Η ασφάλεια έχει να κάνει με τη δύναμη -τη δύναμη να αποτρέπεις τους άλλους από το να σε βλάψουν, τη δύναμη να επεκτείνεις τις διαθέσιμες επιλογές σου, και την ύστατη στιγμή, τη δύναμη να πειθαναγκάσεις τους άλλους για να προστατεύσεις τα δικά σου ζωτικά συμφέροντα. Ωστόσο, η δύναμη είναι μια λέξη που δυσκολεύεται να ακουστεί στην όλο και συχνότερη συζήτηση στην Ευρώπη για την οικονομική ασφάλεια.
Τις τελευταίες ημέρες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την τελευταία δέσμη μέτρων οικονομικής ασφάλειας. Όλα κινήθηκαν προς τη σωστή κατεύθυνση: καλύτερος έλεγχος των εισερχόμενων και εξερχόμενων επενδύσεων, έλεγχος των ευαίσθητων εξαγωγών και αύξηση της χρηματοδότησης της έρευνας για την τεχνολογία διπλής χρήσης.
Η ΕΕ συλλογικά πρέπει να είναι σε θέση να κάνει αυτά τα πράγματα, χωρίς τα οποία οι ευρωπαϊκές πολιτικές προτεραιότητες παραμένουν ένα στοιχείο εξισορρόπησης στην παγκόσμια πολιτική των μεγάλων δυνάμεων - όπως όταν οι ΗΠΑ αποφάσισαν να περιορίσουν την πρόσβαση της Κίνας στα πιο προηγμένα μηχανήματα κατασκευής ημιαγωγών και άσκησαν ισχυρότατο έλεγχο στην ASML, την παγκοσμίως κορυφαία ολλανδική εταιρεία παραγωγής εξοπλισμού φωτολιθογραφίας, ώστε να ακολουθήσει το παράδειγμά τους.
Οι κινήσεις μιας πολιτικής οικονομικής ασφάλειας, όσο ευπρόσδεκτες και αν είναι, υπολείπονται κατά πολύ αυτού που απαιτείται. Οι πρόσφατες προτάσεις δεν προσφέρουν δράση σε επίπεδο ΕΕ: ως επί το πλείστον ζητούν από τα κράτη μέλη να κάνουν περισσότερα και να διαβουλεύονται για περαιτέρω πολιτικές. Αλλά ακόμη και η απόκτηση περισσότερων εργαλείων - που ομολογουμένως έχει αργήσει - δεν καταλήγει σε μια συμφωνημένη πολιτική σχετικά με το τι πρέπει να γίνει και ποιοι συγκεκριμένοι γεωοικονομικοί στόχοι πρέπει να επιτευχθούν.
Οι περισσότερες χώρες της ΕΕ έχουν προτιμήσει να βλέπουν την παγκόσμια πολυμερή τάξη που βασίζεται σε κανόνες ως αυτό ακριβώς - μια τάξη που ρυθμίζει τη συμπεριφορά ειρηνικά. Ο ιστορικός λόγος είναι ότι με αυτόν τον τρόπο οι ευρωπαϊκές χώρες ξεπέρασαν την κληρονομιά του πολέμου. Ο δομικός λόγος είναι ότι οι περισσότερες από αυτές είναι μικρές - και ακόμη και οι μεγαλύτερες συνειδητοποιούν το μειωμένο status τους. Η ΕΕ έχει την τάση να βλέπει τον κόσμο κατ' εικόνα της. Δημιουργήθηκε ως η πιο συγκεκριμένη εκδήλωση μιας διασυνοριακής τάξης βασισμένης σε κανόνες που έχει δει ποτέ ο κόσμος.
Όμως ο κόσμος δεν μοιάζει με την ΕΕ. Ο αγώνας για την αντιστροφή αυτού του γεγονότος είναι σίγουρα ευγενής. Αλλά αν η επιλογή είναι μεταξύ του να κυριαρχείς και του να κυριαρχείσαι, τι προτιμούν οι Ευρωπαίοι; Αυτό είναι το ερώτημα που ακόμα δεν έχουν αντιμετωπίσει.
Στις ασυνήθιστες περιπτώσεις που η ΕΕ και τα κράτη μέλη της ήταν πρόθυμα να «βγάλουν τα γάντια τους», παραδόξως αυτό γινόταν συνήθως εναντίον των δύστροπων μελών του ίδιου του μπλοκ. Δεν υπήρχε κανένας ενδοιασμός για τη χρήση οικονομικής ισχύος εναντίον των θυμάτων της κρίσης χρέους της ευρωζώνης, μέχρι του σημείου να μεθοδευτούν αλλαγές κυβερνήσεων στην Ελλάδα και την Ιταλία. Οι αναφορές ότι η ΕΕ είχε σχεδιάσει τρόπους ωστε να σαμποτάρει την οικονομία της Ουγγαρίας προκειμένου να αντιδράσει στην απροθυμία του Βίκτορ Όρμπαν να στηρίξει την Ουκρανία αποτελούν ένα νέο παράδειγμα.
