Το κακό με τον κορωνοϊό είναι ότι έχει πολύ υψηλή μεταδοτικότητα, το καλό -δεδομένων των συνθηκών- ότι έχει σχετικά χαμηλή θνησιμότητα. Παρ' όλα αυτά έχει ήδη προκαλέσει εκατόμβες θυμάτων σε διάφορες μεγαλουπόλεις και χώρες, κι έχει «παγώσει» την οικονομική δραστηριότητα στο μεγαλύτερο μέρος της υδρογείου, προκαλώντας ανυπολόγιστη οικονομική ζημία, τόσο στον ανεπτυγμένο όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο.
Πόσο χειρότερα θα ήταν τα πράγματα, αν το ποσοστό θνησιμότητας ήταν μεγαλύτερο; Αυτή η σκέψη, όσο δυσάρεστη και ανατριχιαστική κι αν είναι, δεν αποτελεί τη μόνη διάσταση που πρέπει να προσέξουν εφεξής οι σύγχρονες κοινωνίες.
Η μαζική αστικοποίηση του πληθυσμού, οι σύγχρονες ανέσεις του 21ου αιώνα, η απόλυτη εξάρτηση από την τεχνολογία και τις παγκοσμιοποιημένες εφοδιαστικές αλυσίδες, η έλλειψη στιβαρού συστήματος υγειονομικής περίθαλψης στις περισσότερες χώρες, ακόμη και τις ανεπτυγμένες (φωτεινή εξαίρεση προς το παρόν φαίνεται να αποτελεί η Γερμανία και ορισμένες ακόμη χώρες της Ευρώπης), το χρηματοοικονομικό εποικοδόμημα των αγορών, των παραγώγων, των σύνθετων χρηματοοικονομικών εργαλείων, η εξάρτηση από συχνά μακρινές χώρες για βασικά προϊόντα διατροφής και υγείας, ανοίγουν ένα θέμα που ελάχιστα έχει συζητηθεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Πόσο ευάλωτες είναι οι σύγχρονες κοινωνίες, σε φαινόμενα μαζικών καταστροφών, όπως αυτές που θα μπορούσε να επιφέρει η κλιματική αλλαγή; Κι ακόμη, πόσο ευάλωτες είναι στο ενδεχόμενο ενός κανονικού πολέμου, ενός «ολοκληρωτικού πολέμου», όπως αποκαλούνται σήμερα οι πόλεμοι, εθνικοί και διεθνείς, που σημάδεψαν την Ευρώπη του 20ού αιώνα;
Στη σημερινή κρίση λόγω της πανδημίας, βρίσκουμε κάποιες λύσεις μέσα από τη σύγχρονη τεχνολογία, την τηλε-εργασία, το on line shopping και ακουμπάμε στην εργασία συνήθως νέων χαμηλόμισθων ανθρώπων, που δεν «μένουν στο σπίτι» αλλά δουλεύουν στα σούπερ μάρκετ, στις αποθήκες, στις βιομηχανίες, για να παράγουν και να μεταφέρουν προϊόντα πρώτης ανάγκης και μη.
Με εξαίρεση αυτούς που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης, εκείνους που σήμερα ρισκάρουν λιγότερο ή περισσότερο για να μη χάσουμε αυτά που έχουμε καθημερινά ανάγκη, οι υπόλοιποι παρακολουθούμε αυτό τον «πόλεμο» κατά της πανδημίας από τις οθόνες μας, περιορισμένοι αλλά ασφαλείς.
Έχουμε σκεφτεί πώς θα μας φαινόταν ξαφνικά αν το Internet έπαυε να υπάρχει για μας, αν τα κινητά σταματούσαν να δουλεύουν, οι ηλεκτρονικές υποδομές πλήττονταν από κάποιον αντίπαλο, μέναμε χωρίς ρεύμα και με ανεπάρκεια καυσίμων και άλλων κρίσιμων πρώτων υλών;
Πώς θα ήταν αν βρισκόμασταν ξαφνικά σε έναν πραγματικό πόλεμο; Πώς θα λειτουργούσε όλο αυτό το σύνθετο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα, που αναπτύχθηκε σταδιακά από τις στάχτες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου (πολύ πιο σύνθετο στις πραγματικά ανεπτυγμένες χώρες ανά τον κόσμο) σε συνθήκες ενός νέου πραγματικού πολέμου;
Το βέβαιο είναι ότι οι δυνατότητες για να συμβούν όλα τα παραπάνω υπάρχουν ήδη στα οπλοστάσια πολλών κρατών, είτε αφορούν τον περιβόητο «κυβερνοπόλεμο», είτε τον ηλεκτρονικό πόλεμο, είτε τις δυνατότητες καταστροφικών πληγμάτων ακριβείας, με συμβατικά όπλα.
Πώς θα λειτουργούσε η πολύ πιο σύνθετη σημερινή οικονομία, αλλά και μια κοινωνία που αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στον Πρώτο αλλά και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχει χτίσει τον τρόπο ζωής της πάνω σε ένα σωρό επιτεύγματα που τότε ούτε καν υπήρχαν;
Μέχρι τώρα τέτοιου είδους σενάρια ανήκουν στον κόσμο της φαντασίας. Το ίδιο συνέβαινε όμως και με το πλήγμα κατά των δίδυμων πύργων στην Αμερική. Ουδείς μάλιστα είχε σκεφτεί κάτι τόσο τολμηρό όσο αυτό που συνέβη, ακόμη και ανάμεσα στους συγγραφείς τέτοιου είδους θρίλερ.
