Η επιλογή του Τζ. Ντ. Βανς ως αντιπροέδρου του Ντόναλντ Τραμπ παγιώνει τη στροφή του ρεπουμπλικανικού κόμματος από τον συντηρητισμό της ελεύθερης αγοράς της εποχής Ρήγκαν και Μπους, στον οικονομικό λαϊκισμό του κινήματος «Make America Great Again» (MAGA).
Και αν κερδίσουν τον Νοέμβριο, η επίπτωση της οικονομικής ατζέντας Τραμπ-Βανς στα πάντα, από το παγκόσμιο εμπόριο μέχρι τους εταιρικούς φόρους, θα είναι τεράστια -και ανησυχητική για τις αμερικανικές επιχειρήσεις και τους συμμάχους των ΗΠΑ.
«Άνθρωποι όπως ο Τζ. Ντ. Βανς… είναι απλά ρεαλιστές για την παγκόσμια οικονομία του 21ου αιώνα -έχει διαφορετικές προκλήσεις από τις προκλήσεις της οικονομίας του Ρόναλντ Ρήγκαν» ανέφερε ο ο Νικ Ιακοβέλα του think tank Coalition for a Prosperous America.
Αλλά τι θα κάνουν στην πραγματικότητα τα Maganomics;
Περισσότεροι εμπορικοί πόλεμοι;
Η απαξίωση του παγκόσμιου εμπορίου από τον Τραμπ έγινε πιο έντονη από τότε που έφυγε από την προεδρία, ενώ την απαξίωση αυτή μοιράζεται ο Βανς. Ο πρώην πρόεδρος προτείνει οριζόντιο δασμό 10% σε όλες τις εισαγωγές, συν μια εισφορά 60% στα προϊόντα από την Κίνα.
Οι εμπορικές εντάσεις με τους ευρωπαίους και ασιάτες συμμάχους, και πιθανόν ακόμα και με τον Καναδά, θα αναζωπυρωθούν, όπως πιστεύουν οι αναλυτές. Ο Τραμπ θέλει επίσης πιο αδύναμο δολάριο για να ενισχυθούν οι εξαγωγές, κάτι που θα μπορούσε να δημιουργήσει προστριβές στη νομισματική πολιτική με τους εμπορικούς εταίρους.
Κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, οι εμπορικές του μάχες ήταν θυελλώδεις αλλά άστατες: ενάλλασσε απειλές και τιμωρητικά μέτρα με προσπάθειες να διαπραγματευτεί διμερείς συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένης μιας με την Κίνα. Διαχειρίστηκε τις εγχώριες επιπτώσεις επιδοτώντας ορισμένα θύματα των δασμών που επιβλήθηκαν ως αντίποινα, συμπεριλαμβανομένων των αγροτών σε πολιτείες όπως το Ουισκόνσιν -την αμφίρροπη πολιτεία που φιλοξενεί το συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων.
Υπήρξαν κάποιοι διχασμοί ακόμα και εντός της ίδιας της κυβέρνησης Τραμπ ως προς το πόσο μακριά θα πρέπει να πάνε οι δασμοί, καθώς και αντίσταση από ορισμένους Ρεπουμπλικάνους στο Καπιτώλιο.
Αλλά το Ρεπουμπλικανικό κόμμα αυτές τις μέρες είναι πολύ πιο ευθυγραμμισμένο με τις απόψεις του Τραμπ κατά της παγκοσμιοποίησης και έχει ενστερνιστεί τα σχέδιά του να καταστείλει τη μετανάστευση. Οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα τηρήσουν επιφυλακτική στάση και για τις δυο αυτές θέσεις, φοβούμενες ότι θα χάσουν τις διεθνείς αγορές και τους μετανάστες εργαζόμενους.
«Ο κύριος άξονας της μεταπολεμικής αμερικανικής τάξης της παγκοσμιοποίησης περιελάμβανε τη στήριξη όλο και περισσότερο στη φθηνότερη εργασία. Το εμπορικό ζήτημα και το μεταναστευτικό ζήτημα είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος», δήλωσε ο Βανς στους New York Times νωρίτερα φέτος.
