Η χρηματοοικονομική κρίση του 2007 ήταν το πρώτο μεγάλο σοκ για τον κόσμο: κατέρρευσε η ιδέα ότι είχε βρεθεί η συνταγή της αέναης οικονομικής ευμάρειας. Φέτος, η πανδημία καταρρίπτει ακόμα μια «μεγάλη ιδέα», ότι μόνο φτωχές υπανάπτυκτες χώρες αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους κινδύνους, ότι η επιστημονική πρόοδος και η τεχνολογία έχουν εξουδετερώσει τέτοιες απειλές.
Ταυτόχρονα, γεωπολιτικές τεκτονικές πλάκες μετακινούνται, μεταφέροντάς μας σε παλαιότερες ταραγμένες εποχές και αλλάζοντας τις καθιερωμένες ισορροπίες οικονομικών και αμυντικών δυνάμεων, ενώ η παγκοσμιοποίηση με τον τρόπο που επήλθε, αυξάνει τις ανισότητες στις αναπτυγμένες κοινωνίες.
Προβλήματα που θεωρούσαμε ότι ανήκουν στο παρελθόν, επιστρέφουν… μεταλλαγμένα σε κάτι διαφορετικό.
Προς το παρόν, δεν υπάρχει ασφαλής πρόβλεψη για τον χρόνο αντιμετώπισης της πανδημίας -μόνο εκτιμήσεις και η αισιοδοξία των εμβολίων. Υπάρχουν, όμως, ήδη επίμονα ερωτήματα, τα οποία ζητούν απαντήσεις, νέα δεδομένα που χρειάζονται ερμηνεία και διαχείριση, καθώς είναι βέβαιο ότι η πανδημία θα έχει μακροχρόνιες συνέπειες, οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές.
Ένα χαρακτηριστικό, ίσως, παράδειγμα των νέων διλημμάτων: οι ασιατικές χώρες, που έχουν αντιμετωπίσει με πιο επιτυχή τρόπο την πανδημία, είναι αυτές που έχουν εισβάλει (με τη βοήθεια της τεχνολογίας) περισσότερο στην προσωπική ζωή των πολιτών τους. Πόσο, όμως, θα ήμασταν εμείς διατεθειμένοι να δεχθούμε κάτι ανάλογο, με ποιους όρους; Επί της ουσίας, η… μητέρα όλων των ερωτημάτων είναι «πώς απαντά στα νέα προβλήματα μια ευνομούμενη δημοκρατία;».
Τον βαθμό δυσκολίας αυξάνει η πόλωση που χαρακτηρίζει πλέον τις κοινωνίες μας. Η οικονομική κρίση του 2007 προκάλεσε την πρώτη έξαρση αυτού που (ελαφρώς υποτιμητικά από τις ελίτ) αποκλήθηκε «λαϊκισμός» κι έχει πλέον παγιωθεί ως τρόπος έκφρασης και διαμαρτυρίας. Εκεί ακριβώς βρίσκεται όμως ένα μεγάλο κενό, που πρέπει να καλύψουν οι σύγχρονες δημοκρατίες: τις ανησυχίες ενός κόσμου που αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, τον φόβο ενός κόσμου που πιστεύει ότι δεν ελέγχει τη ζωή και το μέλλον του, την επίπτωση του «θαλάμου αντήχησης» των social media.
Ειδικά για την Ελλάδα, αυτή η περίοδος έχει επιπλέον ιδιαιτερότητες. Πώς μπορεί να χειριστεί έναν αυταρχικό γείτονα που δρα με πρακτικές του 19ου αιώνα; Πώς θα εφαρμόσει ουσιαστική οικονομική πολιτική για να υπερβεί την πολυετή οικονομική κρίση; Ποια είναι η νέα ισορροπία που απαιτείται στις σχέσεις του ιδιωτικού τομέα με το κράτος, τώρα που η «χρησιμότητα» του τελευταίου αποδεικνύεται κορυφαία σε θέματα ασφάλειας, οικονομίας και υγείας;
Η μόνη βεβαιότητα είναι ότι δεν υπάρχει… βεβαιότητα. Οι καθιερωμένοι κανόνες και «συνταγές» φαίνονται ανεπαρκείς. Τα ιδεολογικά στερεότυπα του παρελθόντος ανήκουν πλέον ακριβώς εκεί. Κι αν αυτή η πολυεπίπεδη κρίση κρύβει ευκαιρίες, η μόνη επιλογή είναι να τις αδράξουμε έγκαιρα.
To κείμενο αυτό, με το οποίο ανοίγει η φετινή έκδοση του World Review, σε συνεργασία του Euro2day.gr με τους New York Times, απεικονίζει μια πραγματικότητα με πολλές πτυχές και για την Ελλάδα, είτε πρόκειται για τις υγειονομικές συνέπειες της πανδημίας, που αυτό τον μήνα κορυφώνονται, αλλά και την απειλή τρίτου κύματος, είτε για τις οικονομικές συνέπειες, που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με τη βοήθεια της πολιτείας, είτε για τις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα ήδη σε πολιτικο-κοινωνικό επίπεδο, είτε ακόμη και για τα «εθνικά θέματα», τα οποία, όπως δείχνει η στάση της Τουρκίας, τελούν πλέον υπό ξεκάθαρη και μόνιμη πίεση.
Τα άρθρα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, του αρχηγού της αξιωματικής Αλέξη Τσίπρα, του Αντώνη Σαμαρά, του Ευάγγελου Βενιζέλου, του Νίκου Κοτζιά, του κεντρικού μας τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, των εκπροσώπων της επιχειρηματικής κοινότητας, αλλά και των επιστημόνων που πλαισιώνουν την έκδοση, επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις, να θίξουν κακώς κείμενα, να προβληματίσουν και να προτείνουν.
Ωστόσο δύσκολα μπορεί να βρεθούν -και κυρίως να υλοποιηθούν, να γίνουν πράξη- οι απαντήσεις, αν δεν σκύψουμε πάνω από την κατάσταση, αν δεν αφομοιώσουμε ποια είναι τα προβλήματα, οι απειλές, στην Ελλάδα και στον κόσμο, εμείς οι πολίτες. Εμείς, που αθροιστικά ως «κοινή γνώμη» και σχετική ή απόλυτη πλειοψηφία, πολλές φορές ωθούμε κι άλλες περιορίζουμε τα περιθώρια άσκησης πολιτικής, όχι μόνο την περίοδο των εκλογών.
Ειλικρινά πιστεύω ότι αξίζει να το διαβάσετε από άκρη σε άκρη, μαζί με τις απόψεις των διεθνών φυσιογνωμιών, όπως η Mariana Mazzucato, ο David Teese, η Celestine Bohlen και η Farah Nayeri.