Φωτιά σε κάθε λογής σενάρια για την επόμενη μέρα του κόσμου έχουν βάλει οι πρωτοφανούς κλίμακας συνέπειες της πανδημίας, τόσο από υγειονομικής όσο και από κοινωνικής και οικονομικής απόψεως.
Ορισμένοι έσπευσαν να μιλήσουν για το τέλος του νεοφιλελευθερισμού και την επάνοδο του κράτους στο προσκήνιο, για τη μείωση των ανισοτήτων, την προστασία των εργαζομένων και την ενίσχυση των συστημάτων υγείας, που θα επιφέρει η κρίση της πανδημίας. Ακόμη και για μερική διαγραφή χρεών, σε μια διεθνή διαδικασία.
Άλλοι πάλι, όχι αδικαιολόγητα, εκφράζουν έντονους φόβους για την ενίσχυση απολυταρχικών καθεστώτων (με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση Όρμπαν στην Ουγγαρία), για επαναφορά του «απομονωμένου» εθνικού κράτους στην πολιτική ατζέντα, για μείωση των προσωπικών δικαιωμάτων και αύξηση της παρακολούθησης των πολιτών μέσα από τεχνολογικές εφαρμογές (όπως αυτές που χρησιμοποιούνται στην Ασία για ιχνηλάτηση επαφών), για σφοδρό περιορισμό της παγκοσμιοποίησης, με όλα τα καλά και τα άσχημά της.
Προς το παρόν πάντως φαίνεται να είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε είτε για μια νέα, τέλεια ουτοπική κοινωνία είτε για οργουελικά σενάρια «Μεγάλου Αδελφού».
Αναμφίβολα, η πανδημία θα αλλάξει πολλά στον κόσμο, τόσο κατά τη διάρκειά της όσο και μετά. Η κατεύθυνση όμως των αλλαγών και το εύρος τους θα εξαρτηθούν από παράγοντες που δεν είμαστε ακόμη σε θέση να γνωρίζουμε. Παράγοντες που συνδέονται άμεσα όχι μόνο με τη διάρκεια και την ένταση που θα έχει το φαινόμενο αλλά και με την αποτελεσματικότητα που θα επιδείξουν στον χειρισμό της τα διαφορετικά πολιτικά και οικονομικά συστήματα.
Αναμφίβολα το απολυταρχικό καθεστώς της Κίνας έδειξε μεγάλη αποτελεσματικότητα στον χειρισμό της καραντίνας που επέβαλε στην αχανή χώρα και πρωτοστατεί στη μεταφορά υλικού και συχνά τεχνογνωσίας σε άλλες χώρες. Ωστόσο τα ερωτήματα για το πόσο ανοιχτή ήταν στην παροχή πληροφοριών, για την ποιότητα και την ειλικρίνεια των στοιχείων που έδινε, παραμένει, ενώ αρκετοί υποστηρίζουν ότι αν είχε κινηθεί διαφορετικά, θα είχε μειώσει και τις εσωτερικές συνέπειες και την παγκόσμια εξάπλωση.
Ο Όρμπαν πράγματι κατάφερε να γίνει de facto απόλυτος άρχων της Ουγγαρίας, πρέπει όμως να περιμένουμε να δούμε πώς θα εξελιχθεί η αντίδραση σε αυτό, όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας του αλλά και στο εξωτερικό, ιδιαίτερα δε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν μη τι άλλο, η «ροπή» σε ένα μέρος της υδρογείου προς την απολυταρχική διακυβέρνηση προϋπήρχε του κορωνοϊού και είναι πολύ νωρίς για να διαπιστώσουμε αν θα βγει ενισχυμένη από την πανδημία.
Από την άλλη πλευρά, δεν φαίνεται να υπάρχει αμφιβολία ότι η πανδημική κρίση θα φέρει στο προσκήνιο τα συστήματα υγείας, που θα πρέπει να ενισχυθούν δραστικά προκειμένου να αντιμετωπίζουν αντίστοιχα φαινόμενα, ενώ και η προσπάθεια στήριξής τους με κάθε μέσο, στο τρέχον διάστημα, θα αφήσει μόνιμα αποτυπώματα.
Ενδιαφέρον θα έχει να δούμε τα ευρύτερα αποτελέσματα σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, που έχουν ένα από τα χειρότερα δημόσια συστήματα ασφάλισης και υγείας στον κόσμο, αλλά και το 28% του πληθυσμού τους ανασφάλιστο.
Οι εικόνες από τα νοσηλευτικά ιδρύματα στη Νέα Υόρκη δεν θα ξεχαστούν εύκολα, όπως άλλωστε και οι αντίστοιχες εικόνες από τη Βρετανία, την Ιταλία και την Ισπανία. Ομοίως το γεγονός ότι χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι, συχνά ανασφάλιστοι βιοπαλαιστές, έπαιξαν τόσο μεγάλο ρόλο στη συντήρηση του πληθυσμού μη μένοντας σπίτι, όταν οι εργαζόμενοι με «λευκά κολάρα» δούλευαν με ασφάλεια από το σπίτι, αναμένεται να παίξει ρόλο στη μελλοντική ανταμοιβή τους, ενώ και η αποτελεσματικότητα του δημόσιου μηχανισμού και των σωμάτων ασφαλείας θα τύχει τώρα μεγαλύτερης αναγνώρισης.
Άλλες όμως πτυχές, όπως ο βαθμός ενίσχυσης του κράτους στην οικονομική δραστηριότητα, είναι νωρίς για να κριθούν ως προς τον μεσοπρόθεσμο χαρακτήρα τους. Σε μεγάλο βαθμό, οι εξελίξεις θα εξαρτηθούν από το μέγεθος της καταστροφής στην κάθε οικονομία, αλλά και από τις πολιτικές ισορροπίες που θα προκύψουν.
Το βέβαιο είναι ότι το κόστος, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να εξαλειφθεί πλήρως, όσο χρήμα κι αν τυπωθεί, όσο μακροχρόνια και χαμηλότοκα κι αν είναι τα δάνεια και οι ενισχύσεις. Ακόμη και άφεση χρεών να δούμε, σίγουρα δεν θα ξεκινήσουν ξαφνικά οι πάντες από την ίδια βάση. Κι ως γνωστόν, στο τέλος του έργου, το κόστος των κρατών το πληρώνουν οι πολίτες, μέσω της φορολογίας.
Υπό αυτή την έννοια, όσο κι αν είναι νωρίς για να βγάλουμε τους νικητές και τους χαμένους της πανδημίας, δεν μπορεί κάποιος να μην προσέξει σήμερα το παράδειγμα της Γερμανίας. Η οποία διαθέτει ένα από τα καλύτερα συστήματα υγείας στον κόσμο, διεξάγει αναλογικά τα περισσότερα διαγνωστικά τεστ κορωνοϊού από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Δύσης, έχει εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό θνησιμότητας σε σύγκριση με τις άλλες «προηγμένες χώρες», ενώ ταυτόχρονα ήταν σε θέση να ανακοινώσει το μεγαλύτερο πρόγραμμα ενίσχυσης της οικονομίας της σε όλη την Ευρώπη, χωρίς καμία ανησυχία για το έλλειμμα και το χρέος της. Ακριβώς γιατί μέχρι τώρα είχε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς και περιορισμένο χρέος.
Κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να παραγνωρίσουμε, όσο κι αν μας ενοχλεί η συμπεριφορά τους απέναντι σε μας και τους άλλους εταίρους της στην Ευρώπη.