Που θα φτάσουν οι περικοπές φόρων;
Η μείωση των φόρων υπήρξε πυλώνας των ρεπουμπλικανικών οικονομικών για δεκαετίες. Το 2017 ένα Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο και ο Τραμπ εφάρμοσαν ένα σαρωτικό πακέτο περικοπών εταιρικών φόρων και φόρων φυσικών προσώπων, ύψους 1,7 τρισ. δολαρίων.
Θα λήξουν του χρόνου, εκτός και αν ο Τραμπ τις κάνει μόνιμες. Θέλει επίσης να μειώσει τον εταιρικό συντελεστή από το τρέχον επίπεδο του 21%.
Οι Δημοκρατικοί λένε πως τα σχέδια είναι άλλο ένα τεράστιο δώρο για τους πλούσιους. Ετσι, οι Ρεπουμπλικάνοι θέλουν να δομήσουν το πακέτο ώστε να είναι λιγότερο αναίσχυντα ευεργετικό για τα πλουσιότερα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Ο Βανς έχει εκφράσει αμφιβολίες για ορισμένες από τις περικοπές φόρων.
«Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει ευθεία επέκταση, θα υπάρξουν κάποια ανταγωνιστικά οράματα», δήλωσε ο Νταγκ Χολτζ-Έικιν, διευθυντής του American Action Forum, ενός think tank με δεξιό προσανατολισμό. «Υπάρχει ανοιχτή συζήτηση ακόμα και για αύξηση του εταιρικού συντελεστή, επειδή δεν μας ενδιαφέρουν οι μεγάλες εταιρείες αλλά και τη χρήση αυτών των χρημάτων για την επίτευξη άλλων στόχων».
Ένα άλλο ερώτημα αιωρείται αναφορικά με τις φοροαπαλλαγές δισεκατομμυρίων δολαρίων που πέρασε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν για να ενισχύσει τις εγχώριες κατασκευές. Τα μέτρα -ιδιαίτερα αυτά για την καθαρή ενέργεια- έχουν επικριθεί από τους Ρεπουμπλικάνους. Αλλά πολλά τμήματα της χώρας επωφελούνται από τις νέες θέσεις εργασίας και οι Ρεπουμπλικάνοι δείχνουν όλο και μεγαλύτερη συμπάθεια στην ιδέα που κάποτε θεωρούνταν «ανάθεμα» στο κόμμα: την Αμερικανική βιομηχανική πολιτική.
«Δεν τις ψήφισαν. Δεν τις σχεδίασαν, αλλά πολλοί από τους ψηφοφόρους τους τις έχουν. Θα δούμε πόσο εύκολο θα είναι να αποσυρθούν ορισμένες», σημείωσε ο Χολτζ-Έικιν.
Υπέρ ή κατά της επιχειρηματικότητας;
Το συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων έδωσε βήμα σε έναν απρόσμενο ομιλητή κατά την εναρκτήρια βραδιά αυτή την εβδομάδα: στον επικεφαλής του εργατικού συνδικάτου Teamsters, Σην Ο’ Μπράιεν. Κατέκρινε τις μεγάλες επιχειρήσεις, με τον Τραμπ και τον Βανς να κάθονται μόλις λίγα μέτρα μακριά του.
«Θυμηθείτε, οι ελίτ δεν έχουν κόμμα, οι ελίτ δεν έχουν έθνος. Η πίστη τους είναι στον ισολογισμό και στην τιμή της μετοχής σε βάρος του Αμερικάνου εργαζόμενου» είπε.
Είναι απίθανο ο Τραμπ να ενστερνιστεί ξαφνικά τον συνδικαλισμό ή τα εργατικά δικαιώματα, αλλά η εμφάνιση του Ο’ Μπράιεν δείχνει το πώς η ρεπουμπλικανική υποστήριξη των μεγάλων επιχειρήσεων και των μεγάλων πολυεθνικών ως επωφελών δημιουργών θέσεων εργασίας, δεν είναι πλέον δεδομένη.
Η οργή για την «εταιρική Αμερική» τα τελευταία χρόνια έχει τροφοδοτήσει αντιπαραθέσεις όπως αυτή μεταξύ του κυβερνήτη της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις και της του ομίλου μέσων ενημέρωσης Walt Disney.
