Ο Ντόναλντ Τραμπ πιστεύει πως οι δασμοί έχουν μαγικές ιδιότητες. Ισχυρίστηκε, μάλιστα, στην ομιλία του στο Economic Club of New York τον περασμένο μήνα, ότι «σταμάτησα πολέμους με την απειλή δασμών». Πρόσθεσε ότι «σταμάτησα πολέμους με δυο χώρες που είχαν μεγάλη σημασία».
Τόσο μεγάλη είναι η πίστη του στους δασμούς που έχει προτείνει την αύξησή τους στο 60% στις εισαγωγές από την Κίνα και έως 20% στις εισαγωγές από τον υπόλοιπο κόσμο. Έχει προτείνει ακόμα και δασμό 100% στις εισαγωγές από χώρες που απειλούν να απομακρυνθούν από το δολάριο ως παγκόσμιο νόμισμα επιλογής τους.
Μπορεί να υπερασπιστεί κανείς τέτοιες ανατρεπτικές πολιτικές; Σε άρθρο του στο The Atlantic στις 25 Σεπτεμβρίου, ο Όρεν Κας, εκτελεστικός διευθυντής της American Compass και αρθρογράφος των FT, υποστηρίζει πως οι οικονομολόγοι που επικρίνουν τις προτάσεις του Τραμπ αγνοούν τα οφέλη.
Συγκεκριμένα, αγνοούν μια σημαντική «εξωτερικότητα», ότι οι καταναλωτές που αγοράζουν ξένα προϊόντα «πιθανότατα δεν θα σκεφτούν την ευρύτερη σημασία του να φτιάχνονται πράγματα στην Αμερική». Οι δασμοί μπορούν να αντισταθμίσουν αυτή την εξωτερικότητα, πείθοντας τους ανθρώπους να αγοράζουν αμερικανικά προϊόντα και να απασχολούν Αμερικάνους.
Ωστόσο, όπως γράφουν οι Κίμπερλι Κλάουσινγκ και Μορίς Όμπστφελντ σε μια καυστική τους εργασία για το Peterson Institute for International Economics, δεν αρκεί να υποστηρίζει κανείς πως μπορεί να υπάρξουν ορισμένα οφέλη. Για να δικαιολογηθούν οι προτάσεις τού Τραμπ, θα πρέπει κανείς να εκτιμήσει τα κόστη των προτεινόμενων μέτρων, την κλίμακα των υποτιθέμενων οφελών και, πάνω απ’ όλα, αν αυτά τα μέτρα θα ήταν ο καλύτερος τρόπος για να επιτευχθούν οι επιθυμητοί στόχοι. Δυστυχώς, τα κόστη είναι τεράστια, τα οφέλη αμφίβολα και τα μέτρα κατώτερα από εναλλακτικές επιλογές.
Οι δασμοί είναι φόρος επί των εισαγωγών. Ο Τραμπ φαίνεται να πιστεύει πως ο φόρος θα πληρωθεί από τους ξένους. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως οι πληθωριστικές επιπτώσεις των δασμών του Τραμπ είναι αδύνατον να προσδιοριστούν. Αυτό είναι εξαιρετικά αμφισβητήσιμο.
Σε κάθε περίπτωση, οι νέες προτάσεις του Τραμπ, όπως λένε οι Κλάουσινγκ και Όμπστφελντ, θα «ίσχυαν σε περισσότερο από οκτώ φορές περισσότερες εισαγωγές απ’ ό,τι ο τελευταίος του γύρος (περίπου 3,1 τρισ. δολάρια με βάση τα στοιχεία του 2023)». Αυτό θα είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο στις τιμές απ’ ό,τι ο σχετικά μέτριος «αρχικός προστατευτισμός» της πρώτης θητείας του Τραμπ.
Επιπλέον, σημειώστε πως αν το κόστος των δασμών πράγματι επιβαρύνει τους ξένους προμηθευτές, τότε οι τιμές για τους Αμερικανούς καταναλωτές δεν θα επηρεαστούν. Αν ισχύει αυτό, τότε γιατί θα έπρεπε οι δασμοί να προκαλέσουν μια αναγέννηση των Αμερκανικών επιχειρήσεων που ανταγωνίζονται τις εισαγωγές; Μόνο αν οι δασμοί αυξήσουν τις τιμές θα μπορέσουν να φέρουν τη βιομηχανική αναγέννηση που επιθυμούν οι υπέρμαχοι του προστατευτισμού.
Ποια είναι λοιπόν τα οφέλη; Ο Γάλλος οικονομικός δημοσιογράφος του 19ου αιώνα Φρεντερίκ Μπαστιά μίλησε για «ό,τι φαίνεται και ό,τι δεν φαίνεται». Στην εμπορική πολιτική, αυτή η διάκριση είναι ζωτικής σημασίας.
Ένας φόρος επί των εισαγωγών είναι, κατά μείζονα λόγο, και φόρος επί των εξαγωγών. Αυτό οφείλεται μόνο εν μέρει στο γεγονός ότι οι δασμοί επιβαρύνουν όσους εξαγωγείς βασίζονται σε εισαγόμενες εισροές. Είναι επίσης επειδή η ζήτηση για συνάλλαγμα θα μειωθεί και η συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου θα αυξηθεί αν οι δασμοί συρρικνώσουν τις εισαγωγές, όπως ελπίζεται.
