Καλυτερεύει ο κόσμος μας και πιθανότατα θα συνεχίσει έτσι, ή μήπως βρίσκεται στο χείλος της καταστροφής; Αυτοί που σκέφτονται τα ερωτήματα αυτά τείνουν να χωρίζονται έντονα σε χαρούμενους αισιόδοξους που πιστεύουν το πρώτο και σε σκυθρωπούς απαισιόδοξους που επιμένουν στο δεύτερο. Αλλά εγώ θα έκανα και μια σημαντική εξαίρεση. Η συνέχιση της προόδου εξαρτάται από τη διαχείριση των κινδύνων που εμείς οι ίδιοι έχουμε δημιουργήσει. Μεταξύ αυτών είναι η καταστροφή του πλανητικού περιβάλλοντος και ο θερμοπυρηνικός πόλεμος. Για να πετύχουμε πρέπει να ξεπεράσουμε τις δυνάμεις του διχασμού, εντός και μεταξύ χωρών, που απειλούν την κοινωνική σταθερότητα, την παγκόσμια συνεργασία και την ειρήνη. Εν ολίγοις, ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος. Αλλά δεν μπορούμε να θεωρούμε δεδομένο πως θα είναι καλύτερος.
Μια αισιόδοξη άποψη του παρελθόντος περιλαμβάνεται στην έκθεση για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη του 2021/2022 που καταρτίζει το Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ΟΗΕ και στην έκθεση Φτώχεια και Κοινή Ευημερία 2022 της Παγκόσμιας Τράπεζας. Η τελευταία δείχνει, για παράδειγμα, πως η αναλογία του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει σε ακραία φτώχεια (ακραία φτώχεια θεωρείται τώρα ένα εισόδημα λιγότερο των 2,15 δολαρίων την ημέρα) μειώθηκε από κοντά στο 60% που ήταν το 1950 στο 8,4% το 2019. Αυτό είναι εκπληκτικό. Ομοίως, ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης του ΟΗΕ –ένα αμάλγαμα εθνικού κατά κεφαλήν εισοδήματος, ετών σχολικής εκπαίδευσης και προσδόκιμου ζωής κατά τη γέννηση- επίσης δείχνει μια σημαντική και σταθερή αύξηση από το 1990 στο 2019. Και πάλι, η Έκθεση για την Παγκόσμια Ευτυχία του 2022 δείχνει πως οι ευτυχέστερες χώρες –που παραδόξως είναι μικρές- είναι χώρες που ευημερούν, με την Φινλανδία και τη Δανία να βρίσκονται στην κορυφή της λίστας. Η μέση ευημερία μπορεί να μην είναι ικανή συνθήκη για μεγαλύτερη ευτυχία. Αλλά η ευημερία βοηθά.
Δεν αποτελεί έκπληξη που η πανδημία αντέστρεψε την πρόοδο. Ο αριθμός των ανθρώπων σε ακραία φτώχεια εκτινάχθηκε από τα 648 εκατομμύρια το 2019 στα 719 εκατομμύρια το 2020. Το χειρότερο είναι πως μπορεί να σημαίνει ότι οι αριθμοί των ανθρώπων σε ακραία φτώχεια θα είναι μόνιμα υψηλότεροι από αυτό που θα ήταν υπό άλλες συνθήκες. Και πάλι, ο δείκτης ανθρώπινης ανάπτυξης εκτιμάται πως έχει μειωθεί τόσο το 2020 όσο και το 2021, διαγράφοντας τα κέρδη των προηγούμενων πέντε ετών. Η ενεργειακή κρίση και η κρίση στα τρόφιμα που προκάλεσε ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία οπωσδήποτε θα παρατείνουν τις απώλειες. Οι ανθρώπινες συνέπειες αυτών των δίδυμων σοκ, ως εκ τούτου, είναι αναμφίβολα τεράστιες.
Μπορεί κανείς να υποθέσει πως τελικά θα αποκατασταθούν οι κανονικές οικονομικές υπηρεσίες. Ωστόσο η Έκθεση για την Ανθρώπινη Ανάπτυξη υποδηλώνει πως αυτή η ελπίδα μπορεί να μην υλοποιηθεί. Παραπέμπει στο σημερινό «σύνδρομο αβεβαιότητας», καθώς οι κρίσεις συσσωρεύονται η μία πάνω στην άλλη. Η Covid-19, όπως προτείνει, δεν είναι «μια μακρά παράκαμψη από το κανονικό, αλλά ένα παράθυρο σε μια νέα πραγματικότητα».
