, η έγκαιρη λήψη της 3ης δόσης από τους ήδη πλήρως εμβολιασμένους, ειδικά τους έχοντες ευπάθεια. Κινδυνεύουμε άμεσα ο αριθμός εκείνων που δεν έχουν λάβει 3η δόση, να υποκαταστήσει σταδιακά εκείνους που πείθονται να εμβολιαστούν για πρώτη φορά, ανοίγοντας νέο παράθυρο στον ιό.
Οι «βόμβες» στην ενέργεια ντοπάρουν την ακρίβεια
Δεύτερο πολύ μεγάλο πρόβλημα, που εκτιμάται ότι θα οξυνθεί στο επόμενο τρίμηνο, το ενεργειακό κόστος, από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έως το ηλεκτρικό ρεύμα. Θα συμφωνήσουμε ότι πρόκειται για πανευρωπαϊκό ζήτημα. Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση, η χώρα μας ξεχωρίζει αρνητικά, γεγονός με τεράστια σημασία, αν συνυπολογίσουμε τη διαφορά αγοραστικής δύναμης που έχουμε με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ.
Η Ελλάδα, σε όλο το διάστημα του Νοεμβρίου, εμφανίζει την υψηλότερη μέση τιμή μεγαβατώρας, ενώ ακόμη και σε ολόκληρο το διάστημα του 2021 (year to date) βρίσκεται πίσω μόνο από την Ιταλία. Κι όπως προκύπτει από την κατάταξη των χωρών, η «ενεργειακή κρίση» πλήττει πολύ περισσότερο το Νότο της Ευρώπης, απ' ό,τι τον Βορρά, ακόμη και σε απόλυτες τιμές, δηλαδή χωρίς να ληφθεί υπόψη η διαφορά αγοραστικής δύναμης (στους καταναλωτές) και ανταγωνιστικότητας (στις επιχειρήσεις).
Ιδιαιτέρως αγαθή -και απαραίτητη για τα επόμενα χρόνια και γενιές- η πρόθεση της Ευρώπης να μειώσει τους υδρογονάνθρακες και τους λιγνίτες, αλλά τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι ο σχεδιασμός δεν έγινε σωστά, καθώς δεν συμπεριέλαβε σενάρια έκτακτων καταστάσεων. Ομοίως και στη χώρα μας, η κυβερνητική πρόθεση ταχείας «απολιγνιτοποίησης» του ενεργειακού μίγματος φαίνεται να έχει γυρίσει μπούμερανγκ, κάτι που μπορεί να φανεί ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση που ο χειμώνας είναι ιδιαίτερα βαρύς.
Το χειρότερο είναι ότι η εκτόξευση των τιμών στην ενέργεια δρα σαν πολλαπλασιαστής των ανατιμητικών πιέσεων που ασκούνται εξαιτίας των σπασμένων εφοδιαστικών αλυσίδων και της πρωτοφανούς αύξησης των ναύλων μεταφοράς, μεταφέροντας το πρόβλημα σχεδόν σε όλη την γκάμα των προϊόντων και υπηρεσιών.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με επιδοτήσεις του κόστους ενέργειας, πιέζει τις επιχειρήσεις να απορροφήσουν μέρος της ακρίβειας, ωστόσο, σε πλήθος περιπτώσεων, τα ποσοστά ανόδου των τιμών είναι πολύ υψηλά για να απορροφηθούν. Ο αντίκτυπος αναμένεται σημαντικός, όχι μόνο στην «τσέπη» των νοικοκυριών αλλά και στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Ενισχύονται και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι
Τρίτο πρόβλημα είναι η όξυνση των εντάσεων εντός και γύρω από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που έρχεται να προστεθεί στα δικά μας προβλήματα με την Τουρκία. Στην Ευρώπη, πέρα από το υπαρκτό εδώ και χρόνια «σχίσμα» μεταξύ Βορρά - Νότου, το οποίο άπτεται κυρίως οικονομικών θεμάτων, έχει προκύψει ένα ενδεχομένως σημαντικότερο και πιο επικίνδυνο σχίσμα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, που αφορά «πυρηνικές» διαφορές σε θέματα δημοκρατικών αξιών και θεσμών.
Το ότι οι διαφορές με την Πολωνία, την Ουγγαρία, ως ένα βαθμό και την Τσεχία καλύπτονται αυτό το διάστημα από την έκτακτη κατάσταση που δημιούργησε στην Πολωνία η Λευκορωσία, εργαλειοποιώντας τους μετανάστες, αποτελεί ένδειξη της κρισιμότητας που αποκτούν οι σχέσεις της ΕΕ με τη Ρωσία του Πούτιν και τους δορυφόρους του. Ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο αυτό αποκτά και η στάση «υψηλής έντασης» που κρατά ο τελευταίος, σε σχέση με την Ουκρανία, απειλώντας ουσιαστικά με επανάληψη των όσων συνέβησαν εκεί το 2014, όταν επήλθε και η κατάληψη της Κριμαίας. Κάτι τέτοιο προφανώς θα είχε ολέθριες επιπτώσεις και για τον εφοδιασμό της Ευρώπης με φυσικό αέριο, ακριβώς όταν το χρειάζεται περισσότερο!
Η στήλη είχε προειδοποιήσει πρόσφατα ότι η κατάσταση δεν είναι καθόλου ρόδινη για τα συμφέροντα της ΕΕ και οι εξελίξεις δείχνουν να τη δικαιώνουν.
Για να επιστρέψουμε όμως στα «δικά μας», όσοι εκτιμούν ότι τα όσα συμβαίνουν στον Βορρά της Κεντρικής Ευρώπης ενισχύουν τις ελληνικές θέσεις στο τουρκικό πρόβλημα, μάλλον βλέπουν τη μία όψη του νομίσματος.
Υπάρχει και η άλλη. Η εικόνα μιας Ευρώπης που αδυνατεί να παίξει ισχυρό ρόλο στις γεωπολιτικές εντάσεις, που εστιάζει στα προβλήματα ανάλογα με το ποιους θίγουν και πού, μιας Ευρώπης τα μέλη της οποίας ακολουθούν πρωτίστως τα δικά τους συμφέροντα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον εξοπλισμό της Τουρκίας από την Ισπανία. Και επ' αυτού όμως είχαμε προειδοποιήσει: Η Τουρκία δεν πρόκειται να μείνει άπρακτη, ενώ η Ελλάδα προσπαθεί να βελτιώσει εις βάρος της την ισορροπία δυνάμεων. Θα απαντήσει, κι αν βρει πρόβλημα στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, θα στραφεί στη Ρωσία και την Κίνα. Περισσότερες ελπίδες μπορούμε να αποθέσουμε στη «μάχη της λίρας» που ο Ερντογάν υποτιμά συνεχώς, με κίνδυνο να δημιουργήσει εκρηκτικά φαινόμενα στην οικονομία αλλά και την κοινωνία.
Εν ολίγοις, η κατάσταση θυμίζει ολοένα και περισσότερο το πάλαι ποτέ «τρίγωνο των Βερμούδων», στο οποίο χάνονταν αεροπλάνα και πλοία. Μόνο που στη δική μας περίπτωση διακυβεύονται οι ελπίδες για άμεση ισχυρή ανάπτυξη, αισθητή στον μέσο πολίτη, για την πολυπόθητη «κανονικότητα». Με τρόπο μάλιστα που να δημιουργεί βάσιμες υποψίες ότι μπορεί να προκληθεί και αναστάτωση των πολιτικών συσχετισμών, στην Ελλάδα και ανά την Ευρώπη.