Αλλά μια πρόσφατη δημοσκόπηση των FT-Michigan Ross έδειξε ότι οι Αμερικανοί πιστεύουν ότι οι εταιρείες, ακόμη περισσότερο από ό,τι οι πολιτικοί, ευθύνονται για τα οικονομικά τους προβλήματα - περισσότερη τροφή για τους λαϊκιστές ηγέτες.
Οι σύμμαχοι του Τραμπ και οι μεγάλοι δωρητές του από την «εταιρική Αμερική» είναι πιθανό να γλιτώσουν από τη δημόσια οργή του, αλλά η προθυμία του κόμματος να επιτεθεί άμεσα στους διευθύνοντες συμβούλους έχει αυξηθεί απότομα.
Τον περασμένο μήνα, ο Τζος Χόλι, ένας Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής του Μιζούρι που συμμερίζεται τις απόψεις του Βανς για τις επιχειρήσεις, κατακεραύνωσε τον διευθύνοντα σύμβουλο της Boeing Ντέιβ Καλχούν για τα κενά ασφαλείας στον όμιλο αεροδιαστημικής και το πακέτο αμοιβών του. Οι Ρεπουμπλικάνοι πίστευαν ότι οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών ήταν θέμα των εταιρειών και των διοικητικών τους συμβουλίων.
«Σας αποζημιώνουν όσο ποτέ άλλοτε», τους κατηγόρησε.
Πόσο χαλαροί θα είναι οι κανονισμοί;
Η απορρύθμιση χρόνια τώρα είναι το «μάντρα» των Ρεπουμπλικάνων. Σε ορισμένους τομείς όπως η ενέργεια και το κλίμα, η νέα κυβέρνηση Τραμπ θα προσπαθούσε ταχύτατα να άρει τα μέτρα κατά της μόλυνσης και των εκπομπών ρύπων, προωθώντας ταυτόχρονα την παραγωγή ορυκτών καυσίμων.
Αλλά σε άλλους τομείς η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη. Ο Βανς έχει κάνει ασυνήθιστες συμμαχίες με ορισμένους στα αριστερά, υποστηρίζοντας τις σκληρές αντιμονοπωλιακές πολιτικές της Λινα Καν, της προέδρου της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου που διορίστηκε από τον Μπάιντεν και την οποία απεχθάνεται η Wall Street. Η Καν είναι «από τους λίγους ανθρώπους στην κυβέρνηση Μπάιντεν που νομίζω ότι κάνει καλή δουλειά» είπε κάποτε ο Βανς.
Η στάση του θα μπορούσε να βάλει ιδιαίτερα τις τεχνολογικές εταιρίες στο στόχαστρο μιας δεύτερης κυβέρνησης Τραμπ, δεδομένου ότι μπαίνουν στο μικροσκόπιο των αρχών ανταγωνισμού.
Αλλά άλλοι τομείς θα μπορούσαν επίσης να αντιμετωπίσουν ένα πιο σκληρό ρυθμιστικό περιβάλλον απ’ ότι συνήθως υπό μια νέα κυβέρνηση Τραμπ. Για παράδειγμα, ο Βανς έχει ενώσει τη φωνή του με αρκετούς Δημοκρατικούς, συμπεριλαμβανομένης της Ελίζαμπεθ Γουόρεν, που ζητούν οι ρυθμιστικές αρχές να πάρουν πίσω αμοιβές στην περίπτωση τραπεζικών χρεοκοπιών. Μαζί με τον Δημοκρατικό γερουσιαστή του Οχάιο Σέροντ Μπράουν, έχει ζητήσει καλύτερα πρωτόκολλα ασφάλειας στους σιδηρόδρομους, μετά τον εκτροχιασμό εμπορικής αμαξοστοιχίας στην πολιτεία. Έχει εκφράσει κάποιον θαυμασμό για τον Μπέρνι Σάντερς, τον αριστερό γερουσιαστή του Βερμόντ.
«Οι άνθρωποι στην αριστερά, θα έλεγα, στις πολιτικές των οποίων είμαι ανοιχτός - είναι οι Αφοι Μπέρνι», δήλωσε ο Βανς στους New York Times νωρίτερα φέτος.