Εν τούτοις, είναι επίσης αλήθεια, όπως δείχνει η έκθεση, πως η αντίδραση στην Covid περιλάμβανε την ταχεία ανακάλυψη και ανάπτυξη αποτελεσματικών εμβολίων. Έτσι, «το 2021 μόνο τα προγράμματα εμβολιασμού κατά της Covid-19 απέτρεψαν σχεδόν 20 εκατ. θανάτους». Η διανομή αυτών των εμβολίων υπήρξε απαισίως άνιση και η αντίδραση σε αυτά πολύ συχνά ήταν μια αστοιχείωτη έχθρα. Αλλά ήταν αποτελεσματικά. Άρα, γιατί να είμαστε τόσο απαισιόδοξοι;
Αυτό το «σύνδρομο αβεβαιότητας» αποτελείται, όπως προτείνει η έκθεση, από τρία στοιχεία: τις πλανητικές αλλαγές της «Ανθρωποκαίνου» -της περιόδου αλλαγών στη βιόσφαιρα που προκαλούνται από τον άνθρωπο· των πρωτοφανών κοινωνιών και τεχνολογικών αλλαγών· και της πολιτικής πόλωσης, εντός και μεταξύ κοινωνιών. Το πρώτο είναι πράγματι καινούριο. Τόσο το δεύτερο όσο και το τρίτο στοιχείο είναι χαρακτηριστικά του κόσμου μας από τον 19ο αιώνα. Αυτό που είναι καινούριο σήμερα είναι το πώς οι πλανητικές δυνάμεις αλληλεπιδρουν με τις εγχώριες. Δεν μπορούμε να λύσουμε τώρα τα εσωτερικά μας προβλήματα χωρίς να λύσουμε τα παγκόσμια προβλήματά μας. Αλλά μπορεί επίσης να το βρούμε αδύνατον να λύσουμε τα παγκόσμια προβλήματά μας χωρίς πρώτα να λύσουμε τα εσωτερικά μας προβλήματα.
Η έκθεση δίνει συναρπαστικές αποδείξεις για τρεις πτυχές αυτών των εσωτερικών δυσκολιών, που έχουν τη ρίζα τους, όπως επιβεβαιώνει η έκθεση, στην αβεβαιότητα. Πρώτον, υπάρχουν αυξανόμενα επίπεδα ψυχικών πιέσεων. Υπάρχουν εντυπωσιακά στοιχεία που «ζωγραφίζουν μια περίεργη εικόνα στην οποία οι αντιλήψεις των ανθρώπων για τις ζωές τους και τις κοινωνίες τους βρίσκονται σε έντονη αντίθεση με τα ιστορικά υψηλά μέτρα συνολικής ευημερίας. Δεύτερον, τους ανασφαλείς ανθρώπους μπορεί να προσελκύσουν «κοινωνικές ταυτότητες που γίνονται ‘αντίδοτο’ στην αβεβαιότητα, κοινωνικές ταυτότητες που εν μέρει επιβεβαιώνουν τη διαφορετικότητα –στο εντελώς αντίθετο όριο- από τους άλλους». Τέλος, αυτή η διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε πολιτική πόλωση και, για να πάρουμε ένα ανησυχητικό παράδειγμα, σε απόρριψη των δημοκρατικών κανόνων.
Αυτά τα εγχώρια φαινόμενα, που επιδεινώνονται από την ανισότητα, αλληλεπιδρούν με τις αλλαγές στην παγκόσμια εξουσία και επιρροή για να αποσταθεροποιήσουν τις διεθνείς σχέσεις. Έτσι η αλληλεπίδραση των εγχώριων με τις παγκόσμιες συγκρούσεις δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τη διατήρηση της παγκόσμιας ειρήνης και της πλανητικής σταθερότητας.
Αυτή η έμφαση στην αλληλεπίδραση μεταξύ των κοινωνικών, τεχνολογικών, οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων μπορεί να προσθέσει μια διάσταση στις συζητήσεις για την «πολυκρίση». Αλλά δεν κάνει ευκολότερη την αντιμετώπιση των ίδιων των προκλήσεων.
Η έκθεση προτείνει τρία πράγματα: επενδύσεις, ασφάλιση και καινοτομία. Και τα τρία αυτά έχουν λογική. Αν θέλουμε να βελτιώσουμε τις επιδόσεις των οικονομιών μας και να ανταποκριθούμε στις πλανητικές προκλήσεις, χρειάζεται να αυξήσουμε τις επενδύσεις παγκοσμίως, και όχι μόνο σε ιστορικά επιτυχημένες οικονομίες. Δεύτερον, η κοινωνική ασφάλιση έναντι μη ασφαλιζόμενων κινδύνων, όπως η απώλεια μιας θέσης εργασίας, η πτώση ενός κλάδου ή η επιδείνωση της υγείας, θα βοηθήσουν να μειωθεί η ανασφάλεια. Τρίτον, χρειαζόμαστε καινοτομία. Αλλά οι σημαντικότερες μπορεί τώρα να είναι κοινωνικές και πολιτικές. Η τελευταία περίοδος τέτοιας ανανέωσης ήταν τα μέσα του 20ου αιώνα. Δεν μπορούμε να περιμένουμε για μια δεύτερη περίοδο καταστροφής για να επιχειρήσουμε και πάλι την ανανέωση.
Έχουμε σημειώσει πραγματική πρόοδο, αν και εξαπλώθηκε άνισα μεταξύ και εντός των χωρών. Αλλά, όπως πάντα, η πρόοδος δημιουργεί νέα προβλήματα. Έχουμε επίσης σκοντάψει, συχνά άσχημα, στον δρόμο μας προς τις απαντήσεις. Για να αποδειχθεί αληθινή η αισιόδοξη άποψη που εξακολουθώ να έχω, θα πρέπει να σκοντάψουμε πιο γρήγορα.