Αυτό θα καταστήσει αναγκαστικά τις εξαγωγές λιγότερο ανταγωνιστικές. Έτσι, οι εξαιρετικά υψηλοί δασμοί που προτείνει ο Τραμπ θα τείνουν να επεκτείνουν τους λιγότερο ανταγωνιστικούς κλάδους που υποκαθιστούν τις εισαγωγές, αλλά να συρρικνώσουν τους ιδιαίτερα ανταγωνιστικούς εξαγωγικούς κλάδους. Αυτό φαίνεται να είναι μια εξαιρετικά κακή συμφωνία. Τα ξένα αντίποινα κατά των αμερικανικών εξαγωγών θα επιδεινώσουν αυτή τη ζημία.
Είναι ζωτικής σημασίας να προσθέσουμε ότι η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται πλέον κοντά στην πλήρη απασχόληση. Έτσι, οποιαδήποτε μετατόπιση της εργασίας σε βιομηχανίες που υποκαθιστούν τις εισαγωγές θα γίνει εις βάρος άλλων δραστηριοτήτων.
Πράγματι, αυτή είναι μία από τις σημαντικότερες διαφορές από τον αγαπημένο δασμό του Τραμπ, τον δασμό McKinley του 1890. Μετά το 1880, ο αγροτικός πληθυσμός των ΗΠΑ κατέκλυσε τις αστικές περιοχές καθώς η βιομηχανία επεκτάθηκε. Επιπλέον, μεταξύ του 1880 και του 1900, σχεδόν 9 εκατ. μετανάστες εισήλθαν στις ΗΠΑ, κάτι λιγότερο από το ένα πέμπτο του αρχικού πληθυσμού. Αυτό ισοδυναμεί με 60 εκατ. μετανάστες τα επόμενα 20 χρόνια. Είναι περιττό να πούμε ότι δεν υπάρχει τέτοια προσφορά φρέσκου εργατικού δυναμικού σήμερα. Αντιθέτως, ο Τραμπ προτείνει την απομάκρυνση εκατομμυρίων μεταναστών.
Ο ίδιος ο Τραμπ φαίνεται να πιστεύει ότι οι υψηλοί δασμοί και η μείωση των εισαγωγών θα βελτιώσουν τα εξωτερικά ελλείμματα των ΗΠΑ. Όμως το τελευταίο είναι εν μέρει ο καθρέφτης της εισροής κεφαλαίων στις ΗΠΑ. Ένας από τους λόγους αυτής της εισροής είναι ότι οι ξένοι θέλουν να χρησιμοποιούν (και άρα να κατέχουν) το δολάριο, κάτι που ο Τραμπ θέλει απεγνωσμένα να διατηρήσει. Ένας άλλος λόγος είναι η υπερβολική εγχώρια ζήτηση, σήμερα το ισοδύναμο του δημοσιονομικού ελλείμματος, την οποία επίσης επιδιώκει να διατηρήσει. Πράγματι, οι εισροές ξένων αποταμιεύσεων και τα δημοσιονομικά ελλείμματα είναι αναμφισβήτητα οι κυρίαρχες αιτίες των επίμονων εξωτερικών ελλειμμάτων που απεχθάνεται ο Τραμπ.
Τελευταίο και πιο σημαντικό είναι τα υποτιθέμενα οφέλη αυτών των υψηλών δασμών για τους ανθρώπους της εργατικής τάξης. Μια πρόταση που προβάλλεται από τον Τραμπ είναι ότι τα έσοδα από τους δασμούς θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τον φόρο εισοδήματος.
Αυτό είναι ανοησία. Αν επιχειρούνταν κάτι τέτοιο, προγράμματα μεγάλης σημασίας για τους απλούς Αμερικανούς, όπως το Medicare, θα μπορούσαν να καταρρεύσουν. Έτσι, σύμφωνα με ένα άλλο έγγραφο των Κλάουσινγκ και Όμπστφελντ, ο δασμός 50% που θα μεγιστοποιούσε τα έσοδα θα απέδιδε μόνο 780 δισ. δολάρια, δηλαδή λιγότερο από το 40% των εσόδων από τον φόρο εισοδήματος. Ακόμα χειρότερα, ως φόρος επί των πωλήσεων εισαγόμενων αγαθών, οι δασμοί είναι ιδιαίτερα οπισθοδρομικοί. Οι πλούσιοι ξοδεύουν σχετικά μικρό μέρος του εισοδήματός τους σε τέτοια προϊόντα.
Εν ολίγοις, οι δασμοί του Τραμπ είναι μια τερατώδης ιδέα: θα βοηθήσουν τους λιγότερο ανταγωνιστικούς τομείς της οικονομίας ενώ θα βλάψουν τους πιο ανταγωνιστικούς· θα βλάψουν πολλούς από τους ίδιους του τους υποστηρικτές· και θα επιφέρουν σοβαρή βλάβη στο διεθνές εμπόριο, την παγκόσμια οικονομία και τις διεθνείς σχέσεις.
Ναι, υπάρχουν επιχειρήματα υπέρ των στοχευμένων βιομηχανικών παρεμβάσεων. Αλλά τα δασμολογικά τείχη τού Τραμπ είναι το ακριβώς αντίθετο. Οι στοχευμένες και διαφανείς επιδοτήσεις θα ήταν πολύ καλύτερες.
Πρέπει να ελπίζουμε πως αυτός ο νέος εμπορικός πόλεμος δεν θα ξεκινήσει ποτέ.