Στο παρόν άρθρο θα εξηγήσουμε πώς ο δείκτης μέσης ημερήσιας μεταβλητότητας ATR (Average True Range), ο οποίος είναι διαθέσιμος σε κάθε λογισμικό διαγραμματικής ανάλυσης τιμών, αποτελεί ένα δυναμικό και αποτελεσματικό εργαλείο διαχείρισης ρίσκου στις επενδύσεις, με εφαρμογές στον υπολογισμό του stop-loss, στον καθορισμό του μεγέθους της επενδυτικής θέσης και στον υπολογισμό των επιπέδων κατοχύρωσης κέρδους (take-profit).
Υπολογισμός του Stop-Loss με τη βοήθεια του ATR
Για τον καθορισμό του stop-loss οι επενδυτές μπορούν γενικά να χρησιμοποιήσουν πολλές διαφορετικές μεθόδους, όπως σημεία στήριξης και αντίστασης, κινητούς μέσους όρους, Parabolic SAR κ.λπ. Εναλλακτικά, για τον καθορισμό του stop-loss μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε πολλαπλάσιο του ATR. Για παράδειγμα, έστω ότι μετοχή με τιμή 50 ευρώ έχει ATR ίσο με 1 ευρώ. Με άλλα λόγια, η μέση ημερήσια μεταβλητότητά της είναι 1 ευρώ. Χρησιμοποιώντας το διπλάσιο του ATR, το αρχικό stop-loss θα τοποθετηθεί 2 ευρώ χαμηλότερα από την τιμή αγοράς, δηλαδή στα 48 (=50 – 2) Ευρώ.
Το πολλαπλάσιο του ATR που θα χρησιμοποιείται στον υπολογισμό του stop είναι θέμα απόφασης του trader και μπορεί να γίνει αντικείμενο αναδρομικού ελέγχου (backtesting). Γενικά, όσο πιο μακροπρόθεσμος είναι ο χρονικός ορίζοντας διακράτησης της θέσης, τόσο πιο μακριά απαιτείται να τοποθετείται το stop από την τιμή εισόδου.
Μία συνηθισμένη πρακτική είναι να χρησιμοποιείται το 50% της τιμής του ATR για ενδοημερήσιες συναλλαγές και τo 150% της τιμής του ATR για swing trades διάρκειας μερικών ημερών. Ο trader μπορεί επίσης να κάνει backtesting για τον αριθμό των χρονικών περιόδων που θα χρησιμοποιεί για τον καθορισμό ακραίων σημείων στον υπολογισμό του κυλιόμενου (trailing) stop. Παραδείγματος χάριν θα μπορούσε να αφαιρεί το ATR από το υψηλότερο υψηλό των τελευταίων 5 ημερών (για το long) ή να προσθέτει το ATR στο χαμηλότερο χαμηλό των τελευταίων 10 ημερών (για το short) κ.ο.κ.
Υπολογισμός του μεγέθους της θέσης με βάση το Stop-Loss
Στρατηγικές όπως ο αυθαίρετος καθορισμός ενός σταθερού μεγέθους θέσης είναι ανεπαρκείς, καθώς αυξάνουν τη διακύμανση (variance) των επενδυτικών αποδόσεων. Σε αυτό το σημείο έρχεται να μας συνδράμει ο δείκτης ΑΤR. Με βάση την απόσταση της τιμής εισόδου από το stop-loss (το οποίο σε συνέχεια του παραδείγματός μας τοποθετείται 2 ευρώ χαμηλότερα από την τιμή αγοράς) μπορούμε να υπολογίσουμε το μέγεθος της κατάλληλης επενδυτικής θέσης.
Έστω ότι το μέγεθος του λογαριασμού συναλλαγών είναι 100.000 ευρώ και ότι δεν επιτρέπουμε σε κανένα trade να επιφέρει απώλειες μεγαλύτερες από το 1% της αξίας του λογαριασμού, δηλαδή μεγαλύτερες από 1.000 ευρώ.
