Πώς προέκυψε η λέξη «καπιταλισμός»; Αν ρωτήσετε τους περισσότερους επενδυτές σήμερα, μπορεί να ψελλίσουν κάτι για αγορές, εμπόριο και Άνταμ Σμιθ –ή Καρλ Μαρξ. Αλλά σύμφωνα με τον Βρετανό ιστορικό Μάικλ Σόνενσερ, ο όρος πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη του 18ου αιώνα σε σχέση με τα οικονομικά του πολέμου.
«Ο «καπιταλισμός» άρχισε ως γαλλική λέξη (capitalisme) αλλά χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να αναφερθεί σε αρκετά προβλήματα που ήταν σε μεγάλο βαθμό βρετανικά», σημειώνει ο Σόνενσερ. «Το πιο σημαντικό ήταν το σύστημα της χρηματοδότησης του πολέμου (του 18ου αιώνα). Στα γαλλικά, κάποιος που δάνειζε χρήματα σε έναν κλάδο της βασιλικής κυβέρνησης της Γαλλίας ονομαζόταν καπιταλιστής (capitaliste)».
Από μια άποψη, αυτή είναι απλώς μια διασκεδαστική παραξενιά της ιστορίας. Αλλά θα πρέπει επίσης να οδηγεί σε σοβαρούς αναστοχασμούς σήμερα. Τις δεκαετίες μετά τον ψυχρό πόλεμο, το «μέρισμα της ειρήνης» ήταν τέτοιο που οι σύγχρονοι χρηματοδότες –και ψηφοφόροι- σπάνια σκέφτονταν το ερώτημα του πώς πληρώνονται οι πόλεμοι. Αυτήν την εβδομάδα, ωστόσο, το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) ανέφερε πως οι αυξανόμενες γεωπολιτικές συγκρούσεις προκάλεσαν άνοδο 7% στις αμυντικές δαπάνες πέρυσι –προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό- οι οποίες διαμορφώθηκαν στο ποσό ρεκόρ των 2,4 τρισ. δολαρίων ή 2,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Αυτό αντανακλά εν μέρει την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Όχι μόνο έχουν κάνει άλμα οι δαπάνες της Αμερικής, της Ευρώπης και της Ουκρανίας, αλλά και οι ρωσικές στρατιωτικές δαπάνες έχουν αυξηθεί πάνω από το 6% του ΑΕΠ.
Μάλιστα, οι δαπάνες αυξήθηκαν πέρυσι και στις πέντε γεωπολιτικές περιοχές που παρακολουθεί το SIPRI, για πρώτη φορά. «Τα κράτη θέτουν ως προτεραιότητα τις στρατιωτικές δαπάνες αλλά διακινδυνεύουν ένα σπιράλ δράσης-αντίδρασης σε ένα αυξανόμενα ευμετάβλητο τοπίο γεωπολιτικής και ασφάλειας» ανέφερε ο ερευνητής της SIPRI Ναν Τιαν.
Ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Ρίσι Σούνακ, έθεσε αυτή την εβδομάδα την αμυντική βιομηχανία της Βρετανίας σε «πολεμική δράση», με τις δαπάνες να προβλέπεται να αυξηθούν στο 2,5% του ΑΕΠ έως το 2030, ενώ το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε πρόσφατα σχέδιο δαπανών ύψους 100 δισ. δολαρίων. Έπειτα, υπάρχουν τα νομοσχέδια στρατιωτικής βοήθειας ύψους 95 δισ. δολαρίων για την Ουκρανία, την Ταϊβάν και το Ισραήλ που μόλις εγκρίθηκαν από το αμερικανικό Κογκρέσο. Το σπιράλ «δράση-αντίδραση» βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ευτυχώς, αυτός ο ρυθμός αύξησης εξακολουθεί να είναι χαμηλότερος από ό,τι σε διάφορες περιόδους του 20ού αιώνα - και «εκκινεί» από χαμηλή βάση. Πριν από εξήντα χρόνια, πρωτού αρχίσει εμφανιστεί το μέρισμα ειρήνης, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο δαπανούσαν το 8% και 6% του ΑΕΠ αντίστοιχα για τον στρατό. Δεδομένου όμως ότι οι περισσότεροι σύγχρονοι επενδυτές έχτισαν την καριέρα τους όταν ο «καπιταλισμός» οριζόταν με ειρηνικούς όρους, υπάρχουν τουλάχιστον τρία σημεία που θα πρέπει να σημειώσουν.
Μάθημα 1ον: Ελλειψη διαφάνειας
Πρώτον, η ιστορία δείχνει ότι οι κυβερνήσεις σχεδόν ποτέ δεν λένε στους ψηφοφόρους το πραγματικό κόστος του πολέμου ή πώς σκοπεύουν να το πληρώσουν. Υπάρχουν εξαιρέσεις. Το 1940, για παράδειγμα, ο Τζον Μέιναρντ Κέινς δημοσίευσε ένα νηφάλιο φυλλάδιο με τίτλο «Πώς να πληρώσετε για τον πόλεμο». Και πέρυσι η Δανία ακύρωσε μια εθνική αργία για να δημιουργήσει πρόσθετα έσοδα για τις αμυντικές δαπάνες.