Αλλά αυτά είναι παραδείγματα που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για την ασυνήθιστα δυναμική ομιλία της προέδρου της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τον περασμένο Μάρτιο σχετικά με τις επιθετικές προθέσεις της Κίνας στην οικονομική πολιτική. Ο εντοπισμός των μη φιλικών στόχων των άλλων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να τους αντισταθούμε. Αλλά δεν είναι επαρκής, και η δράση της ΕΕ δεν βρίσκεται στο επίπεδο που θα έπρεπε να συνεπάγονται οι προειδοποιήσεις της φον ντερ Λάιεν.
Πάρτε τις κυρώσεις, ό,τι πιο κοντινό σε μια σωστή πολιτική οικονομικής ασφάλειας που έχει η ΕΕ. Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022 ήταν τόσο κατάφωρη ώστε να φέρει πρωτοφανή σθεναρότητα και ενότητα στην πολιτική κυρώσεων, σε ευπρόσδεκτη αντίθεση με τις αναποτελεσματικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν μετά την πρώτη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2014. Όμως, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η ΕΕ είναι εξαιρετικά απρόθυμη να εφαρμόσει εξωεδαφική ισχύ στις κυρώσεις της και να εξαπολύσει όλη την οικονομική της ισχύ εναντίον εταιρειών που παραβιάζουν τις κυρώσεις σε τρίτες χώρες. Οι κυβερνήσεις φροντίζουν για τα συμφέροντα των εταιρειών τους, αφήνοντας τη συλλογική ασφάλεια θύμα μιας γεωπολιτικής τραγωδίας.
Η ίδια… αλλεργία στη χρήση ισχύος ισχύει και για τα συναλλαγματικά αποθέματα της Ρωσίας, από τα οποία περισσότερα από 200 δισ. ευρώ είναι δεσμευμένα σε δικαιοδοσίες της ΕΕ. Μπορεί κανείς να διαφωνήσει με τη σωφροσύνη της κατάσχεσης αυτών των περιουσιακών στοιχείων για τη χρηματοδότηση της ανασυγκρότησης της Ουκρανίας. Όμως το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού συστήματος της ΕΕ πιέζει να τεθεί το ζήτημα εντελώς εκτός της σφαίρας των νόμιμων επιλογών, καθώς παραμένει προσκολλημένο στην πιο συντηρητική διαθέσιμη νομική ανάλυση και αποσπά την πολιτική προσοχή με το αν θα φορολογηθούν τα απρόσμενα κέρδη των ιδρυμάτων που εδρεύουν στην ΕΕ από τη διαχείριση των ρωσικών κρατικών συμμετοχών.
Το αποτέλεσμα είναι να αποφεύγεται το πραγματικό ζήτημα της οικονομικής ισχύος: είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης να χρησιμοποιήσει την οικονομική της δύναμη για να επιβάλει την υποχρέωση της Ρωσίας να αποζημιώσει για την καταστροφή που προκάλεσε στην Ουκρανία;
Πολλά περισσότερα τέτοια ερωτήματα θα μπορούσαν να συζητηθούν ενεργά από ένα μπλοκ που θα ήταν διανοητικά και πολιτικά εξοπλισμένο για μια ολοκληρωμένη πολιτική οικονομικής ασφάλειας. Πέρα από την εξωεδαφικότητα και τα καταναγκαστικά οικονομικά εργαλεία, μια τέτοια ΕΕ θα έβλεπε τη μακροοικονομία ως εργαλείο εξουσίας. Θα μπορούσε να στραφεί από τα διαρθρωτικά πλεονάσματα των εξαγωγών, με την εξάρτηση που αυτό συνεπάγεται, προς μεγαλύτερες εγχώριες επενδύσεις. Ή θα μπορούσε να συνδέσει στενότερα τη συζήτηση για τους δημοσιονομικούς κανόνες με την ανάγκη για περισσότερες δαπάνες που σχετίζονται με την ασφάλεια.
Θα μπορούσε να φέρει τις συζητήσεις για τη διεύρυνση, τη μεταρρύθμιση των συνθηκών, τους κοινούς προϋπολογισμούς και την Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα ακριβώς κάτω από την ομπρέλα της ασφάλειας και να αναζητήσει τρόπους με τους οποίους όλα αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την έλξη της αγοράς της ΕΕ για να προσελκύσουν περισσότερες χώρες πιο κοντά στην τροχιά της Ευρώπης και μακριά από την επιρροή της Κίνας ή ακόμη και των ολοένα και πιο αναξιόπιστων ΗΠΑ.
Προθυμία άσκησης οικονομικής δύναμης: πρόκειται για λέξεις που δεν είναι ευχάριστες, δεδομένης της ιστορίας της Ευρώπης, αλλά είναι ωστόσο απαραίτητες. Αν γίνει χωρίς να ξεχαστούν τα πολυμερή ιδανικά της Ευρώπης, θα ήταν καλό και για τον κόσμο.