Πριν από λίγα χρόνια άλλωστε, ένα μυθιστόρημα που προέβλεψε τη σημερινή κατάσταση με την πανδημία, υπό τον τίτλο “Lockdown”, είχε απορριφθεί από τους εκδότες βιβλίων διότι «δεν θεωρήθηκε αρκετά ρεαλιστικό»!
Σήμερα είναι η πραγματικότητα που ζούμε.
Παρότι όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αφορούν τις ανεπτυγμένες χώρες, τα ίδια και χειρότερα ισχύουν και για πάρα πολλές αναπτυσσόμενες, που έχουν βρεθεί στον 21ο αιώνα, των κινητών των αεροπλάνων τζετ και των τεράστιων μεγαλουπόλεων, με σχεδόν ανύπαρκτα συστήματα υγείας και ασφάλισης, με δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους να ζουν σε γκέτο και παραγκουπόλεις, κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο. Άνθρωποι που ζουν με το μεροκάματο και δεν έχουν τη δυνατότητα να φάνε, αν δεν δουλέψουν, άνθρωποι που συχνά δεν έχουν ούτε τρεχούμενο νερό για να πλυθούν.
Είναι πολύ νωρίς ακόμη για να δούμε τις επιπτώσεις που θα έχει σε εκείνους η πανδημία, είτε από υγειονομικής πλευράς είτε και από οικονομικής πλευράς, καθώς δεκάδες δισεκατομμύρια ξένα κεφάλαια αποσύρονται από τις οικονομίες τους για να πάνε σε πιο «ασφαλή λιμάνια». Δεν είναι τυχαίο όμως ότι ήδη πάνω από 90 χώρες έχουν ζητήσει τη βοήθεια του ΔΝΤ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Ίσως η πιο μεγάλη ελπίδα τους να βρίσκεται σε δύο στοιχεία της ίδιας της πανδημίας. Στο ότι φαίνεται να έχει μικρότερη εξάπλωση σε θερμά και υγρά περιβάλλοντα και πλήττει βαριά τις μεγάλες ηλικίες. Τα όσα θα συμβούν εκεί όμως μας αφορούν τελικά άμεσα. Όχι μόνο ως εστίες αναζωπύρωσης της πανδημίας, αλλά και λόγω των νέων κυμάτων μετανάστευσης που ενδέχεται να δημιουργήσουν. Ο κόσμος μας είναι πλέον διασυνδεδεμένος για όλους, ακόμη και για εκείνους που θα ήθελαν να το αποφύγουν.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι θα πρέπει να γυρίσουμε προς τα πίσω, εγκαταλείποντας τα τεχνολογικά επιτεύγματα που μας έφεραν ως εδώ, τα επιτεύγματα που σύντομα ελπίζεται ότι θα μας επιτρέψουν να νικήσουμε και τον κορωνοϊό.
Σημαίνουν, όμως, ότι θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, μετά από περίπου 75 χρόνια λίγο-πολύ αδιάλειπτης ευμάρειας στον Δυτικό κόσμο (και στην Ελλάδα), ότι δεν επιτρέπεται να σχεδιάζουμε μόνο για το «καλό σενάριο», δηλαδή ότι θα συνεχίζουμε επ' αόριστον έτσι.
Η κρίση της πανδημίας, υπό αυτή την έννοια, αποτελεί μια προειδοποίηση προς την ίδια την ανθρωπότητα, να ασχοληθεί περισσότερο με τα φαινόμενα που ακόμη κι αν θεωρούνται «μαύροι κύκνοι», στην πραγματικότητα θα έπρεπε να έχουν προβλεφθεί με τρόπο που να εξασφαλίζει καλύτερη αντιμετώπιση.
Παρότι η σημερινή πανδημία χαρακτηρίζεται «μαύρος κύκνος» από κάποιους, επιστημονικά σενάρια και προβλέψεις για την «ασθένεια Χ» υπήρχαν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και ανάμεσα στους αρμόδιους επιστήμονες ανά τον κόσμο ήδη από το 2018, ενώ οι συντονισμένες ενέργειες για την οργανωμένη καταπολέμηση πανδημικών φαινομένων είχαν ξεκινήσει ήδη πολλά χρόνια πριν.
Εντούτοις, όπως απέδειξε η πραγματικότητα, τα όσα έγιναν δεν ήταν αρκετά. Ιδίως σε ό,τι αφορά τον διεθνή συντονισμό για την καταπολέμηση της πανδημίας.
Τώρα, κλεισμένοι στα σπίτια μας, παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα και αναρωτιόμαστε πότε θα βγούμε έξω, αν θα αναζωπυρωθεί η πανδημία με την έξοδό μας, αν θα επιστρέψει το φθινόπωρο, πότε θα κυκλοφορήσει εμβόλιο, κι εντέλει πόσες ζωές θα χαθούν, πόσο καταστρεπτικός οικονομικά θα αποδειχθεί ο κορωνοϊός, για τις προηγμένες αλλά «εύθραυστες» κοινωνίες μας.
Κι ο επόμενος «μαύρος κύκνος» μπορεί να αποδειχθεί χειρότερος…