Στις ΗΠΑ, οι πολιτικοί σύμβουλοι υποτίθεται ότι εξετάζουν προσεκτικά τα νομοσχέδια δαπανών του Κογκρέσου. Αλλά η διαφάνεια είναι σπάνια. Όπως σημειώνει ο Σόνενσερ, ο βασικός λόγος για τον οποίο οι Ευρωπαίοι βασιλείς του 18ου αιώνα εξέδιδαν χρέος για να πληρώσουν τις στρατιωτικές περιπέτειες ήταν για να παρακάμψουν τον έλεγχο των νομοθετικών σωμάτων.
Και ενώ ο πρόσφατος σάλος γύρω από το νομοσχέδιο για την Ουκρανία στο Κογκρέσο δημιουργεί μια επίφαση δημοκρατικής εποπτείας, «η πρόσβαση του κοινού στις πληροφορίες του προϋπολογισμού για τις (στρατιωτικές δαπάνες) μετά την 11η Σεπτεμβρίου είναι ατελής και ελλιπής», σύμφωνα με μια κριτική έκθεση του Ινστιτούτου Watson του Πανεπιστημίου Brown.
Μάθημα 2ον: Περικοπές και αύξηση του χρέους
Το δεύτερο μάθημα είναι ότι, ακόμη και αν οι δαπάνες τελικά εξαλειφθούν μέσω φορολογικών αυξήσεων, πληθωρισμού ή... λεηλασίας, συνήθως υπάρχει μια αύξηση του χρέους. Το Ινστιτούτο Watson εκτιμά ότι στις ΗΠΑ υπήρξαν στρατιωτικές δαπάνες ύψους 8 τρισ. δολαρίων από το 2001, οι οποίες «πληρώθηκαν σχεδόν εξ ολοκλήρου με δανεισμό». Αν δεν υπάρξει πρόωρη αποπληρωμή μέσω μαζικών αυξήσεων της φορολογίας, θαυματουργικής ανάπτυξης ή και χρεοκοπίας, «οι πληρωμές τόκων θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα 6,5 τρισ. δολάρια μέχρι το 2050».
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι τα πράγματα στην Ευρώπη θα είναι διαφορετικά. Ναι, ο Sunak ισχυρίστηκε αυτή την εβδομάδα ότι η συζητούμενη ενίσχυση των στρατιωτικών δαπανών θα «χρηματοδοτηθεί πλήρως» μέσω περικοπών στις δαπάνες των υπουργείων. Αλλά αυτό ακούγεται σαν «μαγική σκέψη».
Μάθημα 3ον: Χρηματοοικονομικά του πολέμου
Τρίτον, το σοκ του πολέμου δεν ενθαρρύνει μόνο την έντονη κρατική οικονομική παρέμβαση, αλλά και την οικονομική και τεχνολογική καινοτομία. Το 1694, για παράδειγμα, η βρετανική κυβέρνηση υιοθέτησε την ιδέα της κεντρικής τραπεζικής για τη χρηματοδότηση του πολέμου. Στη δεκαετία του 1940, η κυκλοφορία των αμερικανικών «πολεμικών ομολόγων» συνέβαλε στην έναρξη μιας αγοράς λιανικής για τα κρατικά ομόλογα.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος οδήγησε επίσης τη βρετανική και την αμερικανική κυβέρνηση στην ανάπτυξη πολιτικών χρηματοπιστωτικής καταστολής. Σήμερα, γίνονται πειράματα για την τιτλοποίηση των εσόδων από κατασχεμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για την Ουκρανία.
Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ αναθέτουν τμήματα της στρατιωτικής τεχνολογικής καινοτομίας σε venture capitalists. Και μου λένε ότι οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων δοκιμάζουν τεχνικές ψηφιακής προσαρμογής που θα τους επιτρέψουν να αποκλείουν γρήγορα εχθρικά έθνη ή περιοχές από τα χαρτοφυλάκια, ενώ οι κυβερνήσεις αποκαλύπτουν νέους τρόπους εντοπισμού της παραβατικής ροής κεφαλαίων και περιουσιακών στοιχείων.
Θα συνεχιστεί αυτή η καινοτομία; Πιθανώς. Αλλά αυτό που είναι ήδη σαφές είναι ότι χωρίς τεράστιες αυξήσεις των φόρων η έκδοση χρέους θα συνεχίσει να επεκτείνεται, αν οι απειλές πολέμου αυξάνονται. Αυτό θα μπορούσε να είναι μια αμυντική γεωπολιτική «ασφάλεια» για τα κράτη που φοβούνται επίθεση. Αλλά σχεδόν σίγουρα θα ασκήσει ανοδικές πιέσεις στα επιτόκια.
Οι σύγχρονοι «καπιταλιστές» - ή αλλιώς κάτοχοι ομολόγων - θα πρέπει να το λάβουν υπ’ όψιν τους.