Για να καθορίσουμε τον αριθμό των μετοχών που είναι συνετό να αγοράσουμε, διαιρούμε το ποσό που είμαστε διατεθειμένοι να ρισκάρουμε (στο εν λόγω παράδειγμα 1.000 ευρώ) με την απόσταση της τιμής ανοίγματος από το stop-loss (εδώ, 2 ευρώ). Άρα οι κανόνες διαχείρισης ρίσκου μας ”επιτρέπουν” να αγοράσουμε 500 (=1.000:2) μετοχές. Ως επιβεβαίωση του υπολογισμού μας, βλέπουμε ότι αν “χτυπηθεί” το stop-loss θα απωλέσουμε 2 ευρώ ανά μετοχή για 500 μετοχές, δηλαδή συνολικά 1.000 ευρώ ή το 1% του κεφαλαίου μας.
Οφέλη στη διαχείριση ρίσκου μέσω του ATR
H αύξηση της μεταβλητότητάς, δηλαδή η αύξηση του ATR κάποιας Αγοράς οδηγά αυτόματα σε μείωση του μεγέθους της σχετικής θέσης, λόγω της αντίστροφης σχέσης ATR προς stop-loss, που είδαμε πιο πάνω.
Η αύξηση της ημερήσιας μεταβλητότητας μιας Αγοράς, που απεικονίζεται από την αύξηση του ATR, συνεπάγεται αφενός χρήση stops που βρίσκονται πιο μακριά από την τρέχουσα τιμή και αφετέρου την αγορά μικρότερου αριθμού μετοχών, έτσι ώστε το ρίσκο τιμής (market risk) να μην υπερβαίνει τις προκαθορισμένες παραμέτρους ανάληψης ρίσκου. Τα αντίθετα ισχύουν όταν το ATR μειώνεται (κοντινότερο stop, περισσότερες μετοχές). Επίσης η χρήση του ΑTR επιτρέπει στο μέγεθος των επενδυτικών θέσεων να ανταποκρίνεται στις μεταβολές του μεγέθους του λογαριασμού, κάτι το οποίο είναι βασικό χαρακτηριστικό του συνετού risk management.
ATR και κατοχύρωση κέρδους
Το ΑTR μπορεί, τέλος, να χρησιμοποιηθεί για τον υπολογισμό του επιπέδου κατοχύρωσης κέρδους (take profit). Για παράδειγμα, μπορούμε να ρευστοποιήσουμε με κέρδος αγοραστική θέση σε αγορά που έχει απομακρυνθεί συγκεκριμένο αριθμό ATRs από τα χαμηλά της ή να “κλειδώσουμε” τα κέρδη μας σε πωλητική θέση short εν μέσω προκαθορισμένης ποσοτικής υποχώρησης της αγοράς από τα υψηλά της.
Κανόνες αποδοτικής χρήσης του ATR
Stops και take-profit που βρίσκονται “κοντά” στην τιμή εισόδου συνδυάζουν μικρότερο χρηματικό ρίσκο με χαμηλότερες πιθανότητες υψηλής κερδοφορίας, γιατί μπορούν να “χτυπηθούν” εύκολα.
Αντίθετα, απομακρυσμένα stop δίνουν στο trade αρκετό χώρο να “δουλέψει”, αλλά ενδέχεται να επιφέρουν μεγαλύτερες απώλειες. Για αυτό το λόγο, τα stop πρέπει να τοποθετούνται σε απόσταση τέτοια που αφενός να μην ενεργοποιούνται από πολύ βραχυπρόθεσμες, “τυχαίες” κινήσεις της τιμής και αφετέρου να μην οδηγούν σε απώλειες κεφαλαίου δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με το μέγεθος του επενδυτικού λογαριασμού.
Στόχος του trader είναι να περιορίζει τις ζημιογόνες θέσεις του και παράλληλα να καρπούται τις μεγαλύτερες δυνατές αποδόσεις στις κερδοφόρες θέσεις. Για παράδειγμα, το stop-loss μπορεί να μπαίνει σε απόσταση ίση με το ATR μακριά από την τιμή εισόδου και ταυτόχρονα η εντολή κατοχύρωσης κέρδους να τοποθετείται σε απόσταση ίση με το 3-πλάσιο του ATR.
* Ο Πέτρος Στεριώτης είναι οικονομολόγος, πιστοποιημένος από τις Επιτροπές Κεφαλαιαγοράς Ελλάδος και Κύπρου αναλυτής και διαχειριστής χαρτοφυλακίου και πιστοποιημένος διαπραγματευτής του Χρηματιστηρίου της Φρανκφούρτης (steriop1@yahoo.gr).