Ορίστε μια ανακάλυψη που θα σας αφήσει με ανοιχτό το στόμα: η ανεργία σάς κάνει καλό. Αλήθεια; Ε, όχι ακριβώς αλήθεια. Αλλά μια νέα ερευνητική εργασία βρήκε ένα συσχετισμό που παραπέμπει προς αυτή την κατεύθυνση: περισσότερη ανεργία, λιγότεροι θάνατοι. Κάτω από αυτό βρίσκεται κάτι πραγματικό, σοκαριστικό, που ωστόσο κατά κάποιο τρόπο είναι συναρπαστικό.
Πρώτα ας αναλύσουμε την έρευνα, την οποία διενήργησαν οι οικονομολόγοι Amy Finkelstein, Matthew Notowidigdo, Frank Schilbach και Jonathan Zhang. Εξετάζουν την επίπτωση της μεγάλης ύφεσης του 2007-2009 στα ποσοστά θνησιμότητας σε διάφορα σημεία των ΗΠΑ, ορισμένα από τα οποία είχαν εντονότερες αυξήσεις στην ανεργία απ’ ότι άλλα.
Ανακαλύπτουν αυτόν τον εντυπωσιακό συσχετισμό: όταν ο ρυθμός της ανεργίας αυξάνεται κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε μια από τις 741 πόλεις-περιφέρειες των ΗΠΑ, ο ρυθμός της θνησιμότητας σε αυτή την περιοχή μειώνεται κατά 0,5%. Αυτό το όφελος συντηρείται για τουλάχιστον μια δεκαετία και εξαπλώνεται ομοιόμορφα στην ηλικιακή κατανομή, αν και, σε απόλυτους όρους, οι ηλικιωμένοι κινδυνεύουν περισσότερο να πεθάνουν και έτσι είχαν το μεγαλύτερο όφελος.
Δεδομένου ότι η μεγάλη ύφεση αύξησε την ανεργία κατά σχεδόν πέντε ποσοστιαίες μονάδες, αυτό υποδηλώνει πως ο ρυθμός της θνησιμότητας μειώθηκε κατά περισσότερο από 2% ως αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της επακόλουθης οικονομικής κάμψης. Ή, όπως το θέτουν οι ερευνητές, «οι εκτιμήσεις αυτές υποδηλώνουν πως η Μεγάλη Ύφεση παρείχε σε έναν στους εικοσιπέντε 55άρηδες έναν επιπλέον χρόνο ζωής».
Πρόκειται για τεράστιες επιπτώσεις. Τι μπορεί να τις εξηγήσει; Δεν υπάρχει έλλειμμα θεωριών: οι υφέσεις απομακρύνουν τους ανθρώπους από εργασίες χαμηλής ποιότητας και αυξημένου άγχους. Με την απελευθέρωση των εργατικών χεριών, οι υφέσεις μπορεί να βελτιώνουν την ποιότητα της φροντίδας στα γηροκομεία, ο κόσμος που χάνει τη δουλειά του τείνει να καπνίζει λιγότερο, να τρώει λιγότερο fast food και να έχει περισσότερο χρόνο για άθληση. Οι υφέσεις ίσως μειώνουν την εξάπλωση μεταδιδόμενων νοσημάτων.
Αλλά η Finkelstein και οι συν-συγγραφείς της βρίσκουν ελάχιστες αποδείξεις για οποιοδήποτε από τα παραπάνω. Αντιθέτως, παραπέμπουν στη μόλυνση της ατμόσφαιρας. Ο αέρας γίνεται πιο καθαρός σε περιοχές όπου η οικονομία σημειώνει κάμψη. Οι ερευνητές εκτιμούν πως αυτός ο καθαρότερος αέρας ευθύνεται για περισσότερο από το ένα τρίτο της μείωσης της θνησιμότητας.
Αυτό ίσως αποτελεί έκπληξη, επειδή δεν έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τη μόλυνση της ατμόσφαιρας ως πρόβλημα για τις πλούσιες χώρες – το κλισέ είναι πως οι βιομηχανοποιημένες πόλεις στην Ασία κατακλύζονται από το νέφος, αλλά πως για την Αμερική και την Ευρώπη η μόνη μόλυνση που πρέπει να μας ανησυχεί είναι το διοξείδιο του άνθρακα που προκαλεί το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Υπάρχει κάποια αλήθεια σ’ αυτό. Όπως καταγράφεται στο βιβλίο της Hannah Ritchie «Not the end of the world», τοπικοί ατμοσφαιρικοί ρύποι όπως το οξείδιο του αζώτου, το μονοξείδιο του άνθρακα, ο μαύρος άνθρακας και το διοξείδιο του θείου έχουν μειωθεί κάθετα στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά την κορύφωσή τους πριν από περισσότερα από 50 χρόνια (αρχίζουν επίσης να μειώνονται στην Κίνα). Παγκοσμίως, οι εκτιμώμενοι ρυθμοί θανάτων από την μόλυνση της ατμόσφαιρας έχουν μειωθεί σχεδόν στο ήμισυ από το 1990, σύμφωνα με το Institute for Health Metrics and Evaluation, και από καιρό ήταν υψηλότεροι σε χώρες μεσαίου εισοδήματος απ΄ότι στις πλούσιες χώρες.
Παρ’ όλα αυτά, η μόλυνση της ατμόσφαιρας αυξάνει τον κίνδυνο τόσο για αναπνευστικά, όσο και για καρδιαγγειακά νοσήματα, και ο παγκόσμιος αριθμός θανάτων που προκαλούνται από την ατμοσφαιρική μόλυνση εκτιμάται, τόσο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας όσο και από το IHME, ότι εξακολουθεί να είναι γύρω στα επτά εκατομμύρια άνθρωποι ετησίως, σχεδόν όσο και ο αριθμός των θανάτων από το κάπνισμα. Στις ΗΠΑ, ο αριθμός των θανάτων από την μόλυνση της ατμόσφαιρας εκτιμάται συχνά πως είναι περίπου 100.000 άνθρωποι ετησίως. Αυτοί οι αριθμοί είναι αβέβαιοι, όπως όμως και να τους δούμε, είναι υψηλοί.
Αυτό που καθιστά τη μελέτη της Finkelstein και των συναδέλφων της τόσο σοκαριστική, είναι πως δεν εξέταζαν την επίπτωση ενός δραματικού κλεισίματος της καθημερινής οικονομικής δραστηριότητας λόγω lockdown ή μιας φυσικής καταστροφής: αυτή ήταν απλώς μια ύφεση, έστω και σοβαρή. Οι περισσότεροι άνθρωποι κράτησαν της δουλειές τους, η καθημερινή ζωή θα έμοιαζε σαν να μην τρέχει τίποτα. Ωστόσο, η μόλυνση από πηγές όπως η κίνηση στους δρόμους μειώθηκε επαρκώς για να αποφέρει μια ουσιαστική και διαρκή πτώση του ρυθμού των θανάτων.
Μια απάντηση σε αυτή την ανακάλυψη είναι η ένταξη στο κίνημα της «αποανάπτυξης» που ζητά περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα. Πέραν του γεγονότος πως αυτό είναι πολιτικά αδιανόητο, δεν θα ήταν και σοφό. Γνωρίζουμε πως οι πλούσιες χώρες απολαμβάνουν πιο καθαρό αέρα απ’ ότι οι χώρες μεσαίου εισοδήματος και γνωρίζουμε επίσης –χάρη στην εργασία των οικονομολόγων Hannes Schwandt και Till von Wachter- πως ενώ η μεγάλη ύφεση μπορεί να έδωσε μια «ανάσα» σε όλων τα πνευμόνια, μπορεί όμως να προκαλέσει διαρκή ζημιά στην υγεία των νέων που αποφοίτησαν εν μέσω αυτής της ύφεσης.
Αλλά πάνω απ’ όλα ξέρουμε πως υπάρχουν πολύ πιο εύκολοι τρόποι για να μειώσουμε την μόλυνση της ατμόσφαιρας, απ’ ότι μια σοβαρή ύφεση. Ας αρχίσουμε αντικαθιστώντας ορισμένα (στη συνέχεια τα περισσότερα και μετά όλα) τα ντιζελοκίνητα αυτοκίνητα με ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ορισμένες κουζίνες αερίου με επαγωγικές εστίες και ορισμένους λέβητες αερίου με αντλίες θερμότητας. Αυτά τα βήματα απομακρύνουν την καύση, και συνεπώς τη μόλυνση, από τους ανθρώπους.
Εν τω μεταξύ, αν παραχθεί ο ηλεκτρισμός για τις νέες καθαρές συσκευές από πυρηνικές ή ανανεώσιμες πηγές, η μόλυνση σχεδόν εξαλείφεται. Η καλύτερη τεχνολογία και οι εξυπνότερες ρυθμίσεις μπορούν να κάνουν περισσότερα για την ποιότητα του αέρα απ’ ότι η χειρότερη ύφεση που μπορείτε να φανταστείτε, και μπορούν επίσης να το κάνουν με χαμηλό κόστος.
Μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι όλα αυτά είναι κάτι που θα μπορούσαμε να κάνουμε ούτως ή άλλως στο πλαίσιο της απεξάρτησης του ενεργειακού συστήματος από τον άνθρακα και του περιορισμού της κλιματικής αλλαγής. Σωστά, αλλά φαίνεται εντυπωσιακό το γεγονός ότι μπορεί κανείς να προβάλει τόσο ισχυρά επιχειρήματα για αυτές τις καθαρές τεχνολογίες χωρίς καμία αναφορά στο φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Όπως εξηγεί ο Chris Goodall στο νέο του βιβλίο "Possible: Ways to Net Zero", η απομάκρυνση των ορυκτών καυσίμων από το ενεργειακό μας σύστημα είναι τεχνολογικά εφικτή, αλλά πρόκειται για ένα τρομακτικό έργο που απαιτεί τεράστιες αναβαθμίσεις στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, την αποθηκευτική μας ικανότητα και πολλά άλλα. Θα πρέπει να πάρουμε θάρρος από το γεγονός ότι αυτά τα βήματα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής θα οδηγήσουν επίσης σε μεγάλα και άμεσα οφέλη στην καθημερινή μας υγεία.
Δεν απαιτείται καμιά μεγάλη ύφεση.