Τι θα σήμαινε μια προεδρία Τραμπ για την Ουκρανία; Μεγάλο μέρος των εικασιών για μια πιθανή «προδοσία» της χώρας επικεντρώνεται στην πιθανή διακοπή της προμήθειας όπλων, που συνδέεται με την αποδοχή της προσάρτησης από τη Ρωσία τμημάτων του ουκρανικού εδάφους.
Το έδαφος και ο οπλισμός είναι βασικά ζητήματα. Αλλά ένα άλλο θέμα, το οποίο συζητείται λιγότερο, επίσης αναδεικνύεται ως ζωτικό: η ουκρανική ουδετερότητα.
Ο γερουσιαστής Τζ. Ντ. Βανς, υποψήφιος αντιπρόεδρος του Τραμπ, τάχθηκε υπέρ μιας ουδέτερης Ουκρανίας σε συνέντευξή του στους New York Times τον Ιούνιο. Ο Βανς είπε πως η προσέγγισή του θα ήταν να «εγγυηθεί τόσο την ανεξαρτησία του Κιέβου, όσο και την ουδετερότητα του… Η ουδετερότητα είναι ξεκάθαρα κάτι που (οι Ρώσοι) βλέπουν ως υπαρξιακό γι’ αυτούς».
Επιφανειακά, μια ουδέτερη Ουκρανία ακούγεται σαν μια ενδιαφέρουσα επιλογή. Η Φινλανδία και η Αυστρία ήταν ουδέτερες κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Και οι δυο χώρες κατάφεραν να παραμείνουν δημοκρατικές και εκτός του Σοβιετικού μπλοκ.
Ωστόσο, η κυβέρνηση Μπάιντεν παραμένει επιφυλακτική απέναντι στο αίτημα της Ρωσίας για μια ουδέτερη Ουκρανία, πιστεύοντας ότι οι φιλοδοξίες του Βλαντίμιρ Πούτιν δεν θα σταματήσουν εκεί. Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ Τζέικ Σάλιβαν μου είπε την περασμένη εβδομάδα: «Είναι σαφές ότι αυτό που θέλει τώρα η Ρωσία είναι μια ευνουχισμένη Ουκρανία που δεν μπορεί να υπερασπιστεί σωστά τον εαυτό της. Εξακολουθεί να θέλει να υποτάξει την Ουκρανία. Και δεν θα αφήσουμε να συμβεί αυτό».
Οι ρωσικές ελπίδες για ευνουχισμό της Ουκρανίας έγιναν σαφείς στις ειρηνευτικές προτάσεις που υπέβαλε η Μόσχα το 2022, στις αρχές του πολέμου. Επέμεναν ότι η Ουκρανία δεν θα έπρεπε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ - και ότι ο στρατός της Ουκρανίας θα έπρεπε να μειωθεί σε 85.000 στρατιώτες και ο αριθμός των αρμάτων μάχης να περιοριστεί σημαντικά. Ένας ανώτερος Ουκρανός αξιωματούχος θυμάται: «Ζητούσαν να βάλουμε τα όπλα μας σε αποθήκες που θα φρουρούσαν εκείνοι. Και επιπλέον ένα πλήρες βέτο στην εξωτερική μας πολιτική».
Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η Ρωσία έχει υποχωρήσει από αυτές τις μαξιμαλιστικές απαιτήσεις. Οι Ουκρανοί γνωρίζουν ότι η αποδοχή των προτάσεων του Πούτιν θα έθετε τη χώρα τους μόνιμα στο έλεος της Μόσχας. Αλλά η τρέχουσα συζήτηση για την ουδετερότητα εξακολουθεί να είναι ενδιαφέρουσα, επειδή ρίχνει φως στα επιχειρήματα σχετικά με τον τρόπο τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία που λαμβάνουν χώρα κάτω από την επιφάνεια των δημόσιων συζητήσεων.
Μεγάλο μέρος της δημόσιας αντιπαράθεσης εξακολουθεί να περιστρέφεται γύρω από το ζωτικό και συναισθηματικό ζήτημα της κυριαρχίας. Η Ρωσία συνεχίζει να επιμένει ότι θα κρατήσει όλα τα εδάφη που κατέχει σήμερα - και επίσης ότι η Ουκρανία πρέπει να προχωρήσει σε απόσυρση στρατευμάτων, και στη συνέχεια να υπάρξει μια διεθνής συμφωνία ότι οι περιοχές του Ντονέτσκ, του Λουχάνσκ, της Χερσώνας και της Ζαπορίζιας αποτελούν ρωσικό έδαφος.
Η Ουκρανία εξακολουθεί να επιμένει στην πλήρη αποκατάσταση της εδαφικής της ακεραιότητας, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας. Οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους δηλώνουν ότι θα στηρίξουν την Ουκρανία για «όσο χρειαστεί» και ότι δεν θα επιβάλουν όρους ειρήνης στους Ουκρανούς.
Οι πόλεμοι είναι απρόβλεπτοι, οπότε μια αποφασιστική πρόοδος στο πεδίο της μάχης είτε από την Ουκρανία, είτε από τη Ρωσία παραμένει πιθανή. Αλλά, όπως έχουν τα πράγματα, είναι απίθανο το Κίεβο να μπορέσει να πάρει πίσω όλα τα εδάφη του με τη δύναμη των όπλων. Οι Ουκρανοί και οι κύριοι δυτικοί υποστηρικτές τους το γνωρίζουν αυτό, ακόμη και αν δεν το αναγνωρίζουν δημοσίως. Η πραγματοποίηση εδαφικών παραχωρήσεων με αντάλλαγμα την ειρήνη κερδίζει κάποια υποστήριξη από τον ουκρανικό λαό, αν και δεν αποτελεί ακόμη θέση πλειοψηφίας.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την ειρήνη δεν είναι η βαθιά απροθυμία της Ουκρανίας να προβεί σε εδαφικές παραχωρήσεις – όσο πραγματική και αν είναι. Είναι το γεγονός ότι η Ρωσία θα εξακολουθούσε να απαιτεί μια διευθέτηση που θα περιλάμβανε την υποταγή του 80% της Ουκρανίας που δεν ελέγχει.
Οι Ουκρανοί χρειάζονται διαβεβαιώσεις ότι η Ρωσία δεν θα χρησιμοποιήσει έναν ειρηνευτικό διακανονισμό για να επανεξοπλιστεί και στη συνέχεια να περάσει ξανά στην επίθεση. Μέχρι να τις λάβουν αυτές, δεν υπάρχει καμία δυνατότητα σοβαρής συζήτησης στο Κίεβο για τα σύνορα ή το έδαφος.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία θα είναι κεντρικής σημασίας για οποιεσδήποτε μελλοντικές ειρηνευτικές συνομιλίες. Η τρέχουσα θέση του Κιέβου είναι ότι η Ουκρανία πρέπει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ - κάτι που θα σήμαινε ότι η χώρα θα καλυπτόταν από τη συλλογική εγγύηση ασφάλειας της συμμαχίας. Η πρόσφατη σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ διακήρυξε ότι «το μέλλον της Ουκρανίας είναι στο ΝΑΤΟ». Πρόσθεσε όμως ότι αυτό θα συμβεί μόνο «όταν οι σύμμαχοι συμφωνήσουν και πληρούνται οι προϋποθέσεις».
Η εισδοχή της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ενώ η Ρωσία εξακολουθεί να κατέχει μέρος του εδάφους της χώρας, θα ήταν δύσκολη. Η Δυτική Γερμανία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο. Αλλά η ένταξη της Δυτικής Γερμανίας στο ΝΑΤΟ υποστηρίχθηκε από τη στάθμευση σημαντικού αριθμού αμερικανικών στρατευμάτων στο δυτικογερμανικό έδαφος. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι το αμερικανικό Κογκρέσο θα συμφωνούσε να αναπτυχθούν αμερικανικά στρατεύματα στην Ουκρανία.
Μια άλλη ιδέα που έχει ισχυρούς υποστηρικτές στην Ουάσινγκτον είναι η «επιλογή Ισραήλ» (που κάποιες φορές λέγεται και «επιλογή-σκαντζόχοιρος»), που θα απέφευγε μια επίσημη δέσμευση μέσω συνθήκης για την υπεράσπιση της Ουκρανίας –αντίθετα θα βασίζονταν στην ενίσχυση της χώρας με προηγμένη δυτική στρατιωτική βοήθεια, ώστε να μπορέσει μόνη της να αποτρέψει μελλοντική ρωσική επιθετικότητα. Αλλά ακόμα και η «επιλογή-σκαντζόχοιρος» θα προσέκρουε στην απαίτηση της Ρωσίας για μια ευνουχισμένη Ουκρανία.
Θα μπορούσε να αλλάξει η στάση της Μόσχας; Οι Ρώσοι υφίστανται συγκλονιστικές απώλειες, που υπολογίζονται σε πάνω από 1.000 στρατιώτες νεκρούς ή τραυματίες κάθε μέρα. Αλλά ο Πούτιν φαίνεται πως περιμένει για τις εξελίξεις στην Αμερική.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν θα συμφωνήσει στον ευνουχισμό της Ουκρανίας. Αλλά μια κυβέρνηση Τραμπ-Βανς ίσως το κάνει. Όσο παραμένει αμφίβολο το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, ο Πούτιν έχει κάθε κίνητρο να συνεχίσει να